Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Γιάννης Δρούγος, Εγκλεισμός

Foto by Alexandros Kypriotis

 

Αγαπητέ μου κύριε Πρωθυπουργέ,

σας στέλνω αυτό το γραπτό μήνυμα υπό τη μουσική υπόκρουση του Waltz No. 2 του Shostakovich ενώ το ταβάνι ξεφλουδίζει λόγω παλαιότητας της οικίας μου.

Χιονίζει!

Αυτή τη στιγμή που σας γράφω, απτο ταβάνι πέφτει πυκνό χιόνι. Έχει όμως μια ζεστασιά και μια ασφάλεια αυτός ο εγκλεισμός... κι είναι κι αυτή η μουσική που με γαληνεύει, ώστε οι σκέψεις και τα γραφόμενά μου να έχουν ειρμό και να μην παρουσιάζουν το παραμικρό ίχνος έξαρσης.

Από μέρες τώρα, προμηθεύτηκα τα απαραίτητα και γέμισα ψυγείο και ντουλάπια, τακτοποίησα εκκρεμότητες σε τράπεζες και εφορία. Αν χρειαστεί, ίσως να πεταχτώ μονάχα ως το φαρμακείο. 

Ακολουθώ τη θεραπευτική μου αγωγή κατά γράμμα μέχρι να είμαι σε θέση να βλέπω το φως ξεκάθαρα.

Ξέρετε, ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει χιλιάδες λαβύρινθους, οι περισσότεροι εξ αυτών δεν διαθέτουν παράθυρα με θέα. 

Εκεί να δείτε εγκλεισμός, κύριε Πρωθυπουργέ! Εκεί κι αν θέλει αντοχή και συνέπεια στην αγωγή. Ο γιατρός προσφέρει τον μίτο κι εσύ καλείσαι να βρεις την έξοδο.

Εγώ τα κατάφερα. Μου πήρε καιρό, χάθηκα, έκανα βήματα πίσω αλλά είχα βάλει στοίχημα να δραπετεύσω απ’ τον σκοτεινό μου εαυτό.

Στο Σπίτι που ήμουν για μερικούς μήνες γνώρισα την Ελένη. Η Ελένη, ένας πραγματικός άγγελος, κάθε πρωί ερχόταν και μου χάριζε μια ζωγραφιά της. Κάθε πρωί η ίδια ζωγραφιά: ένας μεγάλος ήλιος κι ένα κόκκινο μπαλόνι. 

Η Ελένη με αγαπούσε. Μου κρατούσε ώρες παρέα χωρίς να μιλάει. Με κοιτούσε με εκείνο το βλέμμα που έκρυβε ένα παιδί μέσα σε έναν ενήλικα. 

Κι εγώ την αγαπούσα. Και την αγαπάω ακόμα. Η θύμησή της είναι η συντροφιά μου αυτές τις δύσκολες μέρες. Θέλω να τη δω, κύριε Πρωθυπουργέ. Είμαστε έγκλειστοι χωριστά και, τώρα, περισσότερο από ποτέ, θέλω να τη δω. 

Ζητώ την άδειά σας, να μου επιτρέψετε να πάω για λίγο στο παλιό μου Σπίτι. Για την Ελένη. Για να δώσουμε ο ένας στον άλλο αγάπη και κουράγιο μέσα απ’ τη σιωπή.  

Κι έπειτα, θα γυρίσω στην οικία μου, σας το υπόσχομαι. Πείτε μου, ποιος αριθμός αντιστοιχεί στη μετακίνηση προς το κοντινό μου παρελθόν;

Θα εκτιμούσα άμεση απάντησή σας.

Με τιμή

Νικόλαος Γεωργακόπουλος

 

 

 

 

Η Logotexnia21 ευχαριστεί πολύ τον Γιάννη Δρούγο για την άδεια αναδημοσίευσης του παραπάνω κειμένου. Στις σελίδες της Logotexnia21 δημοσιεύεται επίσης το κείμενό του «Αντίστροφα».

Hans Fallada, Ασημένια βροχή, μπάλες και κεριά


[Προς την μητέρα Ελίζαμπετ Ντίτσεν]
Βερολίνο-Νίντερσενχάουζεν, 31/12/45

Αγαπητή μητέρα,

λογαριάζουμε μεν ότι η Ούλα [δεύτερη σύζυγος] θα πάει με τον Ούλι τις πρώτες κιόλας ημέρες του Ιανουαρίου στο Φέλντμπεργκ και στο Κάρβιτς, για να μαζέψει επιτέλους τα υπόλοιπα πράγματά μας, παρ’ όλ’ αυτά όμως θα επιθυμούσαμε να μην αφήσουμε αναπάντητο το τελευταίο χριστουγεννιάτικο γράμμα σου. Το έγραψες με τόσο πολύ κόπο στο φως μιας γκαζόλαμπας κι ύστερα μέσα στο παιδομάνι μας έδωσες μία τόσο παραστατική εικόνα από τη γιορτή εκεί, τόσο που νομίζαμε ότι κι εμείς ήμασταν εξολοκλήρου μαζί σας. Εάν πάλι οι πρόσφυγες δάκρυσαν και μ’ αυτό έκαναν τη δική σου την καρδιά να κλονιστεί για μια στιγμή, έτσι και η χαρά που ένιωσαν ο Άχιμ και το Κουνουπάκι ήταν πέρα για πέρα καθοριστικής σημασίας. Παρόλο που εσύ εδώ και τόσα χρόνια μας λες ότι τώρα πράγματι δεν έχεις απολύτως τίποτε άλλο πια, που θα μπορούσες να δωρίσεις, ωστόσο βρήκες πάλι για όλους κάτι ωραίο, μεταξύ αυτών και για εμάς. Σε ευχαριστούμε ολόψυχα γι’ αυτό, αγαπητή μαμά, και ένα μικρό γλυκό χαιρέτισμα ακόμα θα σου φέρει από εμάς η Ούλα εκ των υστέρων, για να μην σε αντικρίσουμε με άδεια χέρια εντελώς. 
Η δική μας γιορτή κύλησε επίσης πολύ ωραία. Ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο μάς το έκοψε με το πριόνι ο Ούλι «στον κήπο μας», ήτανε ένα πολύ κυρτό έλατο, τόσο κυρτό, που η Ούλα έπρεπε να το στερεώσει μ’ ένα σχοινί στο πόμολο του παράθυρου, μόνο και μόνο για να μπορεί να στέκεται αλλά έπειτα το στόλισε με ασημένια βροχή και μπάλες, ακόμα και κεριά είχε πάνω του, έτσι που τελικά δεν φαινόταν πια καθόλου πόσο κυρτό ήταν. Επίσης υπήρχανε για όλους πολύ όμορφα δώρα, για τη Γιούτα [θετή κόρη] αυτό είχε ιδιαιτέρως αίσιο τέλος, διότι ο Άι-Βασίλης, με τη μορφή του Γιοχάνες Ρ. Μπέχερ, βρήκε για εκείνη ένα τεράστιο εμπορικό κατάστημα –παιχνίδι με πάγκο πωλήσεων και με όλα τα εξαρτήματα όπως ταμείο, ζυγαριά κ.λπ. στο κελάρι μιας βίλας της περιοχής. Προκάτοχοι είναι μάλλον κάποια παιδιά από τα Τάγματα Εφόδου ή τα Ες-Ες, αλλά αυτό βέβαια δεν του φαίνεται του παιχνιδιού. Ο Ούλι ήτανε και είναι ιδιαιτέρως ευχάριστος, επίσης πολύ πρόθυμος να βοηθήσει και δραστήριος. Αλλά τώρα στις αρχές Ιανουαρίου θα ξεκινήσει και για εκείνον με την επιμελή μελέτη η σοβαρότητα της ζωής, το πώς θα τα ρυθμίσω εγώ λεπτομερώς, θα το μάθω μέσα στις επόμενες ημέρες. Όπως στο Κάρβιτς υπήρξε και σε εμάς μία χριστουγεννιάτικη χήνα και μόνο και μόνο γι’ αυτό σας σκεφτόμασταν τόσο ζωηρά και επαινούσαμε τη δωρήτριά μας. Με το φαγητό τα πράγματα γενικά είναι σε εμάς έτσι, που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να παραπονιόμαστε, το σπίτι επίσης γίνεται όλο και πιο ωραίο και ακόμη δεν έχουμε παγώσει από τότε που μετακομίσαμε στο Νίντερσενχάουζεν. Ωστόσο οι προμήθειες τελειώνουνε πάλι στα μέσα αυτού του μήνα, αλλά αυτό το έχουμε κιόλας συνηθίσει, τόσο που να μην σπάμε το κεφάλι μας για το αύριο, εάν έχουμε προμήθειες (για) σήμερα μόνο. Η αγορά τροφίμων στο Βερολίνο είναι επίσης πολύ δελεαστική. Προς στιγμήν υπάρχει για παράδειγμα κρέας και αλλαντικά για τα πρώτα δύο δεκαήμερα του Ιανουαρίου και, επειδή για τα τελευταία δύο δεκαήμερα του Δεκεμβρίου δεν μπορέσαμε να πάρουμε το κρέας μας, θα φάμε τώρα μέσα σε τέσσερεις ή πέντε ημέρες τις μερίδες κρέας που ήταν για σαράντα ημέρες. Και οι περισσότεροι Βερολινέζοι δεν θα κάνουν κάτι διαφορετικό. Και με το λίπος, τον καφέ κ.λπ., δεν γίνεται επίσης κάτι άλλο. Αυτή η αλλαγή μεταξύ μιας –μετριοπαθούς– καλοφαγίας και μιας σούπας δίχως κρέας και λίπος έχει επίσης βέβαια τη δική της αξία. Τρόφιμα δεν υπάρχουνε μάλλον πουθενά πια. Μερικές φορές σκέφτομαι το ωραίο κελάρι μας στο Κάρβιτς, αλλά ξέρω βέβαια ότι και αυτό σήμερα είναι αλλιώς από ό,τι πριν από μερικά χρόνια.
Όσον αφορά στη δουλειά θα έπρεπε απλώς να κάνω πάρα πολλά, αλλά ακόμα δεν βρίσκω την εσωτερική ηρεμία για ένα μεγαλύτερο μυθιστόρημα, το οποίο βασικά θα έπρεπε ήδη να έχω γράψει. Γράφω σχετικά πολύ σύντομες ιστορίες και πριν από μερικές ημέρες υπέγραψα μία συμφωνία με το ραδιόφωνο, στο οποίο θα μιλάω σχεδόν μία φορά την εβδομάδα. Όλα αυτά κοστίζουν σχετικά πολλή φαντασία, νεύρα και χρόνο. Θα κάνουμε το ντεμπούτο μας στις 9 Ιανουαρίου με έναν τετ α τετ διάλογο, η Ούλα και εγώ για το νέο μου μυθιστόρημα [«Ο πότης»]. Στις 15 Ιανουαρίου έπειτα πάλι μία συζήτηση για το μυθιστόρημα του Μπέχερ «Ο αποχωρισμός» και τα λοιπά κ.λπ. Το γραφείο μου είναι ο μοναδικός χώρος μέσα στο σπίτι που είναι ακόμη ένα παντελώς ακατάστατο μέρος. Την τελευταία εβδομάδα η κυρία Κράμερ, η οποία σας στέλνει θερμότατους χαιρετισμούς, προσπαθεί να τακτοποιήσει προσωρινώς τουλάχιστον τα βιβλία, αλλά όπως συνήθως δεν βλέπω καμία δυνατότητα να φέρω σε τάξη όλους τους θησαυρούς μου, και τους έβαλα σε στοίβες επίσης μέχρι το ταβάνι. Παράλληλα ωστόσο ακόμα ένα μεγάλο μέρος των βιβλίων, μεταξύ αυτών τα πιο ωραία μου, είναι στο Κλίνκεκεν [παλιά διεύθυνση]. Φυσικά δεν μπορούμε να ζούμε βέβαια κατά προσέγγιση τόσο αφανείς και μετρημένα όσο στο Κάρβιτς. Είτε το θέλω είτε όχι, πρέπει ως «διάσημος καλλιτέχνης» να παίρνω μέρος σε όλες τις πιθανές συνεδριάσεις και ημερίδες, τις οποίες συνήθως βαριέμαι τρομερά, οι οποίες όμως συχνά έχουν τουλάχιστον το πλεονέκτημα ότι προσφέρονται πού και πού για να φάει κανείς καλά και να καπνίσει πλούσια. Έτσι η Ούλα κι εγώ πρέπει στις 3 Ιανουαρίου να γιορτάσουμε στο κρατικό θέατρο τα εβδομηκοστά γενέθλια του Πικ, του προέδρου του Κομμουνιστικού Κόμματος· την ύστατη ώθηση, να πάμε εκεί, έδωσε ο συλλογισμός ότι αυτή η γιορτή κρατάει πολύ, οπότε οι επισκέπτες είναι αδύνατον να γυρίσουν σπίτι τους ατάιστοι.
Η Ούλα μόλις επέστρεψε στο σπίτι από μια βόλτα για ψώνια. Ήθελε να βγει στη γύρα για λίπος, ζάχαρη και είδη καπνιστού, για να ομορφύνει τη σημερινή πρωτοχρονιάτικη βραδιά με μπισκοτοειδή και σύννεφα καπνού, ελπίζω, να τα κατάφερε. Εμείς όμως σήμερα θα μείνουμε τελείως μόνοι μας και είμαστε εντελώς αποφασισμένοι να μη μείνουμε ξύπνιοι μέχρι τα μεσάνυχτα. Από το υπερβολικό γιόρτασμα έχουμε αρκετά ακόμη από το βράδυ των Χριστουγέννων, όπου μετά τη βασική μας γιορτή ήμασταν καλεσμένοι και στους Μπέχερ σε μεγαλύτερο κύκλο, όπου δυστυχώς υπήρχε να πιούμε τόσο πολύ, που αυτή την φορά όχι μόνο εγώ αλλά και η Ούλα έγινε λιώμα, η οποία κατά τα λοιπά έχει μεγαλώσει μέσα στο αλκοόλ.
Έτσι, αγαπητή μαμά, σου ευχόμαστε λοιπόν μέσα από την καρδιά μας ακόμη είθε το πρωινό του νέου έτους να αποδειχθεί κάπως πιο χαρούμενο για εσένα από αυτό που βαίνει τώρα στο τέλος του, για εσένα και για όλους εμάς. […] Δώσε πολύ εγκάρδια χαιρετίσματα από εμάς στο Κουνουπάκι, στον Άχιμ, στην Ζούζε και εσένα την ίδια σε χαιρετώ πολλές φορές και σε ευχαριστώ
 
Δικός σου
[Ρούντολφ]


Μετάφραση από τα Γερμανικά: Σούλα Ζαχαροπούλου
 
 
Το παραπάνω γράμμα του Χανς Φάλλαντα (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Ρούντολφ Ντίτσεν) συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο του «Weihnachtsmann –was nun?», μία συλλογή από ιστορίες, αναμνήσεις και γράμματα για τα Χριστούγεννα. 

ِΔιαβάστε προηγούμενες δημοσιεύσεις με γράμματα του Χανς Φάλλαντα εδώ, εδώ κι εδώ.
ِΔείτε στη βιβλιοnet ένα σύντομο βιογραφικό του Χανς Φάλλαντα και ποια βιβλία του κυκλοφορούν στα Ελληνικά.

Hans Fallada, Καρδιοχτύπια

EwigKal

[Στον Γιοχάνες Κάγκελμαχερ]


Στις 29/12/1928

Αγαπητέ Κάγκελμαχερ,

πόσο άμετρα άδικο εκ μέρους σας ήτανε, αναφορικά με τη σύγκριση του ωροσκοπίου της δεσποινίδος Ίσελ και του δικού μου, να μου γράψετε σχετικά δυσανάγνωστα απλώς ένα σωρό πλανητικές όψεις, τις οποίες ποσώς γνωρίζω τι να τις κάνω και φυσικά δεν λέω λέξη ως καθώς πρέπει άνθρωπος - να αφήνεται η υπόλοιπη δουλειά στη ζωή.

Εντελώς το αντίθετο - είμαι τόσο καθώς πρέπει, που σας γνωστοποιώ, ότι η ζωή στρώθηκε αμέσως στη δουλειά και ότι τη 2η ημέρα των Χριστουγέννων το πρωί στις 3 και μισή η ώρα αρραβωνιάστηκα με τη δεσποινίδα Ίσελ, η οποία ονομάζεται Άννα, αλλά τη φωνάζουνε Ζούζε. (Εκείνη γνωρίζει το παρελθόν μου). Και είμαι τόσο ευτυχισμένος, όπως δεν ήμουν ποτέ έως τώρα, και εντελώς έκπληκτος όσον αφορά στο γεγονός ότι εκείνη φαίνεται να είναι επίσης ευτυχισμένη. Τι βρίσκει σε εμένα ένα νεαρό και εξαιρετικά καλά εμφανίσιμο κορίτσι, δε μου είναι εντελώς κατανοητό, αλλά σε κάθε περίπτωση είμαι πράγματι σε τέτοιο βαθμό ευτυχισμένος, που κάθε λεπτό καρδιοχτυπώ.

Δικές σας μερικές ημερομηνίες, οι οποίες εμένα με καθιστούν επιεικώς έκπληκτο: στις 13/10 είδα για πρώτη φορά τη Ζούζε και μετακόμισα στο Νόιμυνστερ. Στις 13/11 με αναζήτησε για πρώτη φορά το νέο μου αφεντικό. Στις 13/12 υπογράψαμε το συμβόλαιο πρόσληψης. Στις 26 (2 επί 13)/12 αρραβωνιάστηκα με τη Ζούζε. Είναι αυτό προσωρινώς αρκετό; Και αυτό είναι όντως τελικά το μοναδικό, το οποίο βέβαια οι ημερομηνίες υποβάλλουν σε κάποιον. […]

Δε μου αρέσει να παραληρώ μπροστά σας από ενθουσιασμό για τη Ζούζε.

Απλώς ας ειπωθεί ότι ποτέ έως τώρα δεν ήμουν τόσο υπερήφανος για έναν άνθρωπο, όπως γι’ αυτό το σπάνια αρμονικά σιωπηλό, πράγματι πολύτιμο παιδί. Επίσης δεν έχω ποτέ έως τώρα βρει μία γυναίκα, η οποία να έχει υπάρξει εσωτερικά τόσο άνετη, τόσο θαυμάσια ελεύθερη όπως αυτή. Προσεύχομαι στους θεούς, να μη με φθονούν, να μη μου αρπάξει από το στόμα κάποια κακεντρέχεια αυτή τη θαυμάσια χάρη. Έχω σκοπό –και η Ζούζε είναι σύμφωνη– να παντρευτούμε με κάθε μυστικότητα το συντομότερο δυνατόν, έτσι εκείνη θα μείνει εντελώς όπως μέχρι τώρα στο Αμβούργο, εγώ εδώ, θέλω μόνο να δεσμεύσω εμένα ή εκείνη, αχ ένας θεός ξέρει γιατί!

Είναι έντεκα η ώρα το βράδυ, φυσικά οι ενοικιαστές από δίπλα εκφράζουν την αντίθεσή τους στο θόρυβο της γραφομηχανής, πρέπει να κλείσω.

Αγαπητέ Κάγκελμαχερ, κάποτε μου γράψατε προφητικά στο δρόμο για τη στενή ότι και για εμένα πάλι θα άξιζε η ζωή ακόμα μία φορά, δεν το πίστεψα, ποτέ δε θα περνούσε από το μυαλό μου ότι θα μπορούσε να έρθει ακόμη μία φορά τόσο απολαυστικά.


Για το Νέο Έτος τις παλιές χαρές
Ο δικός σας
Ντί[τσεν]




Μετάφραση από τα Γερμανικά: Σούλα Ζαχαροπούλου



Το παραπάνω γράμμα του Χανς Φάλλαντα (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Ρούντολφ Ντίτσεν) συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο του «Weihnachtsmann –was nun?», μία συλλογή από ιστορίες, αναμνήσεις και γράμματα για τα Χριστούγεννα. 
ِΔιαβάστε προηγούμενες δημοσιεύσεις με γράμματα του Χανς Φάλλαντα εδώ κι εδώ.
ِΔείτε στη βιβλιοnet ένα σύντομο βιογραφικό του Χανς Φάλλαντα και ποια βιβλία του κυκλοφορούν στα Ελληνικά. 

Hans Fallada, Χόρεψε ακόμα και η Ζούζε

30b94159b8ca8602aeeba7095b1481b7dc2f2e28

[Προς την αδελφή Ελίζαμπετ Χέριγκ και προς τον γαμπρό Χάινς]


Κάρβιτς, 28 Δεκεμβρίου 1938

Ταχυδρομείο Φέλντμπεργκ/Μέκλ.


Αγαπητή Ίμπετ, αγαπητέ Χάινς,


λοιπόν, τώρα θα έχουν περάσει οι γιορτές, τα τραπέζια με τα δώρα έχουν μαζευτεί, τα βιβλία –μερικώς- έχουν ταξινομηθεί, από την άλλη μεριά έχουν στοιβαχτεί σε μια άκρη και η παλιά ζωή μπορεί να ξεκινήσει. Καθετί, όπως πάντα τον καιρό πριν το Νέο Έτος, είναι αφιερωμένο στο σιγύρισμα και στο ξεκαθάρισμα για να μπορώ την πρώτη ημέρα του Νέου Έτους να εργαστώ λίγο άνευ χρεών. Αυτήν την φορά έρχεται λοιπόν το μικρό μου μεγάλο εύθυμο διήγημα [«μικρός άντρας, μεγάλος άντρας – όλα αντεστραμμένα»] … Χαίρομαι και μόνο ελαφρώς με πιάνει κρύος ιδρώτας, όταν σκέφτομαι, τι έχω να διεκπεραιώσω για την αγαπητή εφορία…


Εξάλλου η γιορτή ήταν πραγματικά χαριτωμένη. Μόνο η γιαγιά από το Αμβούργο ήταν εδώ ως καλεσμένη, ήμασταν λοιπόν εντελώς μεταξύ μας. Τα παιδιά, εκ των οποίων το Κουνούπι για πρώτη φορά επιτρεπόταν να σηκωθεί για το μοίρασμα των δώρων, ήταν πολύ χαριτωμένα, με μεγάλα απαστράπτοντα μάτια και πλήρως ευτυχισμένα.


(Ο Ούλι συναρμολογεί πολύ έξυπνα τo τρενάκι! Αυτό ήταν το σωστό!) τα κορίτσια πολύ ευτυχισμένα, ιδιαίτερα η Φρίντελ μας, η οποία ανοίγεται όλο και περισσότερο και γίνεται όλο και πιο επιδέξια. Ο θείος Ρέντερ κρατιέται ικανοποιητικά, αξιοπρεπής και λίγο σαστισμένος. Έπειτα υπήρχε, μετά το βραδινό φαγητό, με τα παιδιά να έχουν κοιμηθεί, λίγο σαμπάνια, μόνο τόσο, ίσα που να κάνουν όλοι κέφι, μπήκανε δίσκοι με χορευτικά και χόρεψε ακόμα και η Ζούζε, ακόμα και η ηλικιωμένη γιαγιά, ακόμα και ο σαστισμένος θείος Ρέντερ με την διευθύντρια και μόνο εγώ όχι. Αλλά αυτό ήταν αρκετά καλά! Λοιπόν όχι Χριστούγεννα κατά το παλιό στυλ των Ντύτσεν, αλλά πολύ ικανοποιητικά Χριστούγεννα!


Η Ζούζε έλαβε μία πραγματικά θαυμάσια ακουαμαρίνα σε αλυσίδα, ένα εκλεκτό κομμάτι. Της ταιριάζει υπέροχα εκείνης. Είναι όμως να το φοράει κανείς μόνο σε επίσημες περιστάσεις. Και εγώ μόνο βιβλία επί βιβλίων. Δεν τα μέτρησα, ήταν όμως περίπου 130 τεμάχια. Κυρίως άπαντα γερμανών συγγραφέων. Από την Ζούζε. Και έπειτα ο διευθυντής Κίλππερ από την Στουτγκάρδη μου δώρισε πολλά από τον εκδοτικό του και έπειτα ένας Βερολινέζος εκδότης, ο οποίος επίσης κοιτάει να με ψαρέψει, πολλά από τα δικά του. Και γενικώς… Και έπειτα οι δίσκοι του Μπετόβεν, τους οποίους σιγά σιγά γνωρίζουμε, η δεύτερη και η τρίτη περίοδος μας φαίνονται ιδιαίτερα όμορφες.


Αγαπητή Ίμπετ, μας έδωσες, όπως πάντα, όντως μεγάλη χαρά. Η φωτογραφία σου από την Φρήντριχστατ είναι σπουδαία και εμείς ευχαρίστως αυτό το εκλαμβάνουμε ως οιωνό για το 1939. Και όπως είπαμε, ο Ούλι είναι ευτυχισμένος με το τρενάκι και το Κουνουπάκι χαίρεται με το εικονογραφημένο βιβλίο της. Και το γαμήλιο άσμα είναι πραγματικά χαριτωμένο και δυνατό, το πρόσθεσα στις οικογενειακές αναμνήσεις. […]


Χρόνια Πολλά για το Νέο Έτος, τους πιο εγκάρδιους χαιρετισμούς μου, ευχαριστώ πολύ



Ο δικός σας Καρβιτσαίος


Ελπίζουμε ότι και τα δύο πακέτα έφτασαν καλά. Πείτε στη μαμά παρακαλώ ότι θα της γράψω την ημέρα της Πρωτοχρονιάς ή λίγο μετά ακόμη μία φορά πολύ σύντομα.




Μετάφραση από τα Γερμανικά: Σούλα Ζαχαροπούλου






Το παραπάνω γράμμα του Χανς Φάλλαντα συμπεριλαμβάνεται –όπως και τα δύο προηγούμενα που φιλοξένησε το logotexnia21- στο βιβλίο του «Weihnachtsmann –was nun?», μία συλλογή από ιστορίες, αναμνήσεις και γράμματα για τα Χριστούγεννα.

Στο βιβλίο διαφαίνεται η νοσταλγία του συγγραφέα για τις γιορτές των παιδικών του χρόνων, η ανησυχία του να «τακτοποιήσει» όλες τις χριστουγεννιάτικες υποχρεώσεις του αλλά και η επιθυμία του το Νέο Έτος να αποτελεί σταθμό για κάτι νέο, για μία καινούρια αρχή.


Σούλα Ζαχαροπούλου

Απόστολος Παύλος, Προς Κορινθίους Α΄


ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον. καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν ὥστε ὄρη μεθιστάναι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐθέν εἰμι. κἂν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι.


ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, οὐκ ἀσχημονεῖ, οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν, οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ· πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει.


ἡ ἀγάπη οὐδέποτε πίπτει· εἴτε δὲ προφητεῖαι, καταργηθήσονται· εἴτε γλῶσσαι, παύσονται· εἴτε γνῶσις, καταργηθήσεται. ἐκ μέρους γὰρ γινώσκομεν καὶ ἐκ μέρους προφητεύομεν· ὅταν δὲ ἔλθῃ τὸ τέλειον, τὸ ἐκ μέρους καταργηθήσεται. ὅτε ἤμην νήπιος, ἐλάλουν ὡς νήπιος, ἐφρόνουν ὡς νήπιος, ἐλογιζόμην ὡς νήπιος· ὅτε γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τὰ τοῦ νηπίου. βλέπομεν γὰρ ἄρτι δι᾽ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, τότε δὲ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον· ἄρτι γινώσκω ἐκ μέρους, τότε δὲ ἐπιγνώσομαι καθὼς καὶ ἐπεγνώσθην. νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα· μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη.



Hans Fallada, Εν όψει Χριστουγέννων το ψέμα γίνεται καθήκον

Berlin im Jahr 1945. Foto: imago/ITAR-TASS



[Προς την θεία Αντελαΐντε Ντίτσεν]


22 Δεκεμβρίου 1929


Αγαπητή θεία Άντα,


τα δύο σου παιδιά από το Νόιμυνστερ σού στέλνουν για τις γιορτές των Χριστουγέννων τις πιο καλές, τις πιο θερμές ευχές τους. Σε σκεφτόμαστε πολύ, μιλάω στην Ζούζε τόσο συχνά για εσένα και χαιρόμαστε πολύ που συμμερίζεσαι μετά σθένους την ζωή μας.


Μόλις ήμουνα με την Ζούζε στην κουζίνα και την έκανα χρυσή να μου πει μήπως και τελικά έχει έρθει κανένα πακέτο από εσένα. Εκείνη το αρνείται μέχρι τώρα σε ό,τι έχει ιερό και όσιο. (Εν όψει Χριστουγέννων το ψέμα γίνεται καθήκον). Λοιπόν, αγαπητή θεία Άντα, δεν ξέρουμε ακόμα τι είναι εκεί μέσα, αλλά σε ευχαριστούμε από καρδιάς που μας σκέφτηκες, πολύ χαιρόμαστε. […]



Δικοί σου


Ρούντολφ και Ζούζε




Το τελευταίο γράμμα


[Προς την Ζούζε Ντίτσεν]


Βερολίνο, 20. XII. 46


Σαριτέ-νευρολογική κλινική-πτέρυγα VI.



Αγαπητή Ζούζε, δεν θέλω να αφήσω τα παιδιά δίχως να φτάσει μία χριστουγεννιά -τικη ευχή από εμάς σε εσένα. Να γιορτάσετε μία πολλή όμορφη γιορτή όλοι μαζί, να διώξετε παντελώς για αυτές τις ημέρες τις έγνοιες σας και να χαρείτε ο ένας με τον άλλον και δίπλα στον άλλον. Εγώ θα βρίσκομαι πολύ με τις σκέψεις μου κοντά σας, ιδιαιτέρως επίσης κοντά στην μαμά, στην οποία πρέπει να δώσεις τους εγκάρδιους χαιρετισμούς μου. Θα είσαι ιδιαιτέρως υπερήφανη και ευτυχισμένη για τους δύο μεγάλους σου: ο Ούλι θα φέρει στο σπίτι ένα άνω του μετρίου καλό ενδεικτικό˙ μπορεί και πρέπει να είναι υπερήφανος για ό,τι έχει πετύχει –ελπίζω να μην γίνει πραγματικά «υπερήφανος». Το κουνουπάκι δεν το φοβάμαι: όλο και περισσότερο αποδεικνύεται ότι μαζί με την ζεστή του την καρδιά έχει και ένα πολύ ανοιχτό μυαλό και μερικές φορές ευχόμουν για τον μεγάλο της τον αδερφό να έχει λίγο από το πραγματικό χιούμορ με το οποίο το κουνούπι αντιμετωπίζει και δύσκολες καταστάσεις στην ζωή. Και ο Άχιμ, ο μικρός λαμπρός γιος μας, ο ήλιος μας, σε αυτόν θ’ ανήκει για πάντα ολόκληρη η καρδιά μου –πώς θα πανηγυρίζει και θα γελάει!


Τα δώρα των παιδιών για τις γιορτές θα μας κρατήσουνε ακόμα λίγο στην αναμονή. Θα λάβω από το Μπόνιερ στην Στοκχόλμη ψηλά δερμάτινα παπούτσια με κορδόνια για την Ούλα και το κουνούπι και επίσης για τον Άχιμ (εάν εσύ το θεωρείς αναγκαίο). Για τους δύο μεγάλους ο Ούλι θα μου φέρει σήμερα το απόγευμα το μέγεθος των πελμάτων σε εκατοστά, επειδή δεν ξέρω εάν τα γερμανικά και τα σουηδικά νούμερα συμπίπτουν˙ για τον Άχιμ στείλ’ τα μου εδώ εσύ ίσως τηλεγραφικώς έως την 1/1. Θα περιμένω μέχρι τότε για ν’ αποστείλω το γράμμα στο Μπόνιερ. Εκτός αυτού ο Ούλι επιτέλους θα λάβει ένα κοστούμι ραμμένο στα μέτρα του˙ τα χρήματα για αυτό είναι ήδη στην άκρη και ο ράφτης έχει επίσης βρεθεί˙ αμέσως μετά την επιστροφή του θα πάω σε αυτόν με τον Ούλι. Για το κουνουπάκι θα υπάρχει και ένα μάλλινο φουστάνι, το οποίο θα διαλέξει η Ούλα μαζί της· και για αυτό τα χρήματα είναι ήδη στην άκρη. Τίποτα εννοείται δεν θα είναι στην ώρα του τις γιορτές αλλά ακόμα και αργότερα θα χαρούνε.


Από εχτές λοιπόν είναι και η Ούλα εδώ στο σπίτι –στο τελευταίο νοσοκομείο σχεδόν θα μου το ξεκάνανε το καημένο το παιδί. Εκείνη εννοείται είναι σε μια τέτοια κατάσταση, στην οποία εγώ δεν επιτρέπεται να την δω ακόμα. Στις γιορτές θα είμαι μόνος. Είμαι όπως ένας κουτσός, που μέχρι τώρα τον οδηγούσανε, που όμως τώρα εκείνος όχι μόνο πρέπει να περπατήσει μόνος αλλά και να οδηγήσει έναν τυφλό. Δεν έχω πλέον πολλές επιθυμίες για εμένα (μόνο για την δουλειά μου), προσεύχομαι μόνο να βρω την δύναμη επιτέλους να γίνω λίγο περισσότερο άντρας. –Ευτυχή με κάνει το γεγονός ότι επιτέλους μετά τον Λύκο έγραψα ένα καλό μυθιστόρημα «Μόνος στο Βερολίνο» (μόνο μην διαβάσεις τον ανόητο αλλά και πετσοκομμένο «Εφιάλτη») και το γεγονός ότι έχω δύο καλά προσχέδια εργασίας. Τώρα μένει μόνο ακόμα οι εξωτερικές συνθήκες ζωής (θέρμανση, διατροφή) να είναι με κάποιον τρόπο ευνοϊκές!


Θα μεριμνήσω ώστε κατά την επιστροφή των παιδιών στις 10/1 να επικρατούν στο σπίτι ανεκτές συνθήκες και επίσης να υπάρχουν και αποθέματα. Ίσως να είμαι ήδη και εγώ εκεί. Η Ούλα σίγουρα όχι ακόμα. Εάν κατάφερνες την έχθρα του Ούλι απέναντι στην Ούλα, η οποία θέτει σε κίνδυνο την συμβίωσή μας, να την κατασβέσεις, αυτό θα ήτανε πολύ πολύτιμο. Υποθέτω, εκείνος βλέπει μονίμως στην Ούλα αυτή που έχει πάρει την θέση σου και ωστόσο εκείνη σίγουρα δεν τον κάνει αυτό!


Σου εύχομαι, σας εύχομαι χρόνια πολλά.


Ο φίλος σου Ντίτσεν

 



Μετάφραση από τα Γερμανικά: Σούλα Ζαχαροπούλου





Ο Χανς Φάλλαντα, το πραγματικό του όνομα Ρούντολφ Ντίτσεν, γεννιέται το 1893 στο Γκράιφσβαλντ (κοντά στη Βαλτική Θάλασσα). 


Το 1929 παντρεύεται την Άννα Ίσελ (Ζούζε), η οποία αποτελεί το πρότυπο της πρωταγωνίστριας στο γνωστότερο μυθιστόρημά του “Kleiner Mann - was nun?”. Αποκτούν τέσσερα παιδιά: τον Ούλριχ (Ούλι), τα δίδυμα Λόρε και Έντιτ, η δεύτερη πεθαίνει λίγο μετά τη γέννα, και τον Άχιμ.


Το 1930 ο Φάλλαντα παντρεύεται την κατά σχεδόν 30 χρόνια νεότερή του Ούρσουλα Λος (Ούλα), η οποία, όπως και εκείνος, είναι εξαρτημένη από τα ναρκωτικά και το αλκοόλ. Το 1947 ο Φάλλαντα πεθαίνει σε ένα σανατόριο στο Βερολίνο.


Οι παραπάνω επιστολές μεταφράστηκαν από την πρόσφατη γερμανική έκδοση Hans Fallada “Weihnachtsmann - was nun?” (Aufbau Verlag), η οποία αποτελεί μία συλλογή επιστολών, παιδικών αναμνήσεων και αφηγήσεων του συγγραφέα γύρω από τα Χριστούγεννα.



Στα Ελληνικά έχουν μεταφραστεί δύο έργα του: Μόνος στο Βερολίνο (μτφ. Α. Σαλτάμπαση, εκδ. ΠΟΛΙΣ) και Ο πότης (μτφ. Έ. Βαϊκούση, εκδ.Κίχλη).



Σούλα Ζαχαροπούλου

Αλέξανδρος Κ., Αγαπητέ Χριστόφορε

Αγαπητέ Χριστόφορε,

πώς είναι να πεθαίνεις; Πώς είναι να τρέχεις πάνω σε άλογο, κρατώντας τη σημαία; Και να ’ναι φθινόπωρο, που μοιάζει καλοκαίρι;

Πόσες φορές σκοτώθηκες όλα αυτά τα χρόνια; Σε πόσες γλώσσες σε φωνάξανε να σηκωθείς, να τρέξεις; Και τα παράθυρα; Σε ποια γλώσσα στριγκλίζουνε πιο τρομακτικά «Φωτιά!»; Πες μου.

Πώς ψελλίζουν οι σάλπιγγες απ’ έξω, στο προαύλιο; Πώς πάλλονται τα τύμπανα να δίνουν τον ρυθμό; Πώς καίγεται ο πύργος; Οι διάδρομοι, οι πόρτες; Πώς καίνε πάλι τα πόδια σου οι ξύλινες οι σκάλες; Πώς μαίνεται ο τόπος όλος;

Κι εκείνο το λυπητερό τραγούδι; Εκείνο που λένε τα κορίτσια στον τόπο σου, το φθινόπωρο, στα χωράφια; Πώς πάει ο σκοπός του;

Βλέπεις κι εσύ κάθε φορά τα παγωμένα μάτια του σκοτωμένου χωρικού; Τι είν’ αυτό που καθρεφτίζεται μέσα τους, αφού δεν είν’ ο ουρανός; Πόση ώρα μετά ακούτε σκυλιά να αλυχτάνε; Ποιος βλέπει πρώτος, και χαίρεται, τον πέτρινο τον πύργο;

Είναι, αλήθεια, πιο μικρές στο κρεβάτι οι προσευχές; Και πιο βαθιές;

Πόσες ζωές σού χάρισε ο ποιητής μ’ εκείνη τη μία νύχτα; Που δεν τη ρωτάς για τον άντρα της, που δεν σε ρωτά τ’ όνομά σου;

Την πλησιάζεις πρώτος εσύ ή σε διαλέγει εκείνη; Τι λόγια σού ψιθυρίζει;

Πώς παίρνεις στα χέρια σου το σύμβολο σαν λιπόθυμη γυναίκα; Και τη στολή, πώς την ξεχνάς πίσω σου, πάνω στην καρέκλα, να καεί; Και μαζί με τη στολή και το γράμμα που γράφεις στη μητέρα σου; Και το ροδοπέταλο της ξένης της γυναίκας, που θα ’δινε στο γράμμα τ’ άρωμά του και σου το δίνει ο άντρας της σαν θεία κοινωνία, για να σε προστατεύει;

Πώς γίνεσαι ένα μ’ εκείνο τ’ άλογο, πώς γίνεστε μαζί μία κραυγή, μία ιαχή που σκίζει τον αέρα; Τι μουσικές να φτάνουνε στ’ αφτιά σου;

Γιατί τους περνάς όλους και φεύγεις μόνος σου μπροστά, γιατί απομακρύνεσαι τόσο πολύ κι αφήνεις, καλπάζοντας, ακάλυπτα τα νώτα σου;

Πες μου, σε παρακαλώ, ξαφνιάζεται το σώμα με κάθε χτύπημα ή μόνο με το πρώτο;

Πόση ζωή μεσολαβεί ανάμεσα στο πρώτο και το τελευταίο χτύπημα; Θυμάσαι;

 


Με ειλικρινή εκτίμηση,

Αλέξανδρος Κ.

 

ΥΓ. Κρατάς τα μάτια σου ανοιχτά, όταν αστράφτουνε τα δεκαέξι γιαταγάνια; Δεν σε τυφλώνουν; Δεν λιποψυχείς;

 

 


Το κείμενο «Αγαπητέ Χριστόφορε» δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην Εφημερίδα των Συντακτών  τον Νοέμβριο του 2015, στη σειρά κειμένων  «Γράμμα σ' έναν (λογοτεχνικό) ήρωα» της στήλης «Βιβλιοστάτης», την  οποία επιμελείται ο Μισέλ Φάις, και αναφέρεται στον ήρωα του βιβλίου Ο σκοπός του έρωτα και του θανάτου του σημαιοφόρου Χριστοφόρου Ρίλκε [Die Weise von Liebe und Tod des Cornets Christoph Rilke] του γερμανόφωνου ποιητή και πεζογράφου της Πράγας Rainer Maria Rilke (1875-1926), το οποίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1906 από τον εκδοτικό οίκο Axel Juncker. Διαβάστε στη βιβλιοnet ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα για τον Ράινερ Μαρία Ρίλκε και δείτε ποια βιβλία του κυκλοφορούν στα Ελληνικά. 

O Αλέξανδρος Κυπριώτης είναι συγγραφέας και μεταφραστής. Άρχισε να δημοσιεύει κείμενα στο blog Logotexnia21 ως Αλέξανδρος Κ. τον Δεκέμβριο του 2009. Το 2013 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ίνδικτος το πρώτο του βιβλίο με τίτλο Μ' ένα καλό ακονισμένο μαχαίρι. Ιστορίες ανθρώπων. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο.

Franz Kafka, [...σαν βροχερός καιρός...]


George-Daniel de Monfreid_Portrait de Victor Segalen_1909

 

Απορώ που δεν μου έγραψες τίποτε για τον Τόνιο Κραίγκερ. Αλλά λέγω με τον νου μου: «Ξέρει πόσο χαίρομαι όταν παίρνω γράμμα του και για τον Τόνιο Κραίγκερ πρέπει να πει κανείς κάτι. Προφανώς μου έχει λοιπόν γράψει αλλά υπάρχουν συμπτώσεις, μπόρες, σεισμοί, το γράμμα χάθηκε». Αμέσως μετά όμως θύμωσα μ’ αυτή τη σκέψη, αφού δεν είχα διάθεση να γράψω, και βρίζοντας που έπρεπε ν’ απαντήσω σ’ ένα άγραφο ίσως γράμμα, άρχισα να γράφω:

 

Όταν έλαβα το γράμμα σου, σκεπτόμουν μες στη σύγχυσή μου αν έπρεπε να ’ρθω σ’ εσένα ή να σου στείλω λουλούδια. Αλλά δεν έκαμα τίποτε απ’ τα δύο, εν μέρει από αμέλεια, εν μέρει επειδή φοβόμουν μην κάμω ανοησίες, αφού έχω χάσει λίγο τη σειρά μου κι είμαι θλιμμένος σαν βροχερός καιρός.

 

Να, όμως, που μου έκαμε καλό το γράμμα σου. Διότι όταν μου λέγει κανείς ένας είδος αλήθειας, εγώ το βρίσκω υπεροπτικό. Με διδάσκει μ’ αυτό, με υποβιβάζει, αναμένει εκ μέρους μου τον μόχθο κάποιας ανταπόδειξης, χωρίς όμως να κινδυνεύει ο ίδιος, αφού εκείνος μέλλει βέβαια να θεωρεί απρόσβλητη τη δική του την αλήθεια. Αλλά όσο ιεροτελεστικό, ασυλλόγιστο και συγκινητικό κι αν είναι, όταν καταλογίζει κανείς μία προκατάληψη σε κάποιον, είναι ακόμη πιο συγκινητικό, όταν την αιτιολογεί και μάλιστα όταν την αιτιολογεί με προκαταλήψεις πάλι.

 

Γράφεις ίσως και για την ομοιότητα με τη δική σου την ιστορία «Εκδρομή στο βαθύ κόκκινο». Κι εγώ σκεπτόμουν παλαιότερα μια τέτοια εκτεταμένη ομοιότητα, προτού διαβάσω τώρα τον «Τόνιο Κραίγκερ» πάλι. Διότι το καινούργιο του «Τόνιο Κραίγκερ» δεν έγκειται στην ανεύρεση τούτης της αντίθεσης (Δόξα τω Θεώ που δεν είμαι αναγκασμένος πια να πιστεύω σε τούτη την αντίθεση, είναι μια αποθαρρυντική αντίθεση) παρά στον λόγω ιδιοσυστασίας ωφέλιμο (ο ποιητής στην «Εκδρομή») έρωτα του αντιθέτου.

 

Αν λοιπόν αποδεχθώ ότι εσύ έχεις γράψει γι’ αυτές τις αντιθέσεις, δεν καταλαβαίνω γιατί το γράμμα σου στο σύνολό του είναι τόσο αναστατωμένο και πνευστιά. (Είναι πιθανό να το θυμάμαι απλώς και μόνο εγώ ότι έτσι ήσουν την Κυριακή το πρωί.) Σε παρακαλώ ηρέμησε λίγο

 

Ναι, ναι είναι καλό που κι αυτό το γράμμα θα χαθεί

 

Δικός σου Φραντς Κ.

 

Ύστερα από δυο ημέρες που έχω ξεμάθει.


 

Μετάφραση από τα Γερμανικά: Αλέξανδρος Κυπριώτης


Franz Kafka Το παραπάνω γράμμα απευθύνεται στον συγγραφέα Μαξ Μπροντ (1884-1968), φίλο του Φραντς Κάφκα (1883-1924), είναι γραμμένο το φθινόπωρο του 1904 και παρέμεινε ανεπίδοτο. Η νουβέλα του Τόμας Μανν (1875-1955) Τόνιο Κραίγκερ δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στη Neue Rundschau [Νέα Επιθεώρηση] τον Φεβρουάριο του 1903, όπου και την πρωτοδιάβασε ο Φραντς Κάφκα,  και στη συνέχεια συμπεριλήφθηκε στον τόμο Τριστάνος. Έξι νουβέλες που εκδόθηκε την ίδια χρονιά από τον εκδοτικό οίκο S. Fischer στο Βερολίνο.  Το φθινόπωρο του 1904 ο Μαξ Μπροντ ολοκλήρωσε τη νουβέλα, την οποία ο Κάφκα αναφέρει ως Εκδρομή στο βαθύ κόκκινο, και τη διάβασε στον ίδιο και τον  Όσκαρ Μπάουμ (1883-1941), στο σπίτι του δεύτερου. Έπειτα από αυτή τη συνάντηση, ο Φραντς Κάφκα έδωσε στον Μαξ Μπροντ να διαβάσει τον Τόνιο Κραίγκερ του Τόμας Μανν, τον οποίο εκτιμούσε ως συγγραφέα. Άλλωστε, τον Ιανουάριο του 1904 ο Κάφκα είχε ήδη μιλήσει στον Μπροντ και για το διήγημα του Τόμας Μανν Μια κάποια ευτυχία, η πρώτη πρότασή του οποίου τον είχε μαγέψει. Η νουβέλα του Μπροντ εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1909 στο Βερολίνο από τον εκδοτικό οίκο Juncker, με τον τίτλο Erziehung zur Hetäre. Ausflüge ins Dunkelrote [Εκπαίδευση για εταίρα. Εκδρομές στο βαθύ κόκκινο]. Το παραπάνω γράμμα του Φραντς Κάφκα δημοσιεύεται για πρώτη φορά ολόκληρο στα Ελληνικά. Ένα μικρό απόσπασμα του έχει συμπεριληφθεί ως σημείωση στο βιβλίο του Nicholas Murray Κάφκα. Η παραπάνω μετάφραση ολόκληρου του γράμματος έμενε ξεχασμένη στον υπολογιστή του μεταφραστή από το 2005 και βρέθηκε τυχαία χάρη σε μια πρόσκληση από την Ομάδα βιβλίου του Πόρτο Ράφτη για συζήτηση με αφορμή τη Μεταμόρφωση του Φραντς Κάφκα.

Franz Kafka, [Νεαρές κοπέλες στα εργοστάσια πορσελάνης]

broken

[…]

Στις τέσσερεις περιφέρειές μου εμπίπτουν – πέρα απ’ τις υπόλοιπες εργασίες μου – άνθρωποι που πέφτουνε σαν μεθυσμένοι κάτω απ’ τις σκαλωσιές, μέσα στις μηχανές, όλα τα μαδέρια παλαντζάρουνε κι ανατρέπονται, τα πρανή αναχώματα υποχωρούνε, όλες οι σκάλες γλιστράνε, ό,τι δίνεις προς τα πάνω γκρεμίζεται κάτω, ό,τι δίνεις προς τα κάτω σε παίρνει μαζί του και γκρεμίζεσαι κι εσύ. Και σε πιάνει πονοκέφαλος μ’ εκείνες τις νεαρές κοπέλες στα εργοστάσια πορσελάνης, που σωριάζονται ασταμάτητα με πύργους από πιατικά πάνω στα σκαλοπάτια.

[…]


Μετάφραση από τα Γερμανικά: Αλέξανδρος Κυπριώτης


Franz_Kafka Το παραπάνω απόσπασμα είναι από ένα γράμμα του Φραντς Κάφκα στον φίλο του τον Μαξ Μπροντ, γραμμένο το καλοκαίρι του 1909, όταν ο Κάφκα εργαζόταν ως υπάλληλος στο “Ίδρυμα Ασφάλισης Εργατικών Ατυχημάτων για το Βασίλειο της Βοημίας στην Πράγα”. Συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο του Nicholas Murray “Κάφκα”, που κυκλοφορεί στα Ελληνικά από τις εκδόσεις Ίνδικτος.