Heinrich Böll, Η χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ


[...] 

Την Παρασκευή στις εννιάμισι το πρωί, μόλις κάθισε βαρύς να πιει τον καφέ του, η Τρούντε του έδωσε την εφημερίδα Η ΕΦΗΜΕΡΙΣ. Η Καταρίνα φιγουράριζε στην πρώτη σελίδα. Πελώρια φωτογραφία, πελώρια τυπογραφικά στοιχεία. Η ΕΡΩΜΕΝΗ ΤΟΥ ΛΗΣΤΗ, ΚΑΤΑΡΙΝΑ ΜΠΛΟΥΜ, ΑΡΝΕΙΤΑΙ ΝΑ ΜΙΛΗΣΕΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΤΗΣ. Ο επικηρυγμένος δολοφόνος Λούντβιχ Γκαίτεν, που η αστυνομία τον καταζητεί εδώ και ενάμισι χρόνο, θα είχε συλληφθεί χθες, αν η ερωμένη του, η υπηρέτρια Καταρίνα Μπλουμ, δε φρόντιζε να σβήσει τα ίχνη του καλύπτοντας τη φυγή του. Η αστυνομία έχει βάσιμες υπόνοιες ότι η Καταρίνα Μπλουμ είναι ανεμεμειγμένη στη συνωμοσία από τίνος χρόνου. (Περισσότερες λεπτομέρειες στο ρεπορτάζ της τελευταίας σελίδας, με τίτλο: ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΕΙΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ.)

-Εκεί, στην τελευταία σελίδα, ο Μπλόρνα είδε εντελώς διαστρεβλωμένα τα όσα είπε στο συντάκτη ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ. Το «πανέξυπνη και ψύχραιμη» είχε γίνει: «ψυχρή και υπολογίστρια», -και η άποψή του για το έγκλημα γενικά, παρουσιαζόταν εξειδικευμένη: «είναι απόλυτα ικανή για έγκλημα».

-Ο πάστορας τον Γκέμελσμπροϊχ μας είπε: «Και βέβαια το πιστεύω! Ο πατέρας της ήταν κρυπτοκομμουνιστής, και η μάνα της, που την είχα κάποτε παραδουλεύτρα από οίκτο, έκλεβε το κρασί της Θείας Ευχαριστίας κι έκανε όργια με τους αγαπητικούς της μέσα στο ιεροφυλάκιο!»


-Η Καταρίνα Μπλουμ δεχόταν τακτικά εδώ και δύο χρόνια μυστηριώδεις επισκέπτες. Τι ήταν το σπίτι της; Γιάφκα των συνωμοτών; Στρατηγείο; Κέντρο διακινήσεως όπλων; Πού ξανακούστηκε εικοσιεφτάχρονη υπηρέτρια με ιδιόκτητο διαμέρισμα, που η αξία του υπολογίζεται γύρω στις εκατόν δέκα χιλιάδες μάρκα; Μήπως πήρε μερίδιο από τη ληστεία της τραπέζης; Η αστυνομία συνεχίζει τις ανακρίσεις. Η εισαγγελία εργάζεται επί εικοσιτετραώρου βάσεως. Περισσότερα στοιχεία αύριο.


Η ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΑ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ! Μη χάσετε την ιστορία της Καταρίνα Μπλουμ στην αυριανή σαββατιάτικη έκδοση!


[...]

«Ναι. Έχετε δίκιο. Δεν το ’χα σκεφτεί ποτέ, αλλά καμιά φορά έμπαινα στ’ αμάξι κι έφευγα, έτσι, χωρίς λόγο, χωρίς προορισμό. Συνήθως όταν έβρεχε, ή τα βράδια, μετά τη δουλειά, που ήμουν μόνη. Μερικές φορές, όταν δεν πήγαινα στους Χίπερτς ή σε έκτακτη δουλειά, γύριζα σπίτι μου απ’ τις πέντε, και δεν είχα τί να κάνω. Στην Έλση δεν μπορούσα να πηγαίνω όλη την ώρα, προπάντων από τον καιρό που συνδέθηκε με τον Κόνραντ Μπάϊτερς, κι ο κινηματογράφος δεν είναι πάντα ασφαλής για τις ασυνόδευτες γυναίκες. Έμπαινα πού και πού να καθίσω στην εκκλησία, όχι για θρησκευτικούς λόγους, αλλά επειδή έχει ησυχία, όμως και στην εκκλησία όλο και κάποιοι θα σ’ ενοχλήσουν, κληρικοί και λαϊκοί. Βέβαια, έχω φίλους, αλλά είναι πολύ δύσκολο, κάποτε και οδυνηρό, να πηγαίνεις παντού μόνος και να δέχεσαι αυτόματα, ή μάλλον άνευ όρων, κάθε πρόταση που θα σου γίνει. Έμπαινα λοιπόν στο αυτοκίνητο, άνοιγα το ραδιόφωνο και ξεκινούσα, διάλεγα πάντα εξοχικούς δρόμους, πάντα με βροχή, μ’ άρεσαν πολύ οι δεντροστοιχίες. Οδηγούσα για κάμποσες ώρες, ώσπου να γυρίσω σπίτι ψόφια στην κούραση κατά τις εννιά, τις δέκα, ακόμη και τις έντεκα. Ίσως να το ’κανα κι από φόβο. Ξέρω τόσες γυναίκες που μεθούν τα βράδια μόνες μπροστά στην τηλεόραση!»


[...]

Ούτε η Έλζε ούτε ο Κόνραντ παραξενεύτηκαν, και βέβαια δε δοκίμασαν να επέμβουν, όταν είδαν την Καταρίνα ν’ ανοίγει το μπαράκι του σαλονιού και να βγάζει τα μπουκάλια, σέρρυ, ουίσκι, κόκκινο κρασί, και μια καράφα μισογεμάτη με σιρόπι κεράσι, να τα εκσφενδονίζει στους πεντακάθαρους τοίχους, σχεδόν απαθής, κι ο τόπος να γεμίζει ζουμιά και θρύψαλα.


Το ίδιο έκανε και στην κουζινίτσα της, χρησιμοποιώντας για τον ίδιο σκοπό μπουκάλια με κέτσαπ, κρέμα για σαλάτες, ξίδι και Γούστερ Σως, στο μπάνιο με βαζάκια και σωληνάρια κρέμας, με πούδρες, ταλκ και αφρόλουτρα, στην κρεβατοκάμαρα μ’ ένα μπουκάλι κολόνια, κι όλα αυτά έγιναν μεθοδικά, χωρίς καμιά ταραχή, κι η Καταρίνα έμοιαζε τόσο αποφασισμένη και πειστική, που ούτε η Έλση ούτε ο Κόνραντ τόλμησαν να τη σταματήσουν. 


[...]

“Σε  κάνα δυο λεπτά χτύπησε το κουδούνι, άνοιξα την πόρτα και τον είδα, αλλά δεν τον περίμενα, νόμιζα πως είχε χτυπήσει από κάτω, και πως θα κέρδιζα άλλα δυο λεπτά, αλλά εκείνος είχε ανέβει ήδη, και τον είδα μπροστά μου και τρόμαξα. Μου λέει τότε: «Λοιπόν, τι γίνεται! Τί θα κάνουμε τα δυο μας;» Εγώ δεν έβγαλα μιλιά, μόνο οπισθοχώρησα και μπήκα στο σαλόνι, κι εκείνος με πλησιάζει και μου ξαναλέει: «Τι φοβάσαι, πουλάκι μου; Έλα να τη βρούμε!» Λοιπόν, στο μεταξύ είχα φτάσει στην τσάντα μου, και καθώς έκανε να μ’ αρπάξει, σκέφτηκα: «Να τη βρούμε, ε; Από μένα θα τη βρεις!» και τράβηξα το πιστόλι και τον πυροβόλησα αμέσως. Δυο φορές, τρεις, τέσσερις. Ούτε ξέρω πια πόσες. Άκου «να τη βρούμε»! Φυσικά, δεν το περίμενε, και με κοίταξε σαστισμένος άλλο μισό δευτερόλεπτο περίπου, όπως στο σινεμά. Έπειτα σωριάστηκε κάτω, νομίζω νεκρός. Πέταξα δίπλα του το περίστροφο και βγήκα, κατέβηκα και γύρισα στο μπαρ, ούτε μισή ώρα δεν είχα λείψει.”


[...]





Τα παραπάνω αποσπάσματα είναι από τη θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος του Χάινριχ Μπελ (1917-1985) που παίζεται από τον Οκτώβριο του 2017 στο Studio Μαυρομιχάλη σε σκηνοθεσία Φώτη Μακρή, τιμώντας την επέτειο των 100 χρόνων από τη γέννηση του Νομπελίστα συγγραφέα.


Συντελεστές

Κείμενο παράστασης: Όλος ο θίασος

Σκηνοθεσία: Φώτης Μακρής

Σκηνικά – Κοστούμια: Διονύσης Μανουσάκης

Φωτισμοί: Στέφανος Κοπανάκης

Παίζουν: Στέλλα Κρούσκα, Βαγγέλης Στρατηγάκος, Κλεοπάτρα Τολόγκου και Μενέλαος Χαζαράκης


Δείτε το trailer της παράστασης





Διαβάστε στη βιβλιοnet ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα για τον Χάινριχ Μπελ και δείτε ποια έργα του κυκλοφορούν στα Ελληνικά.



Αλέξανδρος Κ., Φιλαναγνωσία

Foto by Zsuzsa N. K.


Να μου διαβάζεις θέλω.

Μπέρνχαρντ,

Γουίντερσον,

Μαρίας,

Μπάχμαν,

Φρις,

Καμύ,

Μπασδέκη,

Μαριβίκυ,

Σπορτ Nτέυ.

Ό,τι θες εσύ.




Το παραπάνω ποίημα δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 2016 στην Τεθλασμένη Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Bibliothèque. O Αλέξανδρος Κυπριώτης είναι συγγραφέας και μεταφραστής. Άρχισε να δημοσιεύει κείμενα στο blog Logotexnia21 ως Αλέξανδρος Κ. τον Δεκέμβριο του 2009. Το 2013 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ίνδικτος το πρώτο του βιβλίο με τίτλο Μ' ένα καλό ακονισμένο μαχαίρι. Ιστορίες ανθρώπων. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο.

Hans Fallada, Χόρεψε ακόμα και η Ζούζε

30b94159b8ca8602aeeba7095b1481b7dc2f2e28

[Προς την αδελφή Ελίζαμπετ Χέριγκ και προς τον γαμπρό Χάινς]


Κάρβιτς, 28 Δεκεμβρίου 1938

Ταχυδρομείο Φέλντμπεργκ/Μέκλ.


Αγαπητή Ίμπετ, αγαπητέ Χάινς,


λοιπόν, τώρα θα έχουν περάσει οι γιορτές, τα τραπέζια με τα δώρα έχουν μαζευτεί, τα βιβλία –μερικώς- έχουν ταξινομηθεί, από την άλλη μεριά έχουν στοιβαχτεί σε μια άκρη και η παλιά ζωή μπορεί να ξεκινήσει. Καθετί, όπως πάντα τον καιρό πριν το Νέο Έτος, είναι αφιερωμένο στο σιγύρισμα και στο ξεκαθάρισμα για να μπορώ την πρώτη ημέρα του Νέου Έτους να εργαστώ λίγο άνευ χρεών. Αυτήν την φορά έρχεται λοιπόν το μικρό μου μεγάλο εύθυμο διήγημα [«μικρός άντρας, μεγάλος άντρας – όλα αντεστραμμένα»] … Χαίρομαι και μόνο ελαφρώς με πιάνει κρύος ιδρώτας, όταν σκέφτομαι, τι έχω να διεκπεραιώσω για την αγαπητή εφορία…


Εξάλλου η γιορτή ήταν πραγματικά χαριτωμένη. Μόνο η γιαγιά από το Αμβούργο ήταν εδώ ως καλεσμένη, ήμασταν λοιπόν εντελώς μεταξύ μας. Τα παιδιά, εκ των οποίων το Κουνούπι για πρώτη φορά επιτρεπόταν να σηκωθεί για το μοίρασμα των δώρων, ήταν πολύ χαριτωμένα, με μεγάλα απαστράπτοντα μάτια και πλήρως ευτυχισμένα.


(Ο Ούλι συναρμολογεί πολύ έξυπνα τo τρενάκι! Αυτό ήταν το σωστό!) τα κορίτσια πολύ ευτυχισμένα, ιδιαίτερα η Φρίντελ μας, η οποία ανοίγεται όλο και περισσότερο και γίνεται όλο και πιο επιδέξια. Ο θείος Ρέντερ κρατιέται ικανοποιητικά, αξιοπρεπής και λίγο σαστισμένος. Έπειτα υπήρχε, μετά το βραδινό φαγητό, με τα παιδιά να έχουν κοιμηθεί, λίγο σαμπάνια, μόνο τόσο, ίσα που να κάνουν όλοι κέφι, μπήκανε δίσκοι με χορευτικά και χόρεψε ακόμα και η Ζούζε, ακόμα και η ηλικιωμένη γιαγιά, ακόμα και ο σαστισμένος θείος Ρέντερ με την διευθύντρια και μόνο εγώ όχι. Αλλά αυτό ήταν αρκετά καλά! Λοιπόν όχι Χριστούγεννα κατά το παλιό στυλ των Ντύτσεν, αλλά πολύ ικανοποιητικά Χριστούγεννα!


Η Ζούζε έλαβε μία πραγματικά θαυμάσια ακουαμαρίνα σε αλυσίδα, ένα εκλεκτό κομμάτι. Της ταιριάζει υπέροχα εκείνης. Είναι όμως να το φοράει κανείς μόνο σε επίσημες περιστάσεις. Και εγώ μόνο βιβλία επί βιβλίων. Δεν τα μέτρησα, ήταν όμως περίπου 130 τεμάχια. Κυρίως άπαντα γερμανών συγγραφέων. Από την Ζούζε. Και έπειτα ο διευθυντής Κίλππερ από την Στουτγκάρδη μου δώρισε πολλά από τον εκδοτικό του και έπειτα ένας Βερολινέζος εκδότης, ο οποίος επίσης κοιτάει να με ψαρέψει, πολλά από τα δικά του. Και γενικώς… Και έπειτα οι δίσκοι του Μπετόβεν, τους οποίους σιγά σιγά γνωρίζουμε, η δεύτερη και η τρίτη περίοδος μας φαίνονται ιδιαίτερα όμορφες.


Αγαπητή Ίμπετ, μας έδωσες, όπως πάντα, όντως μεγάλη χαρά. Η φωτογραφία σου από την Φρήντριχστατ είναι σπουδαία και εμείς ευχαρίστως αυτό το εκλαμβάνουμε ως οιωνό για το 1939. Και όπως είπαμε, ο Ούλι είναι ευτυχισμένος με το τρενάκι και το Κουνουπάκι χαίρεται με το εικονογραφημένο βιβλίο της. Και το γαμήλιο άσμα είναι πραγματικά χαριτωμένο και δυνατό, το πρόσθεσα στις οικογενειακές αναμνήσεις. […]


Χρόνια Πολλά για το Νέο Έτος, τους πιο εγκάρδιους χαιρετισμούς μου, ευχαριστώ πολύ



Ο δικός σας Καρβιτσαίος


Ελπίζουμε ότι και τα δύο πακέτα έφτασαν καλά. Πείτε στη μαμά παρακαλώ ότι θα της γράψω την ημέρα της Πρωτοχρονιάς ή λίγο μετά ακόμη μία φορά πολύ σύντομα.




Μετάφραση από τα Γερμανικά: Σούλα Ζαχαροπούλου






Το παραπάνω γράμμα του Χανς Φάλλαντα συμπεριλαμβάνεται –όπως και τα δύο προηγούμενα που φιλοξένησε το logotexnia21- στο βιβλίο του «Weihnachtsmann –was nun?», μία συλλογή από ιστορίες, αναμνήσεις και γράμματα για τα Χριστούγεννα.

Στο βιβλίο διαφαίνεται η νοσταλγία του συγγραφέα για τις γιορτές των παιδικών του χρόνων, η ανησυχία του να «τακτοποιήσει» όλες τις χριστουγεννιάτικες υποχρεώσεις του αλλά και η επιθυμία του το Νέο Έτος να αποτελεί σταθμό για κάτι νέο, για μία καινούρια αρχή.


Σούλα Ζαχαροπούλου

Σήλικα Ρηγοπούλου, Μαθήματα οικιακής οικονομίας

Photo by Nan Goldin, The Beautiful Smile

ΜΟΥΛΤΙ

 

Μικροσυσκευή πολλαπλών χρήσεων

και άμεσων αποτελεσμάτων.

 

Μετατρέπει, συγχωνεύει

-συστατικά, προσδοκίες, προθέσεις-

Εξοικονομεί χρόνο

-με συμπυκνωμένο, παχύρευστο τρόπο-

 

Και  τι να τον κάνω τον κερδισμένο χρόνο;

Πού να βρουν τόπο επαγγελίας

οι καταθέσεις, οι ομολογίες μου...

 

Χρόνια καλή πελάτισσα, ευνοϊκή μεταχείριση δεν είδα:

ούτε λείανση ρυτίδων, ούτε ανόρθωση ηθικού,

ούτε ένας μήνας παρόν δωρεάν,

ούτε μια μέρα ο νους λευκός κι ατάραχος!

Τίποτα.

 

Μόνο θορυβώδης ενηλικίωση σε τρεις ταχύτητες:

αργή, άμεση, βαθύτατη δολιοφθορά!                    

 

Άχρηστο πράγμα η βιασύνη, σαν τις ενοχές…

 

 

 

ΞΕΣΚΟΝΙΣΜΑ

 

Όταν βρέχει δε βγαίνω έξω.

Διαχειρίζομαι εσωτερικές υποθέσεις.

 

Με την υγρασία η σκόνη κατακάθεται.

Δεν κορδώνεται στο φως, δεν περηφανεύεται,

δεν πανηγυρίζει.

Την εντοπίζω στο ξύλο, το χαρτί, το γυαλί.

Παραδίνεται αμαχητί,

υποτάσσεται με όλους τους κόκκους της.

 

Λίγο πριν εξαφανιστεί

σχεδιάζω πάνω της το ιδεόγραμμα

του βασιλεύοντος ηλίου:

δίνω αξιοπρέπεια στην αποχώρηση,

νόημα στον αφανισμό.

 

 

 

 



Τα παραπάνω ποιήματα είναι από την πρώτη προσωπική ποιητική συλλογή της Σήλικας Ρηγοπούλου Μαθήματα οικιακής οικονομίας, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μελάνι. 

Η Σήλικα Ρηγοπούλου γεννήθηκε στη Στουτγκάρδη και ζει στην Αθήνα. Έχει σπουδάσει Θέατρο, Γερμανική Φιλολογία και είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στον τομέα Μετάφρασης-Μεταφρασεολογίας. Είναι καθηγήτρια Γερμανικής Γλώσσας στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και μεταφράστρια.

Το 2011 συμμετείχε με ποιήματά της, μαζί με άλλους 8 ποιητές και ποιήτριες, στο Ένα βιβλίο ποίησης (εκδόσεις Γαβριηλίδης).



LinkWithin

Related Posts with Thumbnails