Στις 29/12/1928
Αγαπητέ Κάγκελμαχερ,
πόσο άμετρα άδικο εκ μέρους σας ήτανε, αναφορικά με τη σύγκριση του ωροσκοπίου της δεσποινίδος Ίσελ και του δικού μου, να μου γράψετε σχετικά δυσανάγνωστα απλώς ένα σωρό πλανητικές όψεις, τις οποίες ποσώς γνωρίζω τι να τις κάνω και φυσικά δεν λέω λέξη ως καθώς πρέπει άνθρωπος - να αφήνεται η υπόλοιπη δουλειά στη ζωή.
Εντελώς το αντίθετο - είμαι τόσο καθώς πρέπει, που σας γνωστοποιώ, ότι η ζωή στρώθηκε αμέσως στη δουλειά και ότι τη 2η ημέρα των Χριστουγέννων το πρωί στις 3 και μισή η ώρα αρραβωνιάστηκα με τη δεσποινίδα Ίσελ, η οποία ονομάζεται Άννα, αλλά τη φωνάζουνε Ζούζε. (Εκείνη γνωρίζει το παρελθόν μου). Και είμαι τόσο ευτυχισμένος, όπως δεν ήμουν ποτέ έως τώρα, και εντελώς έκπληκτος όσον αφορά στο γεγονός ότι εκείνη φαίνεται να είναι επίσης ευτυχισμένη. Τι βρίσκει σε εμένα ένα νεαρό και εξαιρετικά καλά εμφανίσιμο κορίτσι, δε μου είναι εντελώς κατανοητό, αλλά σε κάθε περίπτωση είμαι πράγματι σε τέτοιο βαθμό ευτυχισμένος, που κάθε λεπτό καρδιοχτυπώ.
Δικές σας μερικές ημερομηνίες, οι οποίες εμένα με καθιστούν επιεικώς έκπληκτο: στις 13/10 είδα για πρώτη φορά τη Ζούζε και μετακόμισα στο Νόιμυνστερ. Στις 13/11 με αναζήτησε για πρώτη φορά το νέο μου αφεντικό. Στις 13/12 υπογράψαμε το συμβόλαιο πρόσληψης. Στις 26 (2 επί 13)/12 αρραβωνιάστηκα με τη Ζούζε. Είναι αυτό προσωρινώς αρκετό; Και αυτό είναι όντως τελικά το μοναδικό, το οποίο βέβαια οι ημερομηνίες υποβάλλουν σε κάποιον. […]
Δε μου αρέσει να παραληρώ μπροστά σας από ενθουσιασμό για τη Ζούζε.
Απλώς ας ειπωθεί ότι ποτέ έως τώρα δεν ήμουν τόσο υπερήφανος για έναν άνθρωπο, όπως γι’ αυτό το σπάνια αρμονικά σιωπηλό, πράγματι πολύτιμο παιδί. Επίσης δεν έχω ποτέ έως τώρα βρει μία γυναίκα, η οποία να έχει υπάρξει εσωτερικά τόσο άνετη, τόσο θαυμάσια ελεύθερη όπως αυτή. Προσεύχομαι στους θεούς, να μη με φθονούν, να μη μου αρπάξει από το στόμα κάποια κακεντρέχεια αυτή τη θαυμάσια χάρη. Έχω σκοπό –και η Ζούζε είναι σύμφωνη– να παντρευτούμε με κάθε μυστικότητα το συντομότερο δυνατόν, έτσι εκείνη θα μείνει εντελώς όπως μέχρι τώρα στο Αμβούργο, εγώ εδώ, θέλω μόνο να δεσμεύσω εμένα ή εκείνη, αχ ένας θεός ξέρει γιατί!
Είναι έντεκα η ώρα το βράδυ, φυσικά οι ενοικιαστές από δίπλα εκφράζουν την αντίθεσή τους στο θόρυβο της γραφομηχανής, πρέπει να κλείσω.
Αγαπητέ Κάγκελμαχερ, κάποτε μου γράψατε προφητικά στο δρόμο για τη στενή ότι και για εμένα πάλι θα άξιζε η ζωή ακόμα μία φορά, δεν το πίστεψα, ποτέ δε θα περνούσε από το μυαλό μου ότι θα μπορούσε να έρθει ακόμη μία φορά τόσο απολαυστικά.
Για το Νέο Έτος τις παλιές χαρές
Ο δικός σας