Κωνσταντίνος Βλαχογιάννης, Είδωλα

Το είδωλο

Photo by Iannis Kalogeropoulos
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
[...]
 
Μια άλλη στιγμή τον βρίσκουμε μόνο του στο σπίτι, πέρα από τους θορύβους και τις αναθυμιάσεις του κόσμου. Η υπερδιέγερση κι ο ενθουσιασμός έχουν δώσει τη σκυτάλη σε μια εξαντλητική θλίψη. Τον βλέπουμε να στέκεται μπροστά από τον καθρέφτη και να κοιτάζει το πρόσωπό του. Ο ανήσυχος μαγνητισμός μπροστά στην αντανάκλαση της εικόνας του δεν καταδεικνύει μόνο τον γνωστό ναρκισσισμό του ή ένα αίσθημα αυτοθαυμασμού –είσαι ερωτευμένος με τη σκέψη σου, αυτά τα λόγια έχουν εντυπωθεί στη μνήμη, τα λόγια της–, αλλά υπαινίσσεται μια περιφρόνηση του εγώ, μια αντινομική σχέση με τον εαυτό του. Εγωιστής, εγωπαθής, εγωστρεφής, δεν έχει σημασία. Το ουσιώδες είναι ότι ως εσωτερικότητα, ο εαυτός αποτελεί καταφύγιο, αλλά ταυτόχρονα και μια φυλακή από την οποία αδυνατεί να αποδράσει. Ενώπιον εαυτού κρίνεται ένοχος και για αυτό το λόγο εντειχίζεται εντός του. Πόσο τραγική μα συνάμα γελοία φαντάζει αυτή η συνθήκη, σύμφωνη ωστόσο με την ευτραπελία της ζωής! Για όσα του συμβαίνουν εκείνος έχει την ευθύνη, αυτό είναι μια αυταπόδειχτη αλήθεια. Είναι ένα παράξενο κράμα ανθρώπου αυτός ο πνευματικός δανδής: ιδεολόγος μα ταυτόχρονα αμοραλιστής, από τη μία δημιουργικός, από την άλλη καταστροφικός, συναισθηματικά ψυχρός αλλά και ψυχρά ελκυστικός. Αν η ζωή του ήταν ένα βιβλίο, αυτός θα ήταν ο πιο ποταπός του αναγνώστης. Στα βιβλία όμως ό,τι γράφεται, ακυρώνεται, ξεγράφεται. Σε τελική ανάλυση ένας συγγραφέας μπορεί να πετάξει στα σκουπίδια κάτι που δεν του αρέσει ή δεν του φαίνεται τελειοποιημένο. Στη ζωή δε συμβαίνει το ίδιο: ό,τι ζει κανείς δεν υπάρχει τρόπος να το διορθώσει, να το εξαγνίσει ή να το πετάξει. Θα ήθελε πολύ να σβήσει τα κακώς κείμενα, να επαναδιατυπώσει, να επανασχεδιάσει το κεφάλαιο που αφορά στην Αρετή. Η αγάπη του για αυτή τη γυναίκα είναι όλα αυτά τα σκορπίσματα στο χώρο και το χρόνο: δρόμοι και σπίτια, γέλια και σιωπές, κραυγές και στεναγμοί, στάσεις κι αποστάσεις, διαχύσεις και συμπλοκές. Φαντάζεται το πρόσωπό της και αρνείται να δεχτεί πως αυτό το πρόσωπο θα θολώσει σιγά-σιγά στη μνήμη. Και η μνήμη, σκέφτεται, δεν είναι οπτική ιδιότητα, όσο κι αν μερικές φορές ξεγελιέται και νομίζει ότι ακόμα βλέπει κάτι που δεν είναι μπροστά στα μάτια του, κάτι που του παρουσιάζεται τυλιγμένο σε μια αχλή, σαν τη θαμπή μορφή της νοσταλγίας του ενίοτε.
    Ο έρωτάς μου πάει σκυφτός… –τον βλέπουμε μπροστά από τον υπολογιστή να γράφει. Σκουντουφλάει όπως ο θύτης μετά το φόνο. Κι ο έρωτάς του αδυνατεί να δεχτεί πως ίσως κάποια στιγμή δυσκολευτεί να θυμηθεί το σώμα της ή τα σημάδια που αποδεικνύουν την ταυτότητά της, καθώς ο χρόνος ρέει ασταμάτητα κι όλα οδεύουν σταθερά προς τον οριστικό αφανισμό τους. Καθώς όλα περνούν και χάνονται δίχως να αφήνουν ίχνη.
    Πριν το παρελθόν γίνει παρελθόν, θυμάται να της ψιθυρίζει στο αυτί λόγια μουσικά, λέξεις αρθρωμένες στη δική του γλώσσα: Χωρίς παίδεμα δεν πας πουθενά, ούτε μέσα σου (αυτό ήταν το φραγμέντο του). Το να μπαίνεις στον κόπο να σκύβεις πάνω από την ύπαρξη του άλλου, το να προσπαθείς να του κάνεις πιο ανάλαφρη την πτώση, να του δημιουργήσεις μια ψευδαίσθηση, έστω, ελαφρότητας απέναντι στην αμείλικτη βαρυτική έλξη, δεν είναι κάτι απλό, ούτε κι εύκολο, καθότι ο καθένας ήδη κουβαλά το βάρος της δικής του ύπαρξης. Του άρεσε να διαβάζει την εκστατική προσήλωση στη λάμψη των ματιών της. Η αφοσίωση απαιτεί μόχθο, απαιτεί υπομονή και παίδεμα. Όμως τίποτα δε γνωρίζεις πραγματικά αν δεν κοιτάς το βάθος, το βάραθρο, την άβυσσο της ύπαρξης που ριγεί δίπλα σου ακριβώς όπως κοιτάς ή σα να κοιτάς τη δική σου. Ο εαυτός είναι η μόνη πραγματικότητα εν τέλει. Ωστόσο, τελείως ιδεοληπτικά, μπορείς να ταυτιστείς τόσο με κάποιον έτσι ώστε να γίνετε ένα είδος μυθικού τέρατος, μια χίμαιρα έξω από τον χρόνο, μια χρυσή βροχή στο τίποτα.
    Όταν σταμάτησε να μιλά, εκείνη άρχισε να περιπλανιέται με τα νύχια της στο στήθος και την κοιλιά του κι αυτός ένιωθε σιγά-σιγά τον χρόνο να λιώνει, να γίνεται μια μάζα ρευστή, λάβα που έρεε στο κορμί του σαν το πυρακτωμένο της χάδι, σχηματίζοντας νοερά στο δέρμα σχήματα και κύκλους φανταστικούς, στο φλογερό κέντρο των οποίων κατέληξαν αναπόφευκτα τα δάκτυλά της και τότε, ναι, άκουσε στο σκοτάδι το αχνό και περιπαιχτικό της γέλιο πριν σκύψει για να αντλήσει με το στόμα της αργά τον πόθο του, πριν νιώσει αίφνης την ανάσα του να κόβεται και την πραγματικότητα να εκρήγνυται σα βεγγαλικό μες στο κεφάλι του.
    Χωρίς παίδεμα δεν πας πουθενά ούτε μέσα σου, –του υπενθύμιζε στιγμές τα δικά του λόγια– ωστόσο o σατανισμός του οξύμωρου τον περιγέλασε καθώς αποδείχτηκε πως εκείνος δεν παιδεύτηκε καθόλου. Το όμορφο παρουσιαστικό του, η εγωκεντρική του οξύνοια, η υπερβολική του αυτοπεποίθηση καθώς και μια ενδόμυχη ροπή προς το απαγορευμένο προκαλούσαν συνεχώς την ηδονοθήρα φύση του να εκφραστεί. Ασκούσε μια μαγνητική έλξη στις φιλομαθείς φοιτήτριές του, κυρίως σε αυτές που είχαν λυγερή κορμοστασιά και αφελείς σκέψεις, οι οποίες, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια από μεριάς του, παρουσιάζονταν σχεδόν πάντα πρόθυμες να προσφέρουν τη σφριγηλή τους σάρκα για τις οχείες μιας νύχτας.
    Προσπαθώντας να ερμηνεύσει τη στάση του, ο ανήσυχος νους του καθηγητή αναζητεί ένα ηθικό –τουλάχιστον θεωρητικά– υπόβαθρο. Και καθώς το γράψιμο τον βοηθά να «τακτοποιεί» τις σκέψεις του, στο προσωπικό του σημειωματάριο κάνει λόγο για τον «ρομαντικό ιδεαλισμό», μια έννοια που ο ίδιος έχει εφεύρει. Το παν για τον ρομαντικό ιδεαλισμό είναι η μονογαμία, τονίζει. Η ιδέα, αυτή καθ’ αυτή, που πραγματεύεται ωστόσο αφορά στην έλλειψη. Η ουσία της απιστίας είναι η μυστικοπάθεια, διότι η απιστία γίνεται εν κρυπτώ, είναι λάθρα, ηθικά επιλήψιμη, «παράνομη». Σε κάποιο άλλο σημείο αναφέρει πως η κυρίαρχη αντίληψη για την απιστία είναι λανθασμένη. Δεν ψάχνει κανείς κάποιον άλλον επειδή θέλει να φύγει από τον/την σύντροφό του. Το κάνει επειδή θέλει να φύγει από το άτομο που έχει γίνει αυτός. Δεν είναι ότι επιθυμεί να βρει κάποιον άλλον. Απλώς επιθυμεί να βρει έναν άλλον εαυτό. Η αντίληψη αυτή έχει παγιωθεί σε πολλές σχέσεις. Ορισμένοι, όπως ο υποφαινόμενος, προσπαθούν να συνδυάσουν δυο ειδών αξίες. Σε μια σχέση επιθυμούν να έχουν τόσο την άγκυρα όσο και τα κύματα, τόσο τη σταθερότητα και την ασφάλεια όσο και την ελευθερία και την αυτονομία. Αυτό όμως είναι το δύσκολο πάντρεμα: το να νιώθεις ότι ανήκεις κάπου και ταυτόχρονα ότι είσαι ελεύθερος. Παρά, λοιπόν, την όποια του ροπή προς το μεγαλόπνοο και την αλήθεια, η θητεία του στη σχολή της ματαιοδοξίας και της υποκρισίας ήταν η απαραίτητη προϋπόθεση για να ανακαλύψει νέες συγκινήσεις. Δυστυχώς όμως το ψέμα έχει κοντά ποδάρια. Και από την άλλη πόσο καιρό μπορεί να ζει κανείς σχισματικά και λαθραία;
 
[...]
 
 
 
Το παραπάνω απόσπασμα είναι από τη νουβέλα «Το είδωλο», η οποία ανοίγει το βιβλίο του Κωνσταντίνου Βλαχογιάννη Είδωλα, που κυκλοφόρησε το 2021 από τις εκδόσεις περικείμενο βιβλία και περιλαμβάνει επίσης τα διηγήματα «Ρωγμές», «Ομοιώματα» και «Θαμπός καθρέπτης».
Ο Κωνσταντίνος Βλαχογιάννης γεννήθηκε το 1975 στην Αθήνα και ζει στον Πειραιά. Σπούδασε Γερμανική Γλώσσα και Φιλολογία στο ΕΚΠΑ. Έχει επίσης συγγράψει το πόνημα Το μαμούθ και ο αναβάτης. Δομική ανάλυση της γερμανικής γλώσσας για ελληνόφωνους μελετητές (περικείμενο, 2021) και είναι ιδρυτής του Πρότυπου Κέντρου Γερμανικής Γλώσσας Ich liebe Deutsch! Τα πρώτα του λογοτεχνικά έργα Ξεπλένοντας και Άυπνος κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Τυφλόμυγα το 2008 και 2011 αντίστοιχα.
Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου αναφέρεται:  
Μια νουβέλα και τέσσερα διηγήματα για τα σπασμένα κάτοπτρα και τους θολούς αντικατοπτρισμούς.
Για τις αδιόρατες μάσκες, τις ραμμένες από την κρυφή βελόνα της απελπισίας.
Για τις μοναχικές περιδιαβάσεις στα πεζοδρόμια της θλίψης και της πόλης.
Για τη σχεδόν ανεπαίσθητη αλλά βίαιη έκφραση περιφρόνησης ενάντια στον ίδιο μας τον εαυτό ή ενάντια σε όλα αυτά που αποτελούν την πραγματικότητά μας.
Για την αμφίσημη μορφή του ανθρώπου που υπήρξαμε και που βρίσκεται πλέον σε άπειρη απόσταση μακριά μας.
Για τις στατικές εικόνες των ειδώλων μας, τα σύμβολα της αδυναμίας μας.
Διαβάστε την κριτική του Γιάννη Δρούγου για τα Είδωλα στο into my books... 
Η logotexnia21 ευχαριστεί θερμά τον Γιάννη Καλογερόπουλο για την παραχώρηση της φωτογραφίας που κοσμεί την ανάρτηση.

Georg Büchner, Πένα και νυστέρι

 




 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
21. Στη μνηστή του, Μίνα 
[Γκίσεν, γύρω στις 9-12 Μαρτίου 1834.]
 
Εδώ δεν έχει βουνά με ελεύθερη θέα. Λόφοι πίσω από λόφους και φαρδιές κοιλάδες, μια κούφια μετριότητα στα πάντα· δεν μπορώ να συνηθίσω αυτή τη φύση, και η πόλη είναι ανυπόφορη. Είναι άνοιξη σ’ εμάς, μπορώ να αντικαθιστώ το μπουκέτο σου με τις βιολέτες εσαεί, είναι αθάνατο όπως ο Λάμα. Μικρό μου, τι κάνει λοιπόν η καλή πόλη του Στρασβούργου; συμβαίνουν τόσα πράγματα εκεί και εσύ δεν λες λέξη γι’ αυτά. Je baise les petites mains, en goûtant les souvenirs doux de Strasbourg. – 
     “Prouve-moi que tu m’aimes encore beaucoup en me donnant bientôt des nouvelles”. Κι εγώ σε άφησα να περιμένεις! Τις τελευταίες μέρες παίρνω συνέχεια την πένα στο χέρι, αλλά δεν μπόρεσα να γράψω ούτε λέξη. Μελέτησα την ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης. Ένιωσα συντετριμμένος από το φρικτό φαταλισμό της ιστορίας. Βλέπω στην ανθρώπινη φύση μια αποκρουστική ομοιότητα, μια αδυσώπητη βία στην ανθρώπινη κατάσταση, μοιρασμένη σε όλους και σε κανέναν. Το άτομο αφρός στο κύμα μόνο, το μεγαλείο μια απλή σύμπτωση, η κυριαρχία της ιδιοφυΐας ένα κουκλοθέατρο, μια γελοία πάλη εναντίον ενός ατσάλινου νόμου, να τον αναγνωρίσεις αυτόν το νόμο είναι το υπέρτατο επίτευγμα, να τον εξουσιάσεις αδύνατον. Δεν προτίθεμαι πια να σκύβω το κεφάλι μπροστά στα άλογα των παρελάσεων και στους πυλώνες της ιστορίας. Έμαθα τα μάτια μου στο αίμα. Μα δεν είμαι λεπίδα γκιλοτίνας εγώ. Το πρέπει είναι μια από τις κατάρες με τις οποίες βαφτίστηκε ο άνθρωπος. Η φράση: Οι ταραχές αναγκαστικά θα έρθουν, μα αλίμονο σ’ αυτόν που θα τις φέρει, − είναι ανατριχιαστική. Τι είναι αυτό μέσα μας που ψεύδεται, που δολοφονεί, που κλέβει; Δεν θέλω να συνεχίσω τούτη τη σκέψη. Να μπορούσα να ακουμπήσω μόνο αυτήν την κρύα και βασανισμένη καρδιά στο στήθος σου! Ο Μπ. θα σε έχει καθησυχάσει για την κατάστασή μου, του έγραψα. Καταριέμαι την υγεία μου. Ψηνόμουν, ο πυρετός με σκέπαζε με φιλιά και μ’ αγκάλιαζε σαν μπράτσο ερωμένης. Το σκοτάδι έπεφτε πάνω μου σαν σύννεφο, η καρδιά μου φούσκωνε από απέραντη νοσταλγία, αστέρια έσκιζαν τη σκοτεινιά, και χέρια και χείλη έσκυβαν από πάνω μου. Και τώρα; Και γενικότερα; Δεν νιώθω ούτε στιγμή την ηδονή του πόνου και της λαχτάρας. Από τότε που πέρασα τη γέφυρα του Ρήνου είμαι διαλυμένος, δεν βγαίνει κανένα συναίσθημα από μέσα μου. Είμαι ένα αυτόματο· μου έχουν πάρει την ψυχή. Το Πάσχα είναι πλέον η μοναδική μου παρηγοριά· στο Λαντάου έχω συγγενείς, την πρόσκλησή τους και την άδεια να τους επισκεφτώ. Έχω κάνει το ταξίδι χιλιάδες φορές πια και δεν θα κουραστώ. – Με ρωτάς: με λαχτάρησες; Το λες λαχτάρα εσύ όταν ένας άνθρωπος μπορεί να ζήσει μόνο σε ένα σημείο και τον έχουν ξεριζώσει απ’ αυτό, και το μόνο που του μένει μετά είναι να αισθάνεται τη δυστυχία του; Απάντησέ μου όμως. Είναι τόσο κρύα τα χείλη μου; […] – Αυτό το γράμμα είναι ένας κυκεώνας: θα σε παρηγορήσω με ένα άλλο.


35. Στον Γκούτσκο  
Στρασβούργο, [Μάρτιος 1835]
 
Αξιότιμε! 
Ενδεχομένως να έχετε πληροφορηθεί την αναχώρησή μου από το Ντάρμσταντ μέσω ενός εντάλματος σύλληψης στη Φρανκφούρτερ Ζουρνάλ. Είναι λίγες μέρες που βρίσκομαι εδώ· δε ξέρω αν θα μείνω, αυτό εξαρτάται από διάφορες συνθήκες. Το χειρόγραφό μου θα έχει ήδη πάρει τον δρόμο του κρυφά από χέρι σε χέρι. 
     Το μέλλον μου είναι τόσο προβληματικό που αρχίζει να αποκτά ενδιαφέρον και για μένα τον ίδιο, κι αυτό λέει πολλά. Δεν μπορώ εύκολα να πάρω την απόφαση να καταφύγω σε ήπια αυτοκτονία μέσω της εργασίας· ελπίζω να μπορέσω να παρατείνω την τεμπελιά μου τουλάχιστον για ένα τρίμηνο ακόμα, και ύστερα θα πάρω λίγο χαρτζιλίκι είτε απ’ τους Ιησουίτες που υπηρετούν την Μαρία είτε από τους Σαιν-Σιμονιστές που υπηρετούν την femme libre ή θα πεθάνω μαζί με την αγαπημένη μου. Θα δούμε. Ίσως να είμαι κι εγώ εκεί, όταν ο καθεδρικός φορέσει πάλι το σκούφο των Γιακωβίνων. Τι λέτε γι’ αυτό; Αστειεύομαι βέβαια. Πρέπει όμως να δείτε μόνος σας τι μπορεί να κάνει ένας Γερμανός όταν πεινάει. Ήθελα όλο το έθνος να ήταν σαν κι εμένα. Μακάρι να έχουμε και μια κακή χρονιά, για να ευδοκιμήσει μόνο η κάνναβη για τα κανναβόσκοινα! Αυτό θα είχε πλάκα – θα τα υφαίναμε όλα μαζί φτιάχνοντας έναν βόα σφιγκτήρα. Ο Δαντόν μου είναι για την ώρα μια μεταξωτή κλωστή και η μούσα μου ένας μεταμφιεσμένος Σαμψών.


42. Στον Γκούτσκο 
[Στρασβούργο]
 
[…] Ολόκληρη η επανάσταση χωρίστηκε κιόλας σε φιλελεύθερους και απολυταρχικούς, και πρέπει να περάσει στα χέρια των αγράμματων και των φτωχών· το μοναδικό επαναστατικό στοιχείο στον κόσμο είναι η σχέση μεταξύ φτωχών και πλούσιων, μόνο η πείνα μπορεί να γίνει η θεά της ελευθερίας και μόνο ένας Μωυσής που θα κάθιζε στο σβέρκο μας τις επτά πληγές της Αιγύπτου, θα μπορούσε να γίνει Μεσσίας. Παχύντε τους αγρότες και η επανάσταση θα πάθει αποπληξία. Ένα κοτόπουλο στην κατσαρόλα του κάθε αγρότη θα ξεπαστρέψει τον γαλατικό κόκορα. […]


59. Στον Γκούτσκο 
[Στρασβούργο, αρχές Ιουνίου 1836]
 
Αγαπητέ φίλε!
 [...] Πάντως, για να είμαι ειλικρινής, δεν μου φαίνεται ότι εσείς και οι φίλοι σας έχετε πάρει και τον πιο έξυπνο δρόμο. Να αναμορφωθεί η κοινωνία με ιδέες, από την τάξη των μορφωμένων; Αδύνατον! Η εποχή μας είναι καθαρά υλιστική, εάν είχατε όντως αναλάβει πολιτική δράση με πιο άμεσο τρόπο, θα είχατε φτάσει σύντομα στο σημείο όπου η μεταρρύθμιση θα είχε σταματήσει από μόνη της. Δεν πρόκειται ποτέ να γεφυρώσετε το χάσμα μεταξύ των μορφωμένων και των αμόρφωτων. 
     Είμαι πεπεισμένος ότι όσα κι αν ορέγεται η μορφωμένη και ευημερούσα μειοψηφία να της παραχωρήσει η εξουσία, δεν θα θελήσει ποτέ να παραιτηθεί από την αιχμηρή της στάση απέναντι στην τάξη των πολλών. Και η τάξη των πολλών; Γι’ αυτήν υπάρχουν μόνο δύο μοχλοί, η υλική εξαθλίωση και ο θρησκευτικός φανατισμός. Όποιο κόμμα καταλάβει πώς λειτουργούν αυτοί οι μοχλοί, θα νικήσει. H εποχή μας χρειάζεται σίδερο και ψωμί– και μετά ένα σταυρό ή κάτι τέτοιο. Πιστεύω πως στα κοινωνικά ζητήματα πρέπει κανείς να ξεκινά από μια απόλυτη αρχή δικαίου, να επιδιώκει τη διαμόρφωση μιας νέας πνευματικότητας στο λαό και να στέλνει στο διάολο την απαθή μοντέρνα κοινωνία. Προς τι ένα πράγμα σαν κι αυτό να κυκλοφορεί μεταξύ ουρανού και γης; Ολόκληρη η ζωή της αποτελείται από προσπάθειες να γλιτώσει από την πιο απαίσια πλήξη. Ας πεθάνει, αυτό είναι το μόνο καινούργιο πράγμα που μπορεί να βιώσει πια. […]


67. Στον Βίλχελμ Μπύχνερ 
 
Ζυρίχη, τέλη Νοεμβρίου 1836.
 
[…] Τη μέρα κάθομαι με το νυστέρι και τη νύχτα με τα βιβλία […]
 
 
 
Μετάφραση από τα Γερμανικά: Μαρία Ρούσσου
Εισαγωγή, επιμέλεια: Ευγενία Τζιρτζιλάκη


 
Τα παραπάνω αποσπάσματα είναι από το βιβλίο Γκέοργκ Μπύχνερ, Πένα και νυστέρι. Οι επιστολές και μια επαναστατική προκήρυξη σε μετάφραση Μαρίας Ρούσσου, επιμέλεια, εισαγωγή και σχόλια Ευγενίας Τζιρτζιλάκη που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μέδουσα τον Οκτώβριο του 2023 και ήρθε να καλύψει ένα μεγάλο κενό στην ελληνική βιβλιογραφία του συγγραφέα, που αποτελεί ανεπανάληπτη μορφή για τα γερμανικά γράμματα και σίγουρα δεν είναι τυχαίο ότι μια από τις σπουδαιότερες σύγχρονες γερμανόφωνες συγγραφείς, όπως η Τζέννυ Έρπενμπεκ, αναφέρεται στον Μπύχνερ στο τελευταίο της μυθιστόρημα, Kairos (2021), υπογραμμίζοντας έτσι την επιδραστικότητά του.
Στο ελληνικό κοινό ο Γκέοργκ Μπύχνερ ίσως είναι περισσότερο γνωστός από τα θεατρικά έργα του Ο θάνατος του Δαντόν και Βόυτσεκ που έχουν ανέβει αρκετές φορές σε θεατρικές σκηνές. Μάλιστα, Ο θάνατος του Δαντόν, δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1835, μετά την απόφαση του εκδότη του να αναθέσει στον μυθιστοριογράφο και δραματουργό Karl Gutzkow να αλλάξει το πρωτότυπο κείμενο του Μπύχνερ σε περισσότερα από εκατό σημεία, για να περάσει το κείμενο από τη λογοκρισία. Αργότερα ο Karl Gutzkow θα έγραφε ότι ο πραγματικός Δαντόν του Μπύχνερ δεν δημοσιεύθηκε και πως ό,τι βγήκε στο φως ήταν «τα πενιχρά κατάλοιπα, τα χαλάσματα μίας ερήμωσης».
Στο οπισθόφυλλο της έκδοσης αναφέρεται: Ο Georg Büchner (1813-1837), παρότι έγραψε λιγότερες από τριακόσιες σελίδες και πέθανε πριν να κλείσει τα είκοσι τέσσερά του χρόνια, χάραξε ένα ανεξίτηλο σημάδι σε πολλά πεδία ‒ της σκέψης, της τέχνης, της επιστήμης. Ανάμεσα στους επαναστάτες του καιρού του ήταν ένας φιλόσοφος, ανάμεσα στους επιστήμονες ήταν επαναστάτης, ανάμεσα στους φιλοσόφους ήταν καλλιτέχνης, ανάμεσα στους καλλιτέχνες υπήρξε η περίπτωση όπου το ταλέντο συναντάει την προσωπική τόλμη. Στην παρούσα έκδοση για πρώτη φορά μεταφράζεται στα ελληνικά η επιστολογραφία του Μπύχνερ, μαζί με το μόνο γνωστό του πολιτικό κείμενο, το οποίο έγραψε υπό πίεση και διανεμήθηκε παράνομα. Πρόθεση της παρούσας έκδοσης είναι να ανοίξει ένας χώρος διαλόγου με έναν άνθρωπο που αναρωτήθηκε στο παρελθόν για πράγματα που μας αφορούν και σήμερα: Πώς αλλάζει αυτός ο κόσμος; Tι είναι τέχνη; Πώς μπορούν να συναντηθούν τέχνη και πολιτική με τρόπο όχι στείρα στρατευμένο αλλά  γόνιμα αλληλοτροφοδοτούμενο; Ποια είναι η θέση του καλλιτέχνη ως ενεργού υποκειμένου σε μια εποχή πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής κρίσης και ποιος ρόλος της τέχνης στην επανεξέταση και συνδιαμόρφωση της πραγματικότητας;
Δείτε στη βιβλιοnet ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα του συγγραφέα και ποια άλλα βιβλία του κυκλοφορούν στα Ελληνικά.



Σεβαστή Τρουμπέτα, dromalí

Foto by Iannis Kalogeropoulos



























Ξεπροβόδισμα


Γυροφέρνουν χρόνια τώρα
κι είπα να τα μαζέψω
ένα μπουκέτο ξεβράκωτα όνειρα.
Και αφού ανταλλάξαμε μηνύματα κι αστεία,
τα στέλνω ν’ αλητέψουν πάλι,
να βρουν τον τόπο τους
στις ρωγμές νοικοκυρεμένων ζωών.
Ξέρουν αυτά τι να κάνουν.
Κλείνουν κι ανοίγουνε ρωγμές.
 
 

Πεθαίνοντας στη Λέσβο


Ξυπνήστε νοικοκυραίοι – Πεθαίνω!
είχαν χαράξει στον τοίχο.
Δίπλα η ζωγραφιά ενός τρωκτικού
καραδοκεί να τρυπώσει στο ζωγραφισμένο παράθυρο.
Πιο δίπλα σώματα
ακουμπισμένα στη λάσπη του δρόμου
δεν έχουν γίνει ακόμα ζωγραφιές.
Ξεκουράζονται, αργοπεθαίνουν ή αργογεννιούνται
σαν άνθρωποι που βγήκαν από ναυάγιο.
Σαν ναυάγια που στοιχειώσανε τη στεριά.
 
 

Dromalí

 
Ο νους είναι που φεύγει.
Τον βρίσκω πότε να πλανιέται,
πότε ν’ ακροβατεί
και πάλι να επιστρέφει με την επιθυμία να κουρνιάσει.
Αντλεί προμήθειες σε κάποια σύντομα διαλείμματα
μέχρι να φύγει πάλι,
ακολουθώντας την πορεία που χαράζει
η πιο υπαρκτή αυταπάτη μου: το λάγνο κάλεσμα του δρόμου.



Απόδραση

 
Φαλτσέτα ανάμεσα στα μάτια σου
το χαμόγελό μου
να κατουράει αίμα,
μην και ξεπλύνει την αυταπάτη της γαλήνιας ζωής
που λίμνασε
στα νερά ενός βάλτου που γλυκά σαπίζει.
 
 
 
 
 
Τα τέσσερα παραπάνω ποιήματα είναι από την πρώτη ποιητική συλλογή της Σεβαστής Τρουμπέτα που κυκλοφόρησε με τον τίτλο dromalí («η οδοιπόρος» στα ρομανές) από τις εκδόσεις η βαλίτσα τον Οκτώβριο του 2023.
Η Σεβαστή Τρουμπέτα ζει στο Βερολίνο, είναι κοινωνιολόγος και καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Hochschule Magdeburg-Stendal, με γνωστικό αντικείμενο Παιδική Ηλικία και Μετανάστευση. Το συγγραφικό της έργο περιλαμβάνει μονογραφίες, άρθρα και επιμέλεια συλλογικών τόμων σε θέματα σχετικά με τη μετανάστευση, τις μειονότητες, τα σύνορα, τον ρατσισμό, τη βιοπολιτική κ.ά. Ασχολείται ερασιτεχνικά με το θέατρο. 
Δείτε στη βιβλιοnet ποια άλλα βιβλία της Σεβαστής Τρουμπέτα κυκλοφορούν.
Η logotexnia21 ευχαριστεί θερμά τον Γιάννη Καλογερόπουλο για την παραχώρηση της φωτογραφίας που κοσμεί την ανάρτηση.

Carla Bessa, φωτοσκεπτογραφές

 ©B.Illius


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 
  © B.Illius


οι ελέφαντες είναι ακαταπόνητοι κολυμβητές

από μία φωτογραφία του Μπ. Ί.

 
όχι πως θα ’χε γίνει κάτι. αλλά
οι ήπειροι απομακρύνονται μετά από κάποιο διάστημα η μια
από την άλλη. οπότε
ο διαχωρισμός μας ήταν αναπόφευκτος.

ήμουν γυμνή ανάσκελα κι είχα αφεθεί στα ρεύματα σαν ελεφαντίνα σε έκθεση ζωγραφικής,
εσύ κάπνισες το τσιγάρο σου μέχρι τέλους.
στο στήθος σου έκρωζαν γερανοί που αποδημούσαν. μάλιστα, είπες.
γύρισα μπρούμυτα κι αφουγκράστηκα το γουργούρισμα
κάτω απ’ την επιφάνεια αυτής της λέξης: μάλιστα.

καμιά φορά αναρωτιέμαι πού
θα ’μασταν σήμερα.

εν τω μεταξύ οι επιστήμονες υπολογίζουν την ακαταπόνητη κίνηση που διαγράφουν οι τεκτονικές πλάκες της γης.



©B.Illius
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
     © B.Illius


χρονοβέλος, αμφίρροπο

από μία φωτογραφία του Μπ. Ί.

«με μια πέτρα που πέταξε σήμερα ο εξού σκότωσε χτες ένα πουλί», λέει
ένα ρητό της γιορουμπά

ήθελα να γράψω ένα γράμμα.
ήθελα ένα τηλέφωνο,
μια συνάντηση, μια κουβέντα.
πίστευα ότι μπορώ να το κάνω αυτό: να μιλάω, να σκέφτομαι.

ύστερα όμως, όταν ήρθε η ώρα, λέξεις
δεν υπήρχαν.
ύστερα όμως
μπορούσα μόνο πέτρες να πετάω.
οι τσέπες μου (φάρυγγας στήθος στόμα) ξαφνικά γεμάτες, μόνο
πέτρες να φτύνω.

από πού προήλθε αυτή η οργή, με ρώτησε
η θεραπεύτριά μου.
της είπα πως έπρεπε να σκοτώσω ένα πουλί από τα περασμένα.

θάνατος, είπε.
συναισθηματική αποζημίωση, είπα εγώ.

τότε έξυσε τη μύτη της και μείναμε σιωπηλές
για το υπόλοιπο της συνεδρίας.

 
 
 
Μετάφραση από τα Γερμανικά: Αλέξανδρος Κυπριώτης 


Τα δύο παραπάνω ποιήματα προέρχονται από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή της Carla Bessa bildbedenkungen. gedichte nach fotografien, (φωτοσκεπτογραφές. ποιήματα εμπνευσμένα από φωτογραφίες) η οποία είναι γραμμένη στη γερμανική γλώσσα. Η μετάφραση έγινε στο Ευρωπαϊκό Συμπόσιο Μεταφραστών στο Στράλεν της Γερμανίας (Europäisches Übersetzer-Kollegium Straelen e.V.).
Η Κάρλα Μπέσα γεννήθηκε το 1967 στο Ρίο ντε Ζανέιρο και ζει στη Γερμανία από το 1991. Η πρώτη της συλλογή διηγημάτων κυκλοφορεί στα Ελληνικά σε μετάφραση Νίκου Πρατσίνη με τον τίτλο Κι έτσι τότε εγώ απόμεινα δίχως το παιδί εκείνο (Σκαρίφημα, 2021). Με τη δεύτερη συλλογή διηγημάτων της, Urubus (Γύπες), απέσπασε το 2020 το Βραβείο Ζαμπούτι, την ανώτερη λογοτεχνική διάκριση στη Βραζιλία, καθώς και το 2ο Βραβείο της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Βραζιλίας και έγινε γνωστή και στο γερμανικό κοινό. Στη Βραζιλία έχουν επίσης εκδοθεί η νουβέλα της Minha Murilo (Η δική μου Μουρίλο) και η τρίτη συλλογή διηγημάτων της Todas uma (Όλες μία), η οποία θα κυκλοφορήσει στη Γερμανία το φθινόπωρο από τον εκδοτικό οίκο Transit.
Οι φωτογραφίες που κοσμούν την ανάρτηση είναι του Μπ. Ίλιους. © B.Illius

Σαμπίρ Χακά, ένα ποίημα (شعری از سابیر هاکا)

Black Berries by Leonardo da Vinci


























پدرم کارگر بود.
مرد با ایمانی
که هربار نماز می خواند،
خدا از دستان اش خجالت می کشید!

تا به حال
افتادن شاه توت را ديده ای؟
كه چگونه سرخی اش را
با خاک قسمت می كند!
هيچ چيز مثل افتادن درد آور نيست
من كارگر های زيادی را ديدم
از ساختمان كه می افتادند
شاه توت می شدند !


Ο πατέρας μου ήταν εργάτης.
Άνθρωπος θρήσκος
που όταν έκανε προσευχή
ντρεπόταν ο θεός  για τα χέρια του!

Έχεις δει ποτέ
πώς πέφτουν τα μαύρα μούρα στο έδαφος;
Πώς σμίγουν
το κόκκινο χρώμα τους με το χώμα!
Τίποτε δεν  είναι πιο οδυνηρό απ’ την πτώση
Έχω δει πολλούς εργάτες
να πέφτουν  από ψηλά κτήρια
και να γίνονται  μαύρα μούρα!



Μετάφραση από τα Περσικά: Ριμπουάρ Κομπαντί



Ο Σαμπίρ Χακά (Κομπαντί) είναι Ιρανός ποιητής και γνωστός ως ποιητής των εργατών. Είναι κουρδικής καταγωγής και ζει στην Τεχεράνη. Έχει εκδώσει τρεις συλλογές ποιημάτων με τους τίτλους: Φοβάμαι να είμαι εργάτης ακόμα και μετά το θάνατό μου (می ترسم بعد از مرگم هم کارگر باشم), Είσαι μακριά σαν τον τελευταίο όροφο ενός ουρανοξύστη (دوری، مثل آخرین طبقه ی یک آسمانخراش) και Ο φόβος της συνεχούς φυγής (دلهره ی مدام دویدن).

Τρεις σύγχρονες ποιητικές φωνές απ’ το Ιράν (سه شاعر معاصر ایرانی)

Τρεις σύγχρονες ποιητικές φωνές απ’ το Ιράν



 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 Μοχαμμάντ Χεμματί / محمد همتی


 قرن‌هاست
که در پستوهای خانه‌هامان
شراب انداخته‌ایم
قرن‌هاست که در کشاکش هر نبرد خونین
به تاکستان‌هایت تاخته‌ایم
و خون رزان ریخته‌ایم
و دشنام خورده‌ایم
که چه وقت انگورچینی است.
بدانی اگر که چه خواب‌ها برایت دیده‌ایم
تهران.

Είναι αιώνες τώρα
που στα πίσω δωμάτια των σπιτιών μας
φτιάχνουμε κρασί
Είναι αιώνες τώρα που μες στις φασαρίες κάθε αιματηρής σφαγής
ξεχυνόμαστε στ’ αμπέλια σου
και χύνουμε του σταφυλιού το αίμα
και τρώμε κατσάδες
ότι δεν είναι χρόνος για τρύγο τώρα
να ’ξερες τι όνειρα έχουμε κάνει εμείς για σένα
Τεχεράνη.

 

 

Μπαχάρ Αλιζαντέ / بهار علیزاده

 

 آینه
نشستِ مرگ می
کند
با جسم انحنا

در دو سوی درز
ساق
های رویش ام
به می
رسندِ هم
که می
رسند

Καθρέφτης
βυθίζεται του θανατά
με σώμα όλο καμπύλες

 

στις δυο πλευρές της σχισμής
γάμπες και κνήμες του μεστώματός μου
προς το σμίξιμό τους
όταν σμίγουν

* * *

 انسان نر!
از مادینه
هات
یکی
ش زخم می خورَد و
یکی
ت زخم

Ον αρσενικό!
απ’ τις φοράδες σου
μια τους θα λαβωθεί και
μια σένα θα

 

 

 Χ. Χάτεφ / ح. هاتف

 

                                                        در عقاب

                                                            

                                       هوا    

 

 .عقب عقب می رفت

 

                                                     μες στον αϊτό


                                      ο αγέρας


.πισωδρομούσε

 * * *

  یوزِ مهاجر
بی کناره می
ماند
چون
تبدیل می
شود.

ο ταξιδιάρης γατόπαρδος
δίχως περίγραμμα μένει
γιατί
μεταμορφώνεται.




Μετάφραση από τα Περσικά: Αλέξανδρος Κυπριώτης / ترجمه یونانی: الکساندروس کیپریوتیس

 

 
Τα παραπάνω ποιήματα δημοσιεύονται εδώ με αφορμή την Ημέρα Περσικής Γλώσσας (τη 15η Μαΐου ή 25η ημέρα του μήνα Ορντιμπεχέστ, σύμφωνα με το Ιρανικό ημερολόγιο).
Η πρώτη ποιητική συλλογή του μεταφραστή γερμανόφωνης λογοτεχνίας και ποιητή Μοχαμμάντ Χεμματί (γεν. 1979), που ζει στην Τεχεράνη, κυκλοφόρησε σε δίγλωσση έκδοση και μετάφραση Αλέξανδρου Κυπριώτη το 2019 με τον τίτλο η κούνια / گهواره από τις εκδόσεις Σκαρίφημα. Ποιήματά του έχουν επίσης δημοσιευτεί στο γερμανικό περιοδικό poetin και στο Lyrikline. Διαβάστε εδώ όλες τις δημοσιεύσεις του Μοχαμμάντ Χεμματί στη Logotexnia21.
Η Μπαχάρ Αλιζαντέ (γεν. 1983) είναι ποιήτρια, ζωγράφος, παραστατική καλλιτέχνης και ζει στην Τεχεράνη. Τα δύο ποιήματά της, που μεταφράζονται εδώ για πρώτη φορά στα ελληνικά, είναι από την ποιητική συλλογή της هذیان پوست (Παραλήρημα του δέρματος) που κυκλοφόρησε το 2006 από τον εκδοτικό οίκο Αρβίτζ. 
Ο Χ. Χάτεφ (γεν. 1980) είναι ποιητής, κριτικός λογοτεχνίας και ζει στην Τεχεράνη. Τα δύο ποιήματά του, που μεταφράζονται εδώ για πρώτη φορά στα ελληνικά, είναι από την ποιητική συλλογή του زحل (Κρόνος), που κυκλοφόρησε το 2013 από τον εκδοτικό οίκο Αβανεβέστ.

Karl Joseph Simrock, Δόκτωρ Γιοχάννες Φάουστ (κουκλοθέατρο)


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Πρώτη πράξη / Πρώτη σκηνή
 
Φάουστ
(Στο σπουδαστήριό του μπροστά σ’ ένα τραπέζι με ανοιγμένα τεράστια βιβλία)

Με τη φιλομάθειά μου έφτασα ίσαμε ’δώ,
Που όπου σταθώ κι όπου βρεθώ με παίρνουν στο ψιλό.
Όλα τα βιβλία τα ’χω κάνει φύλλο και φτερό
Και τη φιλοσοφική λίθο να εύρω δεν μπορώ.
Νομικαί επιστήμαι, ιατρική, τα πάντα μάταιος θεωρία
Μόνο στην τέχνη της νεκρομαντείας υπάρχει σωτηρία.
Τι με ωφέλησαν της θεολογίας τα σπουδάγματα;
Ποιος θα μου πληρώσει τα ξενύχτια, τα διαβάσματα;
Ένα ρούχο σωστό πάνω μου ποτέ πλέον δεν φορώ
Και από τα πολλά τα χρέη μου παραμιλώ.
Πρέπει με την κόλαση να συμμαχήσω
Τα κρυμμένα βάθη της φύσεως να ερευνήσω.
Αλλά τα πνεύματα για να τα καλέσω,
Πρέπει με τα μούτρα στη μαγεία να πέσω.

 
[...]

 

Μετάφραση από τα Γερμανικά: Αλέξανδρος Κυπριώτης

 

 

 

Το παραπάνω απόσπασμα από το έργο του Γερμανού φιλολόγου, ποιητή και μεταφραστή Καρλ Γιόζεφ Ζίμροκ (1802-1876), που εκδόθηκε το 1846 στη Φρανκφούρτη στον ποταμό Μάιν από τον εκδοτικό οίκο Brönner, δημοσιεύεται εδώ με αφορμή τη συμπλήρωση 15 χρόνων από τη δημιουργία του blog Logotexnia21.
Η φωτογραφία που κοσμεί την ανάρτηση είναι από παράσταση του Marionettentheater Bille στο Unterschleißheim. Το κεφάλι της κούκλας φιλοτέχνησε ο Arno Visino και το κοστούμι η Annelore Bille, ενώ ο Otto Bille κατασκεύασε τη μαριονέτα, έκανε τα σκηνικά και έγραψε το κείμενο της παράστασης, υπογράφοντας και τη σκηνοθεσία μαζί με την Annelore Bille.

Τσαμπίκα Χατζηνικόλα, Χωρίς ενεστώτα δε γίνονται τα όνειρα

Τσαμπίκα Χατζηνικόλα, Χωρίς ενεστώτα δε γίνονται τα όνειρα

























Τα σπίτια που αναπνέουν

 
Ανοίγεται μπροστά μου ένας δρόμος
με σπίτια που παλεύουν ν’ ανασάνουν.
Οι πόρτες τους κλειστές
και τα παράθυρά τους σφαλισμένα με ταμπλάδες.
Μοιάζουν με τους νεκρούς
που έβαζαν στα μάτια τους νομίσματα οι ζωντανοί
πριν το μεγάλο τους ταξίδι
στο χώμα.
Και όμως, εκείνα ακόμα ανασαίνουν.
Στα σπίτια αυτά το ψυχοράγισμα είναι οι αναμνήσεις που θολώνουν,
αυτές που κάποτε ανήκαν στους ενοίκους τους
περαστικούς και μόνιμους
και είναι τώρα οι σκιές τους το μόνο που έχει μείνει.
Τις βλέπεις.
Να εκεί, πίσω από το φράχτη της αυλής∙
δες στη γωνιά που δύει ο ήλιος!
Και η άλλη, να, εκείνη κει που κυνηγά μία μικρότερη
μέσα στο άδειο πια αραχνιασμένο τους σαλόνι.
Δεν τις φοβάσαι τις σκιές.
Είναι γιατί όλοι μας γίναμε σκιές
σε σπίτια που κάποτε εγκαταλείψαμε.
Ίσως πάλι γιατί είναι παρηγοριά
για κάτι που αντιστέκεται
και προσπαθεί ακόμα να σταθεί, να ζήσει∙
αυτό που όλοι
– λάθος μοιραίο –
το θεωρούνε άψυχο, νεκρό.
Όλοι, εκτός από σένα
που κάθε φορά που αντικρίζεις τέτοια σπίτια
νιώθεις στο δέρμα σου την ανεπαίσθητη πνοή τους.

***


Φως εξαϋλωτικό


Θυμάμαι
καλοκαίρια παραδομένα στο φως.
Εσύ να πορεύεσαι μπρος μου
και γω να τραβώ φωτογραφίες σου,
λες και η μνήμη δεν ήταν αρκετή.
Μέρες εξαίσιες
τυλιγμένες στο λευκό των Κυκλάδων.
Έπειτα επιστρέψαμε
σε ό,τι περισσότερο γνωρίζαμε καλά∙
εγώ και συ στο μικρό μας διαμέρισμα κάποιας επαρχιακής πόλης∙
από εκείνες που δεν μπορείς να κρυφτείς
και από τις άλλες που είναι το καταφύγιο στα δύσκολα.
Κάπου εκεί
πήρα στα χέρια μου τις αναμνήσεις μας σε σέπια.
Εγώ υπήρξα ο φωτογράφος.
Σε θυμάμαι στο κάδρο.
Τώρα πια καταλαβαίνω
πόσο με είχε ξεγελάσει κείνο το φως.
Μέσα του εξαϋλώθηκες και χάθηκες απρόσμενα,
όπως και κάποιες μνήμες μας απ’ το κοινό μας καλοκαίρι.

***


Η πόλη και το σώμα


Τριγύριζα
στους δρόμους της πόλης
που αγάπησα.
Κι όσο ταξίδευα μέσα της
τόσο αυτή μεγάλωνε
μεταμορφωνόταν
και κλεινότανε στον εαυτό της.
Μαζί της άλλαζα κι εγώ.
Σύντομα – ή ίσως πολύ αργά
μες στη διαδικασία της μεταμόρφωσης –
κατάλαβα με τρόμο πως χάθηκα,
όχι στην πόλη αυτή
μα από τον εαυτό μου.
Όταν με ξαναβρήκα,
στάθηκε αδύνατο να με αναγνωρίσω.
Κι έκλαψα,
πικρά
που κάποτε δε φρόντισα ν’ αφήσω ίχνη επιστροφής
στο πέρασμά μου.
Τώρα,
αιώνες μετά τις αλλαγές στην πόλη και σ’ εμένα,
νιώθω απλά ο θεατής που αφηγείται
εικόνες από ζωή μαυρόασπρη
σε ξένη, έρημη πόλη.
Σαν το κορμί μου.

***

 
Τα παραπάνω ποιήματα είναι από τη δεύτερη ποιητική συλλογή της Τσαμπίκας Χατζηνικόλα που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Πόλις με τον τίτλο Χωρίς ενεστώτα δε γίνονται τα όνειρα. Είχε προηγηθεί το 2018 η κυκλοφορία της πρώτης ποιητικής συλλογής της με τον τίτλο Ακροδάχτυλα επίσης από τις Εκδόσεις Πόλις. 
 
Η Τσαμπίκα Χατζηνικόλα γεννήθηκε στη Ρόδο το 1975. Σπούδασε Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Συνέχισε τις σπουδές της στο King’s College London όπου ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό της. Είναι διδάκτωρ Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης.
 
Διαβάστε την κριτική του Γιάννη Δρούγου για αυτή τη δεύτερη ποιητική συλλογή της Τσαμπίκας Χατζηνικόλα στο into my books....
 
Παρακολουθήστε ένα σύντομο βίντεο με την ποιήτρια, η οποία μιλά για το Χωρίς ενεστώτα δε γίνονται τα όνειρα και διαβάζει ακόμη ένα ποίημα: εδώ.

 
 

Gottfried Keller, Ο πράσινος Χάινριχ

 
Salomon Hegi_Gottfried Keller_1841
[...]
 
Αλλά αυτή η δραστήρια ζωή έμελλε να οδηγήσει σε συμφορά, αν και με διαφορετικό τρόπο. Με τόσες δουλειές και συνεχώς στα όρια της εξάντλησης, ο Λε ζεστάθηκε υπερβολικά κάποια μέρα, κατόπιν επέτρεψε στον εαυτό του να κρυώσει από αμέλεια, και έτσι φυτεύτηκε μέσα του ο σπόρος μιας επικίνδυνης αρρώστιας. Αντί τώρα να προσέχει τον εαυτό του και να φυλάγεται με κάθε τρόπο, δεν μείωσε στο ελάχιστο τις δραστηριότητές του ούτε σταμάτησε να βάζει ένα χεράκι σε οποιαδήποτε δουλειά έπρεπε να γίνει. Οι ποικίλες επαγγελματικές δραστηριότητές του και μόνο απαιτούσαν όλες του τις δυνάμεις και δεν θεωρούσε πως είχε δικαιολογία να χαλαρώνει έτσι στα ξαφνικά. Έκανε τους λογαριασμούς του, έκλεινε επικερδείς δουλειές, ταξίδευε μακριά για τις αγορές του, τη μια στιγμή βρισκόταν πάνω στη σκαλωσιά και την άλλη κάτω στο υπόγειο, άρπαζε το φτυάρι από το χέρι του εργάτη και έριχνε μερικές γερές φτυαριές, έπιανε ανυπόμονα τον μοχλό για να βοηθήσει να μετακινήσουν έναν τεράστιο σωρό από πέτρες, σήκωνε στους δικούς του ώμους κάποιο δοκάρι αν νόμιζε ότι αργούσε να έρθει βοήθεια, και, με κομμένη την ανάσα, το κουβαλούσε στον προορισμό του. Μετά από αυτά, αντί να ξεκουραστεί, θα έδινε το απόγευμα μια παθιασμένη διάλεξη στη μία ή στην άλλη λέσχη, ενώ αργά το βράδυ μπορεί να βρισκόταν εντελώς μεταμορφωμένος πάνω στη σκηνή, παθιασμένος, εκστατικός, παλεύοντας με τα υψηλά ιδανικά, πράγμα που πιθανώς τον εξουθένωνε ακόμα περισσότερο από το μεροδούλι. Το αποτέλεσμα ήταν ότι πέθανε ξαφνικά ένας άντρας στον ανθό της νιότης του, σε μια ηλικία που κάποιος άλλος θα ξεκινούσε τώρα το έργο της ζωής του, αφήνοντας στη μέση και τα σχέδια και τις ελπίδες του, χωρίς να δει την αυγή της καινούριας μέρας που περίμεναν γεμάτοι αισιοδοξία ο ίδιος και οι φίλοι του. Άφησε τη γυναίκα του μόνη με ένα παιδί πέντε ετών, και αυτό το παιδί είμαι εγώ.

Ο άνθρωπος δίνει πάντα περισσότερη αξία σε οτιδήποτε του στέρησε η μοίρα παρά σε αυτό που του χάρισε, κι έτσι οι ατελείωτες ιστορίες της μητέρας μου με γέμιζαν με όλο και περισσότερη λαχτάρα για τον πατέρα που πέθανε χωρίς να προλάβω καλά-καλά να τον γνωρίσω. Η πιο καθαρή ανάμνηση του πατέρα μου προέρχεται όλως περιέργως έναν ολόκληρο χρόνο πριν από τον θάνατό του, μια μοναδική υπέροχη στιγμή, όταν ένα κυριακάτικο βράδυ με κουβαλούσε στους αγρούς, και ξεριζώνοντας το φυτό μιας πατάτας μού έδειξε τους μικρούς φουσκωτούς βολβούς, προσπαθώντας από τότε κιόλας να ξυπνήσει μέσα μου τη γνώση και την αγάπη για τον Δημιουργό. Βλέπω ακόμα το πράσινο πανωφόρι και τα γυαλιστερά μεταλλικά κουμπιά δίπλα στο μάγουλό μου, και τα λαμπερά μάτια του που κοίταξα με έκπληξη τραβώντας το βλέμμα μου από το πράσινο φυτό που κρατούσε υψωμένο. Η μητέρα μου γεμάτη περηφάνια έλεγε μετά πόσο πολύ ευχαριστιόταν η ίδια και η υπηρέτρια που τη συνόδευε με τις όμορφες ομιλίες του. Από ακόμα πιο παλιές εποχές κουβαλάω την ανάμνηση της παρουσίας του λόγω της παράξενης έκπληξης να εμφανιστεί ένα πρωί με πλήρη στολή και εξάρτυση, αναχωρώντας για πολυήμερες στρατιωτικές ασκήσεις· επειδή ήταν τυφεκιοφόρος, και αυτή η εικόνα του έχει συνδυαστεί στο μυαλό μου με το αγαπημένο πράσινο χρώμα και τη χαρωπή μεταλλική λάμψη των κουμπιών. Αλλά από τις τελευταίες μέρες του έχω κρατήσει μόλις μια συγκεχυμένη εικόνα και κυρίως δεν μπορώ πλέον να θυμηθώ τα χαρακτηριστικά του προσώπου του.
 
[...] 



Μετάφραση από τα Γερμανικά: Τεό Βότσος



Το παραπάνω απόσπασμα είναι από το τετράτομο μυθιστόρημα του Ελβετού συγγραφέα Γκότφριντ Κέλερ Ο πράσινος Χάινριχ (Δεύτερη γραφή) που κυκλοφόρησε το 2022 από τις εκδόσεις ΚΕΙΜΕΝΑ σε δύο τόμους και σε μετάφραση Τεό Βότσου. 
 
Ο πράσινος Χάινριχ, το magnum opus του Γκότφριντ Κέλερ, του σημαντικότερου Ελβετού πεζογράφου και ποιητή του 19ου αιώνα, κυκλοφορεί για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα. Το εν μέρει αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα, το οποίο ξεκινώντας από την παιδική ηλικία και καταλήγοντας στο στάδιο της ωριμότητας, περιγράφει με αριστουργηματικό τρόπο την αποτυχημένη τελικά απόπειρα του πρωταγωνιστή (και alter ego του συγγραφέα) να καταξιωθεί ως καλλιτέχνης, δημοσιεύτηκε πρώτη φορά το 1855 και επανεκδόθηκε αναθεωρημένο και αναδιατυπωμένο από τον ίδιο τον συγγραφέα το 1879. Μαζί με Τα χρόνια της μαθητείας του Γουλιέλμου Μάιστερ του Γκαίτε και το Γαϊδουροκαλόκαιρο του Άνταλμπερτ Στίφτερ ο Πράσινος Χάινριχ συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα μυθιστορήματα διάπλασης ή μαθητείας (Bildungsromane) της γερμανόφωνης λογοτεχνίας. Θεωρείται δε καίριος σταθμός του αστικού (και ποιητικού) ρεαλισμού που άνθισε κατά τον 19ο αιώνα και αποτελεί μέχρι σήμερα σταθερό σημείο αναφοράς για πολλές γενιές λογοτεχνών, ασκώντας μια επιρροή που ανανεώνεται διαρκώς. Η έκδοση του Πράσινου Χάινριχ έρχεται να καλύψει ένα μεγάλο κενό στην ελληνική βιβλιογραφία ζωντανεύοντας ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. 
 
Ο Πράσινος Χάινριχ του Γκότφριντ Κέλερ ήταν ένα από τα αγαπημένα βιβλία του Τέοντορ Στορμ, ενώ ο Έρμαν Έσσε έχει γράψει για αυτό: «Το μυστικό του Πράσινου Χάινριχ είναι το ίδιο που κρύβεται και πίσω από τα έργα του Ομήρου, του Δάντη, του Βοκάκιου, του Σαίξπηρ και του Γκαίτε… Αυτό που έχει βιώσει ο πράσινος Χάινριχ θα το βιώσουν και πολλοί άλλοι, ξανά και ξανά, σήμερα και αύριο και σε εκατό χρόνια».
 
Η έκδοση συνοδεύεται από εκτενή εργοβιογραφία του Γκότφριντ Κέλερ και από ένα Επίμετρο που υπογράφει ο Ελβετός συγγραφέας Άντολφ Μουσγκ, τον οποίο επίσης μας σύστησε στα Ελληνικά το 2012 ο Τεό Βότσος, ενώ σε δική του μετάφραση κυκλοφόρησε  και το τελευταίο του μυθιστόρημα, Νόστος Φουκουσίμα, από τις εκδόσεις Σκαρίφημα. 

Η έκδοση θα παρουσιαστεί τη Δευτέρα 3 Απριλίου 2023 στις 20.30 σε μια εκδήλωση που οργανώνουν η Αλυσίδα Πολιτισμού IANOS και οι Εκδόσεις ΚΕΙΜΕΝΑ σε συνεργασία με την πρεσβεία της Ελβετίας και το Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Η εκδήλωση, που θα πραγματοποιηθεί στον IANO της Αθήνας (Σταδίου 24), θα προβάλλεται ζωντανά στο κανάλι Youtube και στη σελίδα Facebook του ΙΑΝΟΥ.
 

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails