Κατερίνα Γώγου, [...Μυρτώ...]

 Photo by ivanmarn

 

9

ΤΡΟΙΑΣ 35α

 

Το σπίτι μου όπως και το δικό σας

μπαίνει στα σπίτια των άλλων ανθρώπων

έτσι στενοί πούναι οι δρόμοι

έτσι πολλοί πούναι οι άνθρωποι.

Είναι φορές κολλητά όπως ζούμε

που θαρρώ πως κοιμόμαστε στο ίδιο κρεβάτι

πλένουμε τα δόντια μας με το ίδιο βουρτσάκι

και τρώμε το ίδιο φαΐ.

Μόνο που όταν φεύγετε

αφήνετε τα πιάτα σας άπλυτα

δεν εξηγείται αλλιώς

έτσι βρώμικος που είναι πάντα ο νεροχύτης.

Δεν πειράζει όμως.

Και κάνω ό,τι μπορώ

για να σας δείξω πόσο σας αγαπάω.

Γι’ αυτό κολλάω το μουστάκι

και βγαίνω με τη βεντάλια στην βροχή.

Για να γελάσουν τα παιδιά σας.

Μονάχα σας παρακαλώ μην μας κουτσομπολεύετε.

Κι αφήστε τη δική μου τη Μυρτώ ήσυχη.

Έτσι γεννήθηκε.

Λυπημένη.

[Τρία κλικ αριστερά, 1978]

 

 

3

Με το κεφάλι θρύψαλα

απ’ τη μέγγενη των παζαριών σας

την ώρα της αιχμής και κόντρα στο ρεύμα

θ’ ανάψω μια μεγάλη φωτιά

και κει θα ρίξω όλα τα Μαρξιστικά βιβλία

έτσι που να μη μάθει ποτέ η Μυρτώ

τα αίτια του θανάτου μου.

Μπορείτε να της πείτε

πως δεν άντεξα την άνοιξη ή πως πέρασα με κόκκινο.

Ναι. Αυτό είναι πιο πιστευτό.

Με κόκκινο. Αυτό να πείτε.

[Ιδιώνυμο, 1984]

 

(1)

Το σπίτι μου, όσο το άνοιγμα των χεριών της κόρης μου

4 χρόνια άστεγη τώρα…

 

[…]

 

(11)

ΜΗ!...

«Τυλίγω πάγο στο συναίσθημα

Τίποτ’ άλλο δεν είναι».

Ύστερα μεγαλώνοντας κι άλλο

το άνοιγμα των χεριών

«Φ ο β ά μ α ι» είπε

κι έφυγε με μια ασήκωτη βαλίτσα

το παιδί

αφήνοντάς με

σε μια πόρτα

ανοιχτή

από αναρριχητικά τρόμου και σκοτάδι πνιγμένη

10 Οκτωβρίου η Μυρτώ

Το μήνα των παγωμένων σταφυλιών γεννημένη.

[Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών, 1988]

 

 

 

Η Μυρτώ Τάσιου, κόρη της ηθοποιού και ποιήτριας Κατερίνας Γώγου και του σκηνοθέτη Παύλου Τάσιου, γεννήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 1967. Το 2014 κυκλοφόρησε η πρώτης της ποιητική συλλογή, με τον τίτλο Η Αλίκη δε μένει πια εδώ. Το πρώτο ποίημα από αυτή τη συλλογή μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

 

Την Τετάρτη, 4 Μαρτίου 2015, στις 8 μ.μ., στο Θέατρο Εμπρός η Όλια Λαζαρίδου θα διαβάσει ποιήματα από τη συλλογή της Μυρτώς Τάσιου Η Αλίκη δε μένει πια εδώ, ενώ οι Σόφια Γεωργοβασίλη, Δανάη Ρούσσου, Αθηνά Δεληάδη, Αγγελίνα Γεροστάθη και Έλενα Μεγγρέλη θα διαβάσουν ποιήματα της Κατερίνας Γώγου. Στην ίδια εκδήλωση θα ακουστούν δύο κείμενα για την ποίηση της Κατερίνας Γώγου, γραμμένα από τους Σαμσών Ρακά και Silent Crossing, και ένα για τη Μυρτώ Τάσιου, γραμμένο από τη Γλυκερία Μπασδέκη. Θα συμμετέχουν επίσης ο Σταύρος Τσιώλης και η Μελίνα Τανάγρη, ενώ μετά την εκδήλωση θα ακολουθήσει συζήτηση και η Καλλιόπη Τακάκη θα επιμεληθεί τη μουσική. Η είσοδος είναι ελεύθερη. Περισσότερες πληροφορίες εδώ.

Μυρτώ Τάσιου, Η Αλίκη δε μένει πια εδώ

Photo by Heriberto Herrera 

Κι εκείνη όλη της τη ζωή πέρασε ελπίζοντας

πως θα αλλάξουν τα πράγματα·

το θυμάμαι, Κατερίνα

ήσουν εσύ που περίμενες ώρες ατελείωτες

ένα σημάδι πως είμαστε ακόμα ζωντανοί.

Σου γράφω γιατί έμεινες μόνη σου με τα φαντάσματα

εγώ δεν μπόρεσα, πήγα σε άλλη γη

που το πάθος για τη ζωή

γίνεται ένα με τη μουσική

και οι πληγές μένουν ένα ενθύμιο

στον μπουφέ με τις φωτογραφίες

των συγγενών που πέθαναν.

Κάθε φορά που μιλάω για σένα

δάκρυα ποτάμια· είσαι η ψυχή κι η βροχή

ψυχούλα μου.


 

 

Layout 1 Το ποίημα «Η Αλίκη δε μένει πια εδώ» είναι από την ομώνυμη ποιητική συλλογή της Μυρτώς Τάσιου, που κυκλοφόρησε το 2014 από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

Στο αυτοβιογραφικό σημείωμα που συνοδεύει το βιβλίο γράφει η ίδια:

«Γεννήθηκα στις 10 Οκτωβρίου 1967. Μητέρα μου είναι η Κατερίνα Γώγου, ηθοποιός και ποιήτρια. Πατέρας μου είναι ο Παύλος Τάσιος, σκηνοθέτης. Και οι δύο πέθαναν νέοι.

Όταν ήμουν μικρή, πήγα στη Σχολή Μοντεσόρι και μετά έβγαλα μια καλών τεχνών, γιατί είχα πάθος για τη ζωγραφική. Μετά ειδικεύτηκα στη βυζαντινή τέχνη. Άρχισα να δουλεύω με τον Μιχάλη Αγγελιδάκη.

Στο μεταξύ έκανε μπαμ η επιτυχία της Κατερίνας. Δυστυχώς έφερε αντίθετα αποτελέσματα. Άρχισε να πίνει και να αυτοκαταστρέφεται με όλους τους τρόπους. Ένιωθα ενοχές που δεν μπορούσα να τη βοηθήσω και μπλέχτηκα κι εγώ μέσα.

Ο πατέρας μου με παρακολουθούσε διακριτικά. Μου έκανε την πρόταση να πάω στην κοινότητα Saman στο Παλέρμο κι εγώ δέχτηκα.

Ένα χρόνο μετά το θάνατο της Κατερίνας άρχισα να παίρνω τα πάνω μου. Ξανάρχισα να ζωγραφίζω και να γράφω. Έβλεπα το μέλλον μου με διαφορετικό τρόπο. Όλες οι αναμνήσεις έγιναν πεταλούδες, πέρασαν. Είκοσι χρόνια πέταξαν. Το μόνο που ζητάω είναι να ζήσω ελεύθερη χρωματιστά».

 

 

Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου γράφει:

«Αυτό το βιβλίο είναι ένα πέρασμα

απ’ το παρελθόν στο μέλλον

μία συνέχεια από το θάνατο στη ζωή

απ’ το ψέμα στην αλήθεια.

Η Αλίκη είναι η ψυχή μου που θέλει να ξεφύγει

απ’ την κόλαση, φυλακισμένη 20 χρόνια τώρα.

Καταλαβαίνει πως μόνη της θα γλείφει τις πληγές της.

Μόνη της θα περπατάει πάνω στ’ αγκάθια.

Η αγάπη πονάει. Πονάει όπως η αλήθεια.

Και ό,τι γράφω σε αυτές τις ρίγες είναι αλήθεια. Η φαντασία μου παρέμεινε ίδια. Τώρα είμαι ελεύθερη, μεθυσμένη από ήλιο.

Ζω, ξαναζώ. Νιώθω τις λέξεις που η μία δίπλα στην άλλη κάνουν προτάσεις ολόκληρες από ωραίες ή άσχημες εικόνες. Παίζω με τη φωτιά

Διηγούμαι παιδιά ευαίσθητα που δεν άντεξαν Droga – Alcool, σίγουρα ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή.

Εγώ κατάφερα να την κοπανήσω.

Να με. «Η Αλίκη δε μένει πια εδώ».

Σε ένα ταξίδι στη χώρα των θαυμάτων.

Περπατάω με το κεφάλι ψηλά. Νίκησα.

Τώρα η ψυχή μου ησύχασε.

Αυτό το βιβλίο το χαρίζω σε όποιον αγωνίζεται ακόμα, γιατί "LA VITA E BELLA"».

(μουσικό διάλειμμα)

Την Τετάρτη, 4 Μαρτίου 2015, στις 8 μ.μ., στο Θέατρο Εμπρός η Όλια Λαζαρίδου θα διαβάσει ποιήματα από τη συλλογή της Μυρτώς Τάσιου Η Αλίκη δε μένει πια εδώ, ενώ οι Σόφια Γεωργοβασίλη, Δανάη Ρούσσου, Αθηνά Δεληάδη, Αγγελίνα Γεροστάθη και Έλενα Μεγγρέλη θα διαβάσουν ποιήματα της Κατερίνας Γώγου. Στην ίδια εκδήλωση θα ακουστούν δύο κείμενα για την ποίηση της Κατερίνας Γώγου, γραμμένα από τους Σαμσών Ρακά και Silent Crossing, και ένα για τη Μυρτώ Τάσιου, γραμμένο από τη Γλυκερία Μπασδέκη. Θα συμμετέχουν επίσης ο Σταύρος Τσιώλης και η Μελίνα Τανάγρη, ενώ μετά την εκδήλωση θα ακολουθήσει συζήτηση και η Καλλιόπη Τακάκη θα επιμεληθεί τη μουσική. Η είσοδος είναι ελεύθερη. Περισσότερες πληροφορίες εδώ.

Εύη Μαυρομμάτη, Καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν

Marc Chagall - Les Amants au ciel rouge

«Γιατί ο άνθρωπος έχει αυτοεγκλειστεί,

και τώρα βλέπει τα πάντα μέσα από τις

στενές χαραμάδες της σπηλιάς του».

William Blake

Οι γάμοι του ουρανού και της κόλασης

 

 

Μουντό πρωινό, γύρω στις έντεκα, στην Πανεπιστημίου. Ο δρόμος άδειος, τα πεζοδρόμια γεμάτα κόσμο. Πάνω στην άσφαλτο, στο ύψος της Βιβλιοθήκης, ένας γυάλινος θάλαμος. Τρέχω κατά πάνω του πιο γρήγορα απ’ όσο μπορώ. Το θέαμα κόβει την ανάσα και βίαια γεννάει την επόμενη. Σε κάθε βήμα.

Ο μεγαλόσωμος άντρας κρατάει απ’ τα μαλλιά, σηκωμένη στον αέρα, τη δίχρονη κόρη μου. Χτυπιέται. Στα παραμορφωμένα απ’ το κλάμα χείλη της διαβάζω ένα μακρόσυρτο «Μαμά». Μισό μέτρο μόνο κι έφτασα. Η λεπίδα διατρέχει το λαιμό της. Το δεξί μυώδες χέρι του επιδεικνύει το κεφάλι της σαν τρόπαιο.

Γονατισμένη στον δρόμο προσπαθώ με μανία να τη συναρμολογήσω. Να κουμπώσει το κεφάλι σωστά, να τη σηκώσω όρθια, ν’ ανοίξουν τα μάτια της. Το κεφάλι πέφτει απ’ τη θέση του. Κατρακυλάει στην άσφαλτο. Απλώνομαι να το προλάβω. Το πιάνω. Ξαναπροσπαθώ. Μια, δυο, τρεις…

Γύρω μου αστυνομικοί. Αρπάζω από έναν το πιστόλι του. Το χώνω στο στόμα μου. Ο πατέρας της τρέχει προς το μέρος μας. Μου παίρνει το πιστόλι απ’ το στόμα, το βάζει στο δικό του. Κοιταζόμαστε για λίγο… Τα μάτια μας οθόνες, προβάλλουν τη ζωή μας σε ασύνδετα καρέ. Μπαμ!

Σειρά μου τώρα. Θέλω να τους προλάβω. Πατάω τη σκανδάλη. Τίποτα. Πατάω ξανά. Η σκέψη της αποτυχίας με πανικοβάλει.

Οι αστυνομικοί απομακρύνονται αργά αργά. «Μια σφαίρα, σας παρακαλώ», φωνάζω. Κάνουν σαν να μη μ’ ακούνε. «Μια σφαίρα, ρε μαλάκες». Καμιά αντίδραση. Πάω ν’ αρπάξω πάλι από έναν το πιστόλι του αλλά μόλις τον αγγίζω, χάνεται.

 

Ξυπνάω μούσκεμα στον ιδρώτα. Η κρεβατοκάμαρα μοιάζει μισοξένη. Σαν να μην βρίσκομαι ολόκληρη στην πραγματικότητα. Σαν να ξέμεινε ένα κομμάτι μου κάπου αλλού. Γυρίζω και τον βλέπω να κοιμάται ανάσκελα, σε στάση στρατιωτική. Δεν είμαι θυμωμένη, απλώς πονάω. Πονάω όπως πονάει κάποιος που κοπανιέται κάθε μέρα για πολλά χρόνια σε έναν τοίχο. Έχω παραμορφωθεί τόσο που δεν αναγνωρίζω πια τον εαυτό μου. Κι ο τοίχος εκεί, αχόρταγος, αμείλικτος.

Η αρρώστια τον είχε κάνει αδιαπέραστο. «Πρέπει να τον καταλάβεις», μου έλεγαν, «έχει περάσει πολλά». Σε κάθε παράλογη αντίδρασή του, η ίδια καραμέλα. «Κάνε υπομονή, θα του περάσει. Έχει την αγωνία του με τις εξωσωματικές, αποβάλλεις κι εσύ συνέχεια…».

Έξω βρέχει. Τα πορτοκαλί ψηφία στο ρολόι του κομοδίνου του δείχνουν 03:06. Ξαπλώνω δίπλα του ανάσκελα. Με όση ακρίβεια μού επιτρέπει το λιγοστό φως που μπαίνει απ’ το μισάνοιχτο παντζούρι, δοκιμάζω να φέρω το κεφάλι μου στο ύψος του δικού του. Πιάνω απαλά το δεξί του χέρι. Φέρνω το πιστόλι στον δεξή μου κρόταφο. Αν είμαστε τυχεροί, μια σφαίρα θα φτάσει και για τους δύο.

 

 

Η Εύη Μαυρομμάτη γεννήθηκε το 1978 στην Αθήνα και είναι επαγγελματίας μεταφράστρια. Στις σελίδες της Logotexnia21 δημοσιεύονται τα ποιήματά της Επιστροφή, La bella Simonetta και Χρόνος είναι..., Μπλε ώρα, όπως και μεταφράσεις της (Rainer Maria Rilke, Else Lasker-Schüler, Gottfried Keller).

 

© Logotexnia 21 + Εύη Μαυρομμάτη

Κωνσταντίνος Δ. Τζαμιώτης, ΤΕΡΜΑΤΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ

  ΤΕΡΜΑΤΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Με συγχωρείτε, σας παρακολουθώ τόση ώρα χωρίς να είμαι βέβαιος πως απευθύνεστε σ’ εμένα και επιπλέον ο θόρυβος δεν μου επιτρέπει ν’ ακούω όλα όσα λέτε. (Σύντομη παύση.) Δεν θέλω να φανώ αγενής ή αδιάκριτος, αλλά εάν όντως μιλάτε σ’ εμένα, πρέπει ν’ ανεβάσετε τον τόνο της φωνής σας.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Ακριβώς αυτό προσπαθώ να εξηγήσω. Πως δεν αρκεί να μιλάς. Μπαίνεις σ’ έναν σταθμό, σ’ έναν οποιονδήποτε σταθμό, τρένων, λεωφορείων, ξέρετε… και συναντιέσαι μ’ έναν σωρό κόσμο, που, όπως και εσύ γι’ αυτούς, δεν γνωρίζουν τίποτα για σένα εκτός από το ότι βρίσκεσαι εκεί για να ταξιδέψεις ή επειδή περιμένεις κάποιον. (Σύντομη παύση.) Είσαι ένας άγνωστος, λοιπόν, μεταξύ αγνώστων και αυτό δεν αλλάζει ακόμη και όταν οι περιστάσεις το φέρουν έτσι ώστε να πρέπει να μιλήσεις με κάποιον ή κάποιους. (Σύντομη παύση.) Επιβιβάζεσαι, οι ευκαιρίες για επικοινωνία πληθαίνουν, ακόμη και τότε όμως τι αλλάζει πραγματικά; Ακόμη και αν μια πρώτη ερώτηση ή ένα σύντομο σχόλιο βρουν μια απάντηση ή εξελιχθούν σε μια πραγματική συζήτηση που καμιά φορά διαρκεί ώρες, ακόμη και τότε παραμένεις ένας άγνωστος μεταξύ αγνώστων. Θέλω να πω… (Σύντομη παύση.) …είναι μια σχέση που δύσκολα ανατρέπεται.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Ίσως είναι καλύτερα έτσι…

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: (κάπως μουδιασμένα). Μπορεί, ποιος ξέρει…

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Καμιά φορά, βέβαια, ισχύει το αντίθετο.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Πράγματι. (Σύντομη παύση.) Έστω και αν η συναναστροφή

με αγνώστους, συχνά, κρύβει κάθε είδους εκπλήξεις, όχι απαραίτητα ευχάριστες.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Χωρίς αμφιβολία.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Από την άλλη, δεν είναι και λίγες οι φορές που μια ανιαρή διαδρομή γίνεται λιγότερο δυσάρεστη

εξαιτίας μιας τέτοιας γνωριμίας. Μια αξιοπρόσεκτη γνωριμία μπορεί να επισκιάσει ακόμη και αυτό το ίδιο το ταξίδι.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Ξέρω τι εννοείτε.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Δεν μιλώ απαραίτητα για τη δυνατότητα μιας ενδιαφέρουσας

συζήτησης ή, για να το προεκτείνω, μιας κολακευτικής γνωριμίας με κάποια γοητευτική κυρία.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Κάθε άλλο. Τίποτε τέτοιο δεν εννοούσα όταν ανέφερα… ελπίζω να καταλάβατε πως...

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: (τον διακόπτει). Μην ανησυχείτε, φυσικά και δεν εννοούσατε τίποτα τέτοιο. Αν και, ξέρετε, έχω ζήσει μια παρόμοια κατάσταση. (Σύντομη παύση.) Φυσικά μιλώ για κάτι που έχει συμβεί μόλις μία φορά στα δεκαοχτώ χρόνια που κάνω αυτή τη διαδρομή καθημερινά. (Σύντομη παύση.) Γνωρίζω πως στατιστικά πρόκειται για μία εξαιρετικά σπάνια περίπτωση αλλά δεν παύει ν’ αποτελεί μια πραγματικότητα, μία πολύ ενδιαφέρουσα πραγματικότητα για ν’ ακριβολογώ.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Δεν έχω λόγο ν’ αμφιβάλλω.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Ναι, ναι, έτσι είναι, σας βεβαιώνω.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Μάλιστα. Κάτι τέτοια συμβάντα αποτελούν, πώς το λένε; (Χαμογελά με κάποια επιτήδευση.) Τη χάρη των ταξιδιών. Ακόμη και των σύντομων όπως το δικό μας.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Δεν έχει καμία σημασία η διάρκεια. Να είστε σίγουρος γι’ αυτό.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Εύκολα θα υποστήριζα το αντίθετο. Δεν μπορεί, κάποιον ρόλο θα παίζει ο χρόνος.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Πράγματι παίζει αλλά μην ξεγελιέστε. Σ’ ένα ταξίδι ό,τι είναι να συμβεί, θα συμβεί τα πρώτα λεπτά. Δύσκολα ξεκινάς κουβέντα με κάποιον, όταν για ώρες πριν έχεις μείνει δίπλα του εντελώς σιωπηλός.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α:Θα υπάρχουν και εξαιρέσεις.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Οι εξαιρέσεις είναι αναπόφευκτες.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Όπως στην περίπτωσή μας.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Σας είπα, οι εξαιρέσεις είναι αναπόφευκτες.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: (διστακτικά). Ξέρετε, όταν σας πρωτοείδα να κάθεστε στο κάθισμά σας, με τα μάτια κλειστά, σκέφτηκα, δεν ξέρω γιατί, πως δεν επρόκειτο ν’ ακούσω κουβέντα απ’ το στόμα σας.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Όταν ταξιδεύεις τόσο συχνά όσο εγώ, οφείλεις να παίρνεις τα μέτρα σου. Ειδάλλως, κινδυνεύεις να βρεθείς με ανεπιθύμητη παρέα.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: (ξαφνιασμένος πάει να πει κάτι αλλά το μετανιώνει, ύστερα ανακάθεται και στρέφεται ολόκληρος προς τον επιβάτη Β). Και είπατε προηγουμένως πως κάνετε αυτή τη διαδρομή κάθε μέρα εδώ και δεκαοχτώ χρόνια;

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Ακριβώς. Αν δεν φοβόμουν μη φανώ κουραστικός, θα μπορούσα να σας πω με σχεδόν απόλυτη ακρίβεια πόσες φορές.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Παρακαλώ, μη διστάζετε.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Με τη σημερινή ακριβώς δεκαεννιά χιλιάδες εννιακόσιες πενήντα.

ΕΠΙΒΑΤΗΣΑ: (χαμογελώντας). Δεν νομίζετε πως είναι υπερβολικά μεγάλο το νούμερο;

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Ασφαλώς, μα είναι αληθινό.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Μα σκεφτείτε το λίγο. Δεν μπορεί να κάνατε αυτή την άχαρη διαδρομή σχεδόν είκοσι χιλιάδες φορές. Το βρίσκω σκληρό, σχεδόν απάνθρωπο, για να μην πω παράλογο.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Και όμως, οι υπολογισμοί μου δεν μπορεί να είναι λανθασμένοι όσο και αν το αποτέλεσμά τους σας φαίνεται υπερβολικό.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Μη φανταστείτε πως αμφισβητώ την ειλικρίνειά σας. Απλά σας συνιστώ να επαναλάβετε τους υπολογισμούς σας.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Το έχω πράξει ήδη αρκετές φορές, είμαι βέβαιος πως δεν υπάρχει κανένα λάθος. Εξάλλου, αποδεικνύεται πολύ εύκολα. Εργάζομαι έξι ημέρες την εβδομάδα, κάθε εβδομάδα, ολόκληρο τον χρόνο, εκτός φυσικά από την εικοσαήμερη καλοκαιρινή μου άδεια και τις υπόλοιπες επίσημες αργίες.

Καταλάβατε;

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Αλλά και πάλι το νούμερο δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να είναι τόσο μεγάλο.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Ξεχνάτε την επιστροφή που βέβαια διπλασιάζει τις διαδρομές.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Σωστά, πώς μπόρεσα να μην το σκεφτώ αυτό. Και βέβαια, εφόσον φεύγετε καθημερινά από το σπίτι σας για να εργαστείτε, θα πρέπει και να γυρίζετε για να κάνετε το ίδιο την επομένη.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Φυσικά και έτσι είναι, αλλά δεν πειράζει που δεν το σκεφτήκατε. Εσείς, αν κατάλαβα καλά, απ’ αυτή τη λίγη ώρα που συνομιλούμε, δεν είστε άνθρωπος της συνήθειας. Θα πρέπει να μετακινείστε συχνά. (Σύντομη παύση.) Κάτι στον τρόπο που μιλάτε, τα ρούχα σας, η αποσκευή σας, μαρτυρούν άνθρωπο κοσμογυρισμένο. (Σύντομη παύση.) Πιθανόν να σας είναι δύσκολο να σκεφτείτε πως κάποιος μπορεί να διανύσει τόσες πολλές φορές την ίδια διαδρομή.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Ταξιδεύω αρκετά. (Σύντομη παύση.) Μη νομίζετε, όμως, πως αυτό γίνεται συνεχώς. Εργάζομαι και εγώ. Γνωρίζω τι πάει να πει ρουτίνα.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: (έντονα). Ρουτίνα; Μα εγώ δεν μίλησα για ρουτίνα.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Ελάτε τώρα μη θυμώνετε. Το να έχει ταξιδέψει κανείς είκοσι χιλιάδες φορές τη συγκεκριμένη διαδρομή δεν είναι και το πιο ευχάριστο πράγμα που θα μπορούσε να του τύχει.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Έτσι νομίζετε;

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Δεν καταλαβαίνω, διαφωνείτε;

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Φυσικά. Σας πληροφορώ, αγαπητέ μου, πως αυτά τα εκατόν ογδόντα λεπτά που χρειάζεται τούτη εδώ η ταχεία για να διανύσει δύο φορές την απόσταση για την οποία μιλάμε, αποτελούν για μένα μία απολύτως δημιουργική περίοδο.

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Α: Δεν φαντάζομαι να εννοείτε πως συνήθως εργάζεστε και την ώρα που ταξιδεύετε;

ΕΠΙΒΑΤΗΣ Β: Μα ποιος σας μίλησε για δουλειά; Σας μιλώ για ελεύθερο χρόνο. Δύο μόνο διαδρομές την ημέρα ισοδυναμούν με εκατόν ογδόντα λεπτά. (Σύντομη παύση.) Εκατόν ογδόντα λεπτά που καθημερινά είναι δικά μου. Ξέρετε πόσα πράγματα μπορεί κανείς να κάνει σε τόση ώρα, αν καταφέρει να μην τον απασχολεί τίποτε ασήμαντο;

 

[...]

 

 

Κωνσταντίνος Δ. Τζαμιώτης, ΤΕΡΜΑΤΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ Το παραπάνω απόσπασμα είναι από το θεατρικό έργο του Κωνσταντίνου Δ. Τζαμιώτη «ΤΕΡΜΑΤΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Εξάρχεια και ανέβηκε στις 28 Ιανουαρίου 2015 στο θέατρο 104. Ο σκηνοθέτης της παράστασης, Ορέστης Τάτσης, σημειώνει: «Ακουσίως συνεπιβάτες σε μια διαδρομή που δεν την διαλέξαμε. Επιβεβαιώνουμε ο ένας την ύπαρξη του Άλλου χτυπώντας τις χορδές της ευαισθησίας μας. Ο ένας πλάι στον άλλο προχωράμε τόσο μόνοι ενώ αρκεί να απλώσουμε το χέρι για να αλλάξουμε διαδρομή. Η εγγύτητα και η απόσταση δεν είναι ποτέ ζήτημα τόπου».

Συντελεστές της παράστασης

Σκηνοθεσία: Ορέστης Τάτσης

Σκηνικά - κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης

Μουσική: Πέτρος Μάλαμας

Επιμέλεια κίνησης: Πωλίνα Κρεμαστά

Φωτισμοί:  Θωμάς Οικονομάκος

Βοηθός σκηνοθέτη: Σπυριδούλα Βάνα

Βοηθός σκηνογράφου: Ιωάννα Λισγάρα

Φωτογραφίες: Άννα Ταγκάλου

Παίζουν:

Επιβάτης Α: Παναγιώτης  Ξενάκης

Επιβάτης Β: Άρης Τσαμπαλίκας

Επιβάτισσα Γ: Διονυσία Σακελλαρίου

Επιβάτης Δ: Στέλιος Πατσιάς

Ο Κωνσταντίνος Δ. Τζαμιώτης γεννήθηκε το 1970 στη Λάρισα. Σπούδασε κινηματογράφο και εργάστηκε στην τηλεόραση, τη διαφήμιση και τον κινηματογράφο. Το πρώτο του βιβλίο, Η συνάντηση, κυκλοφόρησε το 2001 από τις εκδόσεις Ίνδικτος. Ακολούθησαν το Βαθύ πηγάδι (2003) και Ο βαθμός δυσκολίας (2004), επίσης από τις εκδόσεις Ίνδικτος. Από τις εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν τα βιβλία του Παραβολή (2006), Η εφεύρεση της σκιάς (2008) και Η πόλη και η σιωπή (2013). Έχει επίσης συμμετάσχει σε συλλογικούς τόμους.

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails