Αλέξανδρος Κ., Παντός καιρού

Photo by Mario Anzuoni\Reuters  

Καθώς επέστρεφε στο σπίτι του με ταξί αργά το μεσημέρι μια καθημερινή, συνηθισμένη ημέρα, ικανοποιημένος με τον εαυτό του, μετά την περιοδεία του σε κάποια βιβλιοπωλεία και καφέ του κέντρου, όπου είχε δώσει το παρών, ανταλλάσσοντας χαιρετισμούς, χειραψίες και απόψεις περί μουσικής, εικαστικών τεχνών, φιλοσοφίας, γλώσσας, ποίησης, πεζογραφίας και πολιτικής, και ενώ ήδη καθάριζε σχολαστικά με το αγαπημένο του μαύρο πανάκι με τις μικροΐνες, που δεν το αποχωριζόταν ποτέ, τον αριστερό μυωπικό φακό των ωραίων και ακριβών γυαλιών του, κρατώντας όπως πάντοτε με τον αντίχειρα και τον δείκτη του αριστερού χεριού του τον κομψό μεταλλικό σκούρο πράσινο ματ σκελετό τους απ’ τη μέση ακριβώς, μεταξύ των επιρρινίων, για να μοιράζεται η πίεση που του ασκούσε και να μην τον επιβαρύνει, άκουσε ξαφνικά την είδηση απ’ το ραδιόφωνο, κι αυτός όπως κι ο ταξιτζής, κι εκείνο το αμυδρό και γνώριμο χαμόγελο της αυτοϊκανοποίησης, που είχε αρχίσει να σχηματίζεται στην αριστερή άκρη του στόματός του, δεν σχηματίστηκε, αφού το στόμα του άνοιξε παρά τη θέλησή του, και τα μάτια του γούρλωσαν, ενώ έβαζε βιαστικά με το αριστερό χέρι τα γυαλιά του κι έχωνε με το δεξί το αγαπημένο του μαύρο πανάκι στην αριστερή εσωτερική τσέπη του σακακιού του, γέρνοντας συγχρόνως μπροστά τον κορμό του, για να περάσει προφανώς το κεφάλι του ανάμεσα απ’ τα δυο μπροστινά καθίσματα και ν’ ακούσει καλύτερα, πράγμα που παρά την όποια του πεποίθηση ή ελπίδα δεν επετεύχθη, γιατί εκείνη τη στιγμή ακριβώς ο ήρεμος κατά τα φαινόμενα και μέχρι τότε ταξιτζής φρέναρε απότομα, κόλλησε το δεξί χέρι του στην κόρνα και ξεστόμισε μια χριστοπαναγία δεκαπλάσιας σχεδόν έντασης από την ένταση του ραδιοφώνου, με αποτέλεσμα αφ’ ενός αυτός να αρχίσει να αισθάνεται έναν τρομερά ενοχλητικό πόνο στο αριστερό αφτί του, συνοδευόμενο από ένα εκκωφαντικό βουητό, για κλάσματα του δευτερολέπτου, μάλιστα, πίστεψε ότι το αριστερό του τύμπανο είχε σπάσει, αλλά ευτυχώς η ταραχή του δεν του επέτρεψε να αφεθεί στο έλεος ενός τέτοιου υπερβολικού, για την ακρίβεια υποχονδριακού, φόβου, και αφ’ ετέρου να θαφτεί, προς το παρόν τουλάχιστον, ηχητικά το σημαντικότερο στοιχείο της είδησης. Δεν άκουσε πόσοι ήταν. Λίγο, μάλιστα, έλειψε να στραπατσάρει τα ωραία και ακριβά γυαλιά του στον δεξή αγκώνα του ταξιτζή, ο οποίος, ξεστομίζοντας εκείνη τη χριστοπαναγία, τράβηξε το χέρι του από την κόρνα, υψώνοντάς το και εκτείνοντάς το συγχρόνως προς τα δεξιά και ελαφρώς προς τα πίσω, ενώ ο πήχης του σχημάτισε με το μπράτσο του μια σχεδόν ορθή γωνία, με κορυφή τον γυμνό αγκώνα του, ήταν άλλωστε άνοιξη και ο ταξιτζής φορούσε κοντομάνικο πουκάμισο, η απειλητική θέα του οποίου, του γυμνού αγκώνα, όχι του ταξιτζή, ενισχυμένη κατά πολύ φυσικά από τη συνισταμένη των δυνάμεων που ασκήθηκαν στο σώμα του παρ’ ολίγον ατυχούς επιβάτη τον επανέφερε για καλή του τύχη στη θέση του με έναν υπόκωφο γδούπο, ο οποίος ανάγκασε τον ταξιτζή να γυρίσει προς τα πίσω και να τον ρωτήσει, ελαφρώς τρομαγμένος αλλά εμφανώς εξαγριωμένος ακόμα: Είστε καλά;

 

Τι ήταν πάλι αυτό; Πάλι κατόπιν εορτής; Πάλι δεν του είχαν πει τίποτα; Κανείς τους; Πάλι στο περιθώριο; Θα έλεγε κανείς ότι αυτά τα επαναλαμβανόμενα συμβάντα, αυτά τα επαναλαμβανόμενα κατόπιν εορτής, είχαν αρχίσει πλέον να παίρνουν επικίνδυνες διαστάσεις άνανδρης και ύπουλης συνωμοσίας. Όχι, όχι, ήταν σίγουρος πλέον. Είχαν βάλει στόχο να τον αφανίσουν. Όλοι τους. Ναι, ναι, ήταν σίγουρος πλέον. Γιατί αυτά τα πράγματα δεν γίνονται από τη μια μέρα στην άλλη. Μα, βέβαια, βέβαια. Αυτά τα πράγματα γίνονται με πρόγραμμα, με σχέδιο, με συγκεκριμένη στρατηγική.

 

Πρώτα είναι ένας, μόνος του ή με άλλους δεν έχει καμία σημασία, πρώτα κάποιος έχει την ιδέα κάποια στιγμή, και την ιδέα που έχει τη σκέφτεται, πολύ ή λίγο δεν έχει καμία σημασία, λεπτά, ώρες, ημέρες ή εβδομάδες δεν έχει καμία σημασία, πρώτα κάποιος έχει την ιδέα και τη σκέφτεται και τη ζυγίζει, ή μπορεί και να μην τη ζυγίζει καθόλου, πάντως μετά, κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, η οποία εκ των πραγμάτων χρονικά έπεται της συγκεκριμένης χρονικής στιγμής που είχε την ιδέα, παίρνει εκείνος ο κάποιος την απόφαση να εκμυστηρευτεί την ιδέα που είχε σε κάποιον δεύτερο, δεν την κρατάει για τον εαυτό του την ιδέα, μυστική, γιατί εκ των πραγμάτων μια τέτοια ιδέα έρχεται κάποια στιγμή σε κάποιον γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, για να μην την κρατήσει για τον εαυτό του, την ιδέα, και μάλιστα εκείνος ο πρώτος κάποιος πάντοτε επιλέγει να εκμυστηρευτεί την ιδέα που είχε σε κάποιον δεύτερο, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα θα συμφωνήσει με την ιδέα που θα του εκμυστηρευτεί εκείνος ο πρώτος κάποιος, κι αυτό το γνωρίζει εκ των προτέρων εκείνος ο πρώτος κάποιος και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο επιλέγει να εκμυστηρευτεί την ιδέα που είχε σε κάποιον συγκεκριμένο δεύτερο, κι ύστερα, όταν εκείνος ο δεύτερος κάποιος δηλώσει ρητά και κατηγορηματικά, με ενθουσιασμό ή χωρίς ενθουσιασμό δεν έχει καμία σημασία, ότι συμφωνεί με την ιδέα που του εκμυστηρεύτηκε εκείνος ο πρώτος κάποιος και αποδειχθεί πλέον περίτρανα και εκ των πραγμάτων ότι είχε δίκιο εκείνος ο πρώτος κάποιος που επέλεξε εκείνον τον συγκεκριμένο δεύτερο κάποιο για να του εκμυστηρευτεί την ιδέα του, τότε κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, η οποία εκ των πραγμάτων χρονικά έπεται της συγκεκριμένης χρονικής στιγμής που εκείνος ο δεύτερος κάποιος δήλωσε ρητά και κατηγορηματικά, με ενθουσιασμό ή χωρίς ενθουσιασμό δεν έχει καμία σημασία, ότι συμφωνεί με την ιδέα που του εκμυστηρεύτηκε εκείνος ο πρώτος κάποιος, τότε ακριβώς σκέφτονται εκείνοι οι δυο, κι οι δυο μαζί ή ο καθένας χωριστά δεν έχει καμία σημασία: Είμαστε δυο. Βέβαια, σύμφωνα με τον νόμο των πιθανοτήτων δεν αποκλείεται εκείνος ο πρώτος κάποιος να πέσει έξω, ναι, ναι, δεν αποκλείεται καθόλου, κι εκείνος ο συγκεκριμένος δεύτερος να δηλώσει ότι δεν συμφωνεί με την ιδέα που του εκμυστηρεύτηκε εκείνος ο πρώτος κάποιος, οπότε εκ των πραγμάτων εκείνος ο συγκεκριμένος δεύτερος κάποιος δεν θεωρείται δεύτερος κι εκείνος ο πρώτος κάποιος επιλέγει να εκμυστηρευτεί την ιδέα που είχε σε κάποιον άλλον συγκεκριμένο δεύτερο, ο οποίος πάλι κατά πάσα πιθανότητα θα συμφωνήσει με την ιδέα που θα του εκμυστηρευτεί εκείνος ο πρώτος κάποιος, κι αν πέσει και πάλι έξω, ούτω καθ’ εξής και πάει λέγοντας, μέχρι να βρεθεί εκ των πραγμάτων εκείνος ο συγκεκριμένος δεύτερος, ο οποίος θα δηλώσει ότι συμφωνεί με την ιδέα που του εκμυστηρεύτηκε εκείνος ο πρώτος κάποιος, πάντως, σύμφωνα με τον νόμο των πιθανοτήτων κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή θα γεννηθεί εκ των πραγμάτων η σκέψη: Είμαστε δυο. Κι ύστερα εκείνοι οι δυο θα γίνουν τρεις, κι εκείνοι οι τρεις θα γίνουν τριάντα τρεις, κι εκείνοι οι τριάντα τρεις θα γίνουν πενήντα τρεις, και ούτω καθ’ εξής και πάει λέγοντας. Παρ’ όλα αυτά, γιατί πάντοτε υπάρχει ένα παρ’ όλ’ αυτά, κάποια ιδιαίτερη συγκεκριμένη χρονική στιγμή όλοι όσοι δήλωσαν μέχρι εκείνη την ιδιαίτερη συγκεκριμένη χρονική στιγμή ότι συμφωνούν με την ιδέα που τους εκμυστηρεύτηκε κάποιος άλλος, η οποία, βέβαια, είναι εκείνη η ιδέα ακριβώς που ήρθε κάποια στιγμή σε κάποιον, γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, για να μην την κρατήσει για τον εαυτό του, παίρνουν την απόφαση ότι είναι πλέον αρκετοί και ότι συνεπώς δεν χρειάζεται να συνεχίσει κανείς απ’ αυτούς να εκμυστηρεύεται την ιδέα που είχε εκείνος ο πρώτος κάποιος σε κανέναν άλλον, κι ύστερα βγαίνουν όλοι μαζί οι πενήντα τρεις, οι εβδομήντα τρεις, οι εκατόν ογδόντα τρεις και βγάζουν μια διακήρυξη, βγάζουν ένα μανιφέστο και είναι σαν να λένε εμείς είμαστε και δεν είναι κανένας άλλος. Όποιος πρόλαβε τον Κύριο είδε, δηλαδή.

 

Κι αυτός πάντοτε στο περιθώριο. Ούτε καν τελευταίος και καταϊδρωμένος. Μα, δεν τον ρώτησε κανείς. Κανείς! Ούτε όσο ήταν δυο ούτε όσο ήταν τρεις ούτε όσο ήταν πενήντα τρεις. Κανείς δεν του έδωσε την ευκαιρία να δηλώσει ότι συμφωνεί ρητά και κατηγορηματικά με τη μια ή με την άλλη ιδέα που ήρθε κάποια στιγμή σε κάποιον, γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, για να μην την κρατήσει για τον εαυτό του. Και το ερώτημα είναι: γιατί; Γιατί όχι αυτός; Γιατί τόσοι άλλοι κι όχι αυτός; Δεν μπορεί να είναι σύμπτωση. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Τον ζηλεύουν, αυτό είναι! Ζηλεύουν το έργο του! Όχι, όχι, δεν τον ζηλεύουν απλώς. Τον φοβούνται, αυτό είναι! Φοβούνται το έργο του! Γιατί άλλη εξήγηση δεν υπάρχει. Αυτός δεν είναι σαν κάτι γερασμένους έφηβους μελαγχολικούς συγγραφείς και καλλιτέχνες που κλείνονται στον κόσμο τους και δεν έχουν επαφή με τον έξω κόσμο. Αυτός έχει πρόγραμμα!

 

Κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο θα ανοίξει τα μάτια του με τους πρώτους διαπεραστικούς, ταυτόχρονους και ηλεκτρονικούς ήχους που θα ακουστούν από τα δυο συγχρονισμένα με ακρίβεια δευτερολέπτου ξυπνητήρια, στα δυο κομοδίνα από τη μια κι από την άλλη πλευρά του κρεβατιού του, στις 6 και 20 το πρωί και, αφού ανασηκώσει πρώτα τη δεξιά πλευρά του και διαγράψει με το δεξί χέρι του τεντωμένο στον αέρα μια περιστροφή 135 μοιρών σχεδόν με άξονα στήριξης και περιστροφής την αριστερή πλευρά του, θα κλείσει με το δεξί χέρι του το ξυπνητήρι που θα χτυπάει στο κομοδίνο στα αριστερά του κι ύστερα, αφού επιστρέψει στην ύπτια αρχική θέση του, στην οποία θα έχει ανοίξει τα μάτια του, και αφού ανασηκώσει την αριστερή πλευρά του και διαγράψει με το αριστερό χέρι του τεντωμένο στον αέρα μια περιστροφή 135 μοιρών σχεδόν με άξονα στήριξης και περιστροφής αυτή τη φορά τη δεξιά πλευρά του, θα κλείσει με το αριστερό χέρι του το ξυπνητήρι που θα χτυπάει στο κομοδίνο στα δεξιά του, για να επιστρέψει για δεύτερη φορά στην ύπτια αρχική θέση του, στην οποία θα παραμείνει για ελάχιστα λεπτά, ελέγχοντας κατά τακτά σχεδόν διαστήματα και εναλλάξ πότε το ξυπνητήρι στο κομοδίνο στα δεξιά του και πότε το ξυπνητήρι στο κομοδίνο στα αριστερά του, ώστε να σηκωθεί από το κρεβάτι του στις 6 και 30 ακριβώς, από την αριστερή πάντοτε πλευρά του, να πάει από την κρεβατοκάμαρα στο γραφείο του, ν’ ανάψει τον υπολογιστή του κι ύστερα να γυρίσει απ’ το γραφείο πίσω στο μπάνιο, να ρίξει λίγο κρύο νερό στο πρόσωπό του, να πάει στην κουζίνα και να ετοιμάσει τσάκα τσάκα τρία φλιτζάνια αρωματικό καφέ φίλτρου, μετρημένα, για να πιει δυο, το πολύ δυόμισι, καπνίζοντας τρία, τέσσερα, το πολύ πέντε τσιγάρα μπροστά στον υπολογιστή του, ενώ θα ενημερώνεται για την τρέχουσα επικαιρότητα, τις επετείους, τις ονομαστικές εορτές της συγκεκριμένης ημέρας και της επομένης, για τα σημαντικά γεγονότα των δυο τριών προηγούμενων ημερών και τα άρτι προαναγγελθέντα και προγραμματισμένα για το εγγύς ή απώτερο μέλλον, εστιάζοντας την προσοχή του, με θρησκευτική ευλάβεια, στους τομείς της μουσικής, των εικαστικών τεχνών, της φιλοσοφίας, της γλώσσας, της ποίησης, της πεζογραφίας και της πολιτικής, και στη συνέχεια, πίνοντας τον αρωματικό καφέ του και καπνίζοντας το τρίτο, τέταρτο, το πολύ πέμπτο τσιγάρο της ημέρας, να φιλτράρει συγχρόνως ό,τι βλέπει, ό,τι ακούει κι ό,τι διαβάζει, για να ενημερώσει μέσω του τοίχου του στο φέισμπουκ, έμμεσα και δυνητικά, όχι μόνο όλους τους φίλους του, ο αριθμός των οποίων θα τον αναγκάσει εκ των πραγμάτων οσονούπω να δημιουργήσει και δεύτερο προφίλ, το οποίο θα ονομάσει Βήτα, αφού προσθέσει σ’ αυτό το ένα και μοναδικό που χρησιμοποιεί αποκλειστικά ως τώρα ένα Άλφα φουλ στο τέλος, κάτι που το καταλαβαίνουν όλοι, που θα δηλώνει περίτρανα και θα καθιστά σαφές ότι ο συνολικός αριθμός των φίλων του έχει ανέλθει στο ανώτερο επιτρεπτό όριο των 5 χιλιάδων φίλων και ότι εκ των πραγμάτων δεν μπορεί πλέον να αποδεχθεί άλλα αιτήματα φιλίας σ’ εκείνο το προφίλ, που θα του έχει προσθέσει ένα Άλφα φουλ στο τέλος, και σημειωτέον ποτέ δεν αποστέλλει ο ίδιος πλέον αίτημα φιλίας σε κάποιον άλλον, αυτός απλώς αποδέχεται πλέον τα αιτήματα φιλίας που του αποστέλλουν θαυμαστές του έργου του, χρήστες του φέισμπουκ που επιθυμούν να γίνουν φίλοι του, κι ούτε για να ενημερώσει μόνο μαζί με όλους τους φίλους του και τους φίλους των φίλων του, αλλά για να ενημερώσει, έμμεσα και δυνητικά πάντοτε, όλους τους χρήστες του φέισμπουκ της υφηλίου, δεδομένου ότι στις ρυθμίσεις απορρήτου του λογαριασμού του έχει συνειδητά επιλέξει πάμπλικ, εφόσον αυτός δεν έχει τίποτα να κρύψει, γιατί καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται, τους οποίους μάλιστα, όλους τους χρήστες του φέισμπουκ της υφηλίου, ποτέ δεν ενημερώνει κοινοποιώντας αναρτήσεις άλλων χρηστών, αφού αυτός ανατρέχει πάντοτε στην πρωταρχική πηγή της είδησης, ακόμα κι όταν αυτή η πρωταρχική πηγή της είδησης είναι ξένη, αφ’ ενός γιατί αυτός κατ’ αρχήν ενημερώνει μέσω του τοίχου του, έμμεσα και δυνητικά πάντοτε, όλους τους χρήστες του φέισμπουκ της υφηλίου και αφ’ ετέρου γιατί αυτός είναι σε θέση να διαβάζει και τον ξένο Τύπο και να παρακολουθεί την τρέχουσα ειδησεογραφία όχι μόνο στην ελληνική γλώσσα αλλά και στην αγγλική και στη γαλλική και στη γερμανική και στην ιταλική και στην ισπανική, γι’ αυτό αναρτά την πρωταρχική πηγή της είδησης, ακόμα κι όταν η πρωταρχική πηγή της είδησης είναι ξένη, αν και στις περισσότερες αναρτήσεις του, για την ακρίβεια στη συντριπτική πλειονότητα των αναρτήσεών του, εξαιρουμένων κάποιων σποραδικών και μεμονωμένων περιπτώσεων, οι οποίες εκ των πραγμάτων επιβεβαιώνουν τον κανόνα, αυτός γράφει απλώς τις δικές του σκέψεις αποκλειστικά στη μητρική του γλώσσα, την ελληνική, τη μητέρα όλων των γλωσσών, τις οποίες ωστόσο, δικές του σκέψεις, μπορούν να μεταφράσουν αυτόματα με ένα κλικ στη δική τους γλώσσα, αν δεν κατέχουν την ελληνική, τη γλώσσα που γέννησε την έννοια της δημοκρατίας, να τις διαβάσουν και να τις κοινοποιήσουν με τη σειρά τους στους φίλους τους όλοι οι χρήστες του φέισμπουκ της υφηλίου, δυνητικά πάντοτε.

 

Ύστερα θα ξυριστεί, αφού πρώτα απλώσει ομοιόμορφα και αριστοτεχνικά, για την ακρίβεια σχολαστικά, τον αφρό ξυρίσματος στο πρόσωπό του, από αριστερά προς τα δεξιά και από πάνω προς τα κάτω και προς τα πάνω πάλι, αρχίζοντας δηλαδή κάτω από την αριστερή φαβορίτα του ακριβώς και καταλήγοντας στο διαμετρικά αντίθετο σημείο ακριβώς, κάτω από τη δεξιά, έχοντας καλύψει εν τω μεταξύ σταδιακά το μάγουλο το αριστερό, το τμήμα μεταξύ μύτης και άνω χείλους, από αριστερά προς τα δεξιά πάντοτε, το πιγούνι, τον λαιμό, για την ακρίβεια μόνο εκείνο το τμήμα του λαιμού, το οποίο ως συνέχεια της κάτω σιαγόνας εκτείνεται προς τα κάτω και οριοθετείται φυσικά από το μήλο του Αδάμ, από αριστερά προς τα δεξιά πάντοτε, και λίγο πριν από τον τερματισμό, κάτω από τη δεξιά φαβορίτα του ακριβώς, και το μάγουλο το δεξί, δουλεύοντας συγχρόνως όλη αυτή την ώρα τον αφρό ξυρίσματος, καθώς τον απλώνει στο πρόσωπό του, με τις περιστροφικές και συγχρόνως κοφτές και ρυθμικά επαναλαμβανόμενες επιδέξιες, χορευτικές σχεδόν, κινήσεις που εκτελεί υπό την καθοδήγηση του δεξιού χεριού του το αγαπημένο του πινέλο, ένα πινέλο ξυρίσματος από υψηλής ποιότητας μαύρη ρητίνη με φυσική τρίχα ασβού, που το αγόρασε στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης, όταν επέστρεφε από την έκθεση πριν από κάποια χρόνια, μια έκθεση στην οποία ως επί το πλείστον τον προσκαλούν να παρευρεθεί και στην οποία πάντοτε παρευρίσκεται, ακόμα και όταν δεν τον προσκαλούν, κάτι που σπανίως συμβαίνει και πάντοτε οφείλεται σε κάποια παρεξήγηση, θα ξυριστεί, λοιπόν, με ξυράφι κανονικό, παρόμοιο μ’ εκείνο που χρησιμοποιούν ακόμα οι κουρείς, ένα ξυράφι εγγλέζικο σπαστό του ’60, χρονιά της γέννησής του, με σκαλιστή λαβή από ελεφαντόδοντο, που του το χάρισε ένας ατζέντης πνευματικών δικαιωμάτων, μετά από κάποια συμφωνία με έναν εκδοτικό οίκο, ο οποίος θα εξέδιδε, σε δική του μετάφραση και κατόπιν δικής του πρότασης στον εκδοτικό οίκο, τον συγγραφέα που εκπροσωπούσε ο ατζέντης πνευματικών δικαιωμάτων, αφού βεβαίως πρώτα ο συγγραφέας μας και μεταφραστής τού είχε εκμυστηρευτεί ότι ανέκαθεν του άρεσε να ζει επικίνδυνα, λήβιν ον δη ετζ, του είχε πει, του ατζέντη, βίβερε περικολοζαμέντε, είχε προσθέσει, γελώντας δυνατά, όχι τόσο εγκάρδια όσο μάλλον αυτάρεσκα, αλλά κάποιες φορές ήταν δύσκολο και στον ίδιο πλέον να διακρίνει την εγκαρδιότητα από την αυταρέσκεια, και συνοδεύοντας εκείνο το δυνατό γέλιο, εγκάρδιο ή αυτάρεσκο δεν έχει καμία σημασία, με μία κίνηση που εκτέλεσε το δεξί χέρι του ελαφρώς υψωμένο, με τον δείκτη του τεντωμένο να φέρνει, σχεδόν παράλληλα με το έδαφος, τρεις στροφές στον αέρα, και όντως το ξύρισμα με εκείνο το ξυράφι ήταν πράγματι ένα καθημερινό, σχεδόν, ζην επικινδύνως, αφού όταν κάποιος ξυρίζεται με ένα ξυράφι κανονικό, τόσο καλά ακονισμένο, κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να κοπεί, κι άντε ύστερα να σταματήσεις το αίμα από ένα τόσο βαθύ κόψιμο, γιατί είναι βαθύ το κόψιμο με ένα ξυράφι κανονικό, τόσο καλά ακονισμένο, σαν κι αυτό που χρησιμοποιεί αυτός, παρόμοιο μ’ εκείνο που χρησιμοποιούν ακόμα οι κουρείς, οι οποίοι είναι επαγγελματίες ασφαλώς, αλλά ανέκαθεν του άρεσε να ζει επικίνδυνα, οπότε το ξυράφι του αυτό, το εγγλέζικο σπαστό ξυράφι του ’60 με τη σκαλιστή λαβή από ελεφαντόδοντο, που του το χάρισε ο ατζέντης πνευματικών δικαιωμάτων, μετά από κάποια συμφωνία με τον εκδοτικό οίκο, ο οποίος εξέδωσε, σε δική του μετάφραση και κατόπιν δικής του πρότασης στον εκδοτικό οίκο, τον συγγραφέα που εκπροσωπούσε ο ατζέντης πνευματικών δικαιωμάτων, δεν το αλλάζει με τίποτα.

 

Κι ας έχει κοπεί μία φορά, μία φορά μόνο, πολύ βαθιά, γιατί ήταν βαθύ το κόψιμο με το ξυράφι του αυτό, κι είδε κι έπαθε μέχρι να σταματήσει το αίμα, που ανέβλυζε σαν πίδακας απ’ τον λαιμό του, λίγα μόνο χιλιοστά πάνω απ’ το μήλο του Αδάμ, για κάποια λεπτά, μάλιστα, πίστεψε ότι θα κατέρρεε νεκρός από ακατάσχετη αιμορραγία και ότι την επομένη ίσως δεν καταγραφόταν τελικά ως θύμα του σεισμού, γιατί ήταν στο τρίτο ή τέταρτο δευτερόλεπτο εκείνου του φονικού όντως σεισμού,[I] που το χέρι του έχασε στιγμιαία την απαράμιλλη σταθερότητά του και η επιμελώς προμελετημένη γωνία που σχημάτιζε το εγγλέζικο σπαστό ξυράφι του ’60 με την επιφάνεια του λαιμού του μειώθηκε αναπάντεχα κατά 15 με 17 μοίρες περίπου, καταφέροντάς του, το ίδιο του το χέρι, ένα θανάσιμο, όπως φοβήθηκε, πλήγμα, λίγα μόνο χιλιοστά πάνω απ’ το μήλο του Αδάμ, αλλά ευτυχώς η ταραχή του δεν του επέτρεψε να αφεθεί στο έλεος ενός τέτοιου υπερβολικού, για την ακρίβεια υποχονδριακού, φόβου, και η έγκαιρη χρήση εκ μέρους του μιας γενναίας ποσότητας καπνού, κατά την προσφιλή συνήθεια των ανθρώπων της γενιάς του να παρέχουν πρώτες βοήθειες στην περίπτωση κάποιου κοψίματος, μάλιστα στη δική του την περίπτωση δεν χρειάστηκε να χάσει καθόλου χρόνο για να σπάσει ένα, δυο ή περισσότερα τσιγάρα, γιατί αυτός κάπνιζε χρόνια πλέον καπνό και το μόνο που χρειάστηκε να κάνει ήταν ν’ ανοίξει τη δερμάτινη καπνοθήκη του, μία εξαιρετική καπνοθήκη χειροποίητη, κομμάτι μοναδικό, και να βάλει τον αντίχειρα, τον δείκτη και τον μέσο του δεξιού χεριού του μες στην καπνοθήκη και μέσα στον καπνό και να τους ενώσει και να τραβήξει έξω μια γενναία ποσότητα καπνού, ποτέ δεν ήταν τσιγκούνης, και να πιέσει τον καπνό πάνω στο κόψιμο, κι ύστερα ν’ αρχίσει να αναζητά στο φαρμακείο πρώτων βοηθειών του μπάνιου, όχι απαλλαγμένος εντελώς από το άγχος του θανάτου, έναν επίδεσμο και ένα λευκοπλάστ, ή έστω ένα ικανού μεγέθους τραυμαπλάστ, για να στερεώσει εκείνη τη γενναία ποσότητα καπνού πάνω στο μοιραίο κόψιμο, και να μην είναι αναγκασμένος να τον κρατά, τον καπνό, όλη την ώρα με το αριστερό του χέρι, μέχρι να σταματήσει η αιμορραγία, ώστε να μην εξελιχθεί σε ακατάσχετη κι ο ίδιος καταρρεύσει, πρώτα εξαντλημένος, ύστερα ημιλιπόθυμος, μετά αναίσθητος, για να καταλήξει τελικά, νεκρός, χωρίς να καταγραφεί ποτέ στα θύματα του φονικού σεισμού, αφού δεν θα τον βρουν καταπλακωμένο μέσα στα χαλάσματα της μονοκατοικίας του, η οποία δεν κατέρρευσε αλλά υπέστη μόνο κάποιες ελαφρές ρωγμές, ενώ θα διατρέχει και τον κίνδυνο να αναφέρεται στο εργοβιογραφικό του σημείωμα παγκοσμίως εις τον αιώνα τον άπαντα ότι άφησε την τελευταία του πνοή αβοήθητος, θύμα ενός γελοίου ατυχήματος στο μπάνιο του, και ήταν αυτή ακριβώς η ανατριχιαστική σκέψη που του έδωσε την τιτάνια δύναμη να λειτουργήσει ψύχραιμα και να καταφέρει τελικά, αν και με μεγάλο κόπο, να σταματήσει την αιμορραγία. Αυτή ήταν η μόνη φορά που κόπηκε στο ξύρισμα και θα τη θυμάται σ’ όλη του τη ζωή, γιατί όταν έρχεσαι τόσο κοντά στον θάνατο δεν το ξεχνάς μέχρι που να πεθάνεις.

 

Παρ’ όλα αυτά, ή ακριβώς γι’ αυτό, κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο με το ξυράφι αυτό θα ξυριστεί, και, αφού ξυριστεί, θα κάνει ένα γρήγορο μπάνιο με χλιαρό έως και δροσερό νερό, ανάλογα με την εποχή του χρόνου και την εξωτερική θερμοκρασία, γιατί είναι άνθρωπος σκληραγωγημένος, και γι’ αυτό ποτέ δεν αρρωσταίνει, και γι’ αυτό ποτέ δεν έχει αναγκαστεί να ακυρώσει το πρόγραμμα που έχει κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο, πάνω από δεκαπέντε χρόνια τώρα, θα κάνει, λοιπόν, το γρήγορο το μπάνιο του, θα σκουπιστεί καλά καλά, θα βάλει καθαρά εσώρουχα, δώρα σχεδόν όλα από συζύγους, πρώην, ερωμένες κι εραστές, θα φορέσει το πουκάμισο και το κουστούμι που έχει επιλέξει αποβραδίς, δηλαδή το βράδυ της Δευτέρας, της Τετάρτης ή της Παρασκευής, τη γραβάτα την έχει πρακτικά καταργήσει στις πρωινές εξόδους του, αν και διαθέτει μία μεγάλη συλλογή από γραβάτες, δώρα σχεδόν όλες από συζύγους, πρώην, ερωμένες κι εραστές, θα καλέσει στις 9 και 15 ακριβώς ένα ταξί, το ταξί θα έρθει στην ώρα του, και αυτός θα κατέβει στο κέντρο. Εκεί, από τις 10 το πρωί έως τις 3 ή ακόμα και 4 το μεσημέρι, θα κάνει την περιοδεία του σε κάποια βιβλιοπωλεία και καφέ, όπου θα δώσει το παρών, ανταλλάσσοντας χαιρετισμούς, χειραψίες και απόψεις περί μουσικής, εικαστικών τεχνών, φιλοσοφίας, γλώσσας, ποίησης, πεζογραφίας και πολιτικής. Αυτό είναι το πρόγραμμά του κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο.

 

Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή τα πρωινά δεν βγαίνει. Κάθεται στο γραφείο του, ακούει μουσική, διαβάζει, γράφει και μεταφράζει. Αλλά κι αυτά τα κάνει με πρόγραμμα, γιατί η δημιουργία δεν είναι θέμα ψυχικής διάθεσης και έμπνευσης θείας ή τυχαίας. Θέλει πρόγραμμα, απαιτεί ωράριο και κανόνες. Είναι πιο εξουθενωτική και από την πιο εξουθενωτική χειρωνακτική εργασία. Η δημιουργία είναι δουλεία! Αλυσοδέσμιος μία ολόκληρη ζωή ακούει μουσική, διαβάζει, γράφει και μεταφράζει. Περίτρανη και ατράνταχτη απόδειξη το έργο του. Ογκώδες! Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Και ποιο το όφελος; Ποιο το κέρδος; Φθόνος και απομόνωση! Εξοστρακισμός!

 

Και ο ταξιτζής να τον ρωτάει τώρα αν είναι καλά. Γιατί να είναι καλά; Επειδή τον αφήσανε πάλι απ’ έξω; Όχι, δεν είναι καλά! Αλλά τι να του πει του ταξιτζή και πού να καταλάβει ο ταξιτζής τον ψυχρό πόλεμο που του έχουνε κηρύξει; Θα ’ρθει μια ημέρα όμως που θα πάρει το αίμα του πίσω κι αυτός. Θα ’ρθει. Γιατί αυτός μπορεί θαυμάσια να συνταχθεί με όλες τις παρατάξεις![II] Είναι παντός καιρού αυτός!

 

 

 

________________________________________

 

[I] [Σ.τ.Ε.]: Εννοείται ο σεισμός της Πάρνηθας, γνωστός και ως «σεισμός της Αθήνας», ο οποίος έλαβε χώρα την Τρίτη 7 Σεπτεμβρίου 1999 και προκάλεσε περί τους 150 θανάτους. Το γεγονός ότι η ακριβής ώρα του σεισμού, συγκεκριμένα η 14:56:50 ώρα Ελλάδας, δεν συνάδει με τη συνήθη ώρα ξυρίσματος του συγγραφέα και μεταφραστή έχει διχάσει τους μελετητές. Ο ποιητής, συγγραφέας, μεταφραστής και κριτικός λογοτεχνίας Α.Γ.Κ. είναι πεπεισμένος ότι κατά την προ διαδικτύου εποχή, και την παντελή απουσία των σημερινών μέσων κοινωνικής δικτύωσης κατ’ επέκταση, ήταν αναπόφευκτη μια σοβαρή καθυστέρηση στο πρόγραμμα του συγγραφέα και μεταφραστή, στη διάθεση του οποίου την εποχή εκείνη υπήρχαν μόνο το ραδιόφωνο και ο ημερήσιος, πρωινός και απογευματινός, Τύπος. Ο Α.Γ.Κ. αποκλείει, παρεμπιπτόντως, την τηλεόραση ως μέσο ενημέρωσης του συγγραφέα και μεταφραστή, στηριζόμενος σε μία δήλωση του τελευταίου, σε προσωπική τους συνάντηση το καλοκαίρι του 2004, σύμφωνα με την οποία «η τελευταία φορά που […] [είδε] ελληνική τηλεόραση στη ζωή […] [του] ήταν στις βουλευτικές εκλογές του 1996». Η άποψη του Α.Γ.Κ. περί «καθυστέρησης» φαίνεται να είναι η επικρατέστερη, αν και διάφοροι μελετητές υποστηρίζουν ότι «το κόψιμο στο ξύρισμα» αποτελεί μία από τις πολλές φανταστικές ιστορίες του συγγραφέα και μεταφραστή.

 

[II] [Σ.τ.Ε.] Η φράση «μπορεί θαυμάσια να συνταχθεί με όλες τις παρατάξεις» θυμίζει εκ των πραγμάτων, σύμφωνα με τον Α.Γ.Κ., μία όχι ευρέως γνωστή επιστολή της Γαλάτειας Καζαντζάκη, η οποία δημοσιεύθηκε στην αριστερή εφημερίδα «Ελευθέρα Γνώμη» την 26η Ιουλίου 1936 και η οποία άρχιζε ως εξής: «Φίλε κ. Διευθυντά, Η “Ελευθέρα Γνώμη” προ ημερών εκριτικάρισε και εκαυτηρίασε μερικά φαινόμενα του εγωκεντρισμού της ελληνικής διανοήσεως, που κάνουν συχνά μερικούς λογοτέχνες, λακέδες του κεφαλαίου και της “αρχούσης τάξεως”». Η Γαλάτεια Καζαντζάκη έγραψε τη συγκεκριμένη επιστολή ως απάντηση σε ένα κείμενο του Νίκου Καζαντζάκη, το οποίο δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» της 20ης Ιουλίου 1936. Γράφει η Γαλάτεια Καζαντζάκη για τον Νίκο Καζαντζάκη μεταξύ άλλων στη συγκεκριμένη επιστολή: «Ο κ. Καζαντζάκης, καθώς βλέπετε, μπερδεύει και συσκοτίζει τα πάντα, γιατί δεν βρίσκεται “στον πρώτο βαθμό της μυήσεως”, όπου το καλό και το κακό είναι αμείλικτοι εχθροί, αλλά στον δεύτερο, όπου “το κακό και το καλό συνεργάζονται”, ή στον τρίτο βαθμό, όπου “το καλό και το κακό συνταυτίζονται”, όπως λέει. Τι καλό, τι κακό; Το ίδιο κάνει. Επομένως, τι αριστερισμός, τι φασισμός. Κι αφού είναι το ίδιο, γιατί ο κ. Καζαντζάκης θέλει να ’ναι με τους αριστερούς; Μπορεί περίφημα να είναι με όλα τα κόμματα». Ο Α.Γ.Κ. επιβεβαιώνει ότι ο συγγραφέας και μεταφραστής συνήθιζε στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους να χρησιμοποιεί τη φράση «Εγώ μπορώ θαυμάσια να συνταχθώ με όλες τις παρατάξεις», αλλά επισημαίνει ότι η φράση αυτή υποδήλωνε και υπογράμμιζε το υπερπαραταξιακό πνεύμα του συγγραφικού και μεταφραστικού έργου του. Ως εκ τούτου, ένας σοβαρός μελετητής δεν επιτρέπεται επί της ουσίας, σύμφωνα με τον Α.Γ.Κ., να συσχετίζει την αυτοπροσδιοριστική φράση του συγγραφέα και μεταφραστή με την ετεροπροσδιοριστική και επικριτική φράση της Γαλάτειας Καζαντάκη για τον Νίκο Καζαντζάκη «Μπορεί περίφημα να είναι με όλα τα κόμματα». Άλλωστε οι δύο φράσεις, σύμφωνα με τον Α.Γ.Κ., «διαφέρουν μεταξύ τους όσο η ημέρα από τη νύχτα».

 

 

 

μικρό ΠΕΖΟ #01 Το διήγημα του Αλέξανδρου Κυπριώτη «Παντός καιρού» δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 2014 στο πρώτο τεύχος του περιοδικού μικρό ΠΕΖΟ (η τέχνη του διηγήματος), που εκδίδεται από τις Εκδόσεις Χαραμάδα.

Ο Αλέξανδρος Κυπριώτης (1968) είναι μεταξύ άλλων μεταφραστής και συγγραφέας. Ως Αλέξανδρος Κ. άρχισε να δημοσιεύει για πρώτη φορά κείμενά του στη Logotexnia21 τον Δεκέμβριο του 2009. Διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί στα λογοτεχνικά περιοδικά (δε)κατα και ΝΗΣΙΔΕΣ, στην Εφημερίδα των Συντακτών, στο διαδικτυακό περιοδικό για το βιβλίο και τις τέχνες ο αναγνώστης, στο ηλεκτρονικό περιοδικό για το βιβλίο και τον πολιτισμό diastixo.gr και  στο ηλεκτρονικό περιοδικό για την ποίηση poema. Από τις εκδόσεις Ίνδικτος κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 2013 το πρώτο του βιβλίο, με τον τίτλο Μ' ένα καλά ακονισμένο μαχαίρι. Ιστορίες ανθρώπων.

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails