Hans Fallada, Ασημένια βροχή, μπάλες και κεριά


[Προς την μητέρα Ελίζαμπετ Ντίτσεν]
Βερολίνο-Νίντερσενχάουζεν, 31/12/45

Αγαπητή μητέρα,

λογαριάζουμε μεν ότι η Ούλα [δεύτερη σύζυγος] θα πάει με τον Ούλι τις πρώτες κιόλας ημέρες του Ιανουαρίου στο Φέλντμπεργκ και στο Κάρβιτς, για να μαζέψει επιτέλους τα υπόλοιπα πράγματά μας, παρ’ όλ’ αυτά όμως θα επιθυμούσαμε να μην αφήσουμε αναπάντητο το τελευταίο χριστουγεννιάτικο γράμμα σου. Το έγραψες με τόσο πολύ κόπο στο φως μιας γκαζόλαμπας κι ύστερα μέσα στο παιδομάνι μας έδωσες μία τόσο παραστατική εικόνα από τη γιορτή εκεί, τόσο που νομίζαμε ότι κι εμείς ήμασταν εξολοκλήρου μαζί σας. Εάν πάλι οι πρόσφυγες δάκρυσαν και μ’ αυτό έκαναν τη δική σου την καρδιά να κλονιστεί για μια στιγμή, έτσι και η χαρά που ένιωσαν ο Άχιμ και το Κουνουπάκι ήταν πέρα για πέρα καθοριστικής σημασίας. Παρόλο που εσύ εδώ και τόσα χρόνια μας λες ότι τώρα πράγματι δεν έχεις απολύτως τίποτε άλλο πια, που θα μπορούσες να δωρίσεις, ωστόσο βρήκες πάλι για όλους κάτι ωραίο, μεταξύ αυτών και για εμάς. Σε ευχαριστούμε ολόψυχα γι’ αυτό, αγαπητή μαμά, και ένα μικρό γλυκό χαιρέτισμα ακόμα θα σου φέρει από εμάς η Ούλα εκ των υστέρων, για να μην σε αντικρίσουμε με άδεια χέρια εντελώς. 
Η δική μας γιορτή κύλησε επίσης πολύ ωραία. Ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο μάς το έκοψε με το πριόνι ο Ούλι «στον κήπο μας», ήτανε ένα πολύ κυρτό έλατο, τόσο κυρτό, που η Ούλα έπρεπε να το στερεώσει μ’ ένα σχοινί στο πόμολο του παράθυρου, μόνο και μόνο για να μπορεί να στέκεται αλλά έπειτα το στόλισε με ασημένια βροχή και μπάλες, ακόμα και κεριά είχε πάνω του, έτσι που τελικά δεν φαινόταν πια καθόλου πόσο κυρτό ήταν. Επίσης υπήρχανε για όλους πολύ όμορφα δώρα, για τη Γιούτα [θετή κόρη] αυτό είχε ιδιαιτέρως αίσιο τέλος, διότι ο Άι-Βασίλης, με τη μορφή του Γιοχάνες Ρ. Μπέχερ, βρήκε για εκείνη ένα τεράστιο εμπορικό κατάστημα –παιχνίδι με πάγκο πωλήσεων και με όλα τα εξαρτήματα όπως ταμείο, ζυγαριά κ.λπ. στο κελάρι μιας βίλας της περιοχής. Προκάτοχοι είναι μάλλον κάποια παιδιά από τα Τάγματα Εφόδου ή τα Ες-Ες, αλλά αυτό βέβαια δεν του φαίνεται του παιχνιδιού. Ο Ούλι ήτανε και είναι ιδιαιτέρως ευχάριστος, επίσης πολύ πρόθυμος να βοηθήσει και δραστήριος. Αλλά τώρα στις αρχές Ιανουαρίου θα ξεκινήσει και για εκείνον με την επιμελή μελέτη η σοβαρότητα της ζωής, το πώς θα τα ρυθμίσω εγώ λεπτομερώς, θα το μάθω μέσα στις επόμενες ημέρες. Όπως στο Κάρβιτς υπήρξε και σε εμάς μία χριστουγεννιάτικη χήνα και μόνο και μόνο γι’ αυτό σας σκεφτόμασταν τόσο ζωηρά και επαινούσαμε τη δωρήτριά μας. Με το φαγητό τα πράγματα γενικά είναι σε εμάς έτσι, που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να παραπονιόμαστε, το σπίτι επίσης γίνεται όλο και πιο ωραίο και ακόμη δεν έχουμε παγώσει από τότε που μετακομίσαμε στο Νίντερσενχάουζεν. Ωστόσο οι προμήθειες τελειώνουνε πάλι στα μέσα αυτού του μήνα, αλλά αυτό το έχουμε κιόλας συνηθίσει, τόσο που να μην σπάμε το κεφάλι μας για το αύριο, εάν έχουμε προμήθειες (για) σήμερα μόνο. Η αγορά τροφίμων στο Βερολίνο είναι επίσης πολύ δελεαστική. Προς στιγμήν υπάρχει για παράδειγμα κρέας και αλλαντικά για τα πρώτα δύο δεκαήμερα του Ιανουαρίου και, επειδή για τα τελευταία δύο δεκαήμερα του Δεκεμβρίου δεν μπορέσαμε να πάρουμε το κρέας μας, θα φάμε τώρα μέσα σε τέσσερεις ή πέντε ημέρες τις μερίδες κρέας που ήταν για σαράντα ημέρες. Και οι περισσότεροι Βερολινέζοι δεν θα κάνουν κάτι διαφορετικό. Και με το λίπος, τον καφέ κ.λπ., δεν γίνεται επίσης κάτι άλλο. Αυτή η αλλαγή μεταξύ μιας –μετριοπαθούς– καλοφαγίας και μιας σούπας δίχως κρέας και λίπος έχει επίσης βέβαια τη δική της αξία. Τρόφιμα δεν υπάρχουνε μάλλον πουθενά πια. Μερικές φορές σκέφτομαι το ωραίο κελάρι μας στο Κάρβιτς, αλλά ξέρω βέβαια ότι και αυτό σήμερα είναι αλλιώς από ό,τι πριν από μερικά χρόνια.
Όσον αφορά στη δουλειά θα έπρεπε απλώς να κάνω πάρα πολλά, αλλά ακόμα δεν βρίσκω την εσωτερική ηρεμία για ένα μεγαλύτερο μυθιστόρημα, το οποίο βασικά θα έπρεπε ήδη να έχω γράψει. Γράφω σχετικά πολύ σύντομες ιστορίες και πριν από μερικές ημέρες υπέγραψα μία συμφωνία με το ραδιόφωνο, στο οποίο θα μιλάω σχεδόν μία φορά την εβδομάδα. Όλα αυτά κοστίζουν σχετικά πολλή φαντασία, νεύρα και χρόνο. Θα κάνουμε το ντεμπούτο μας στις 9 Ιανουαρίου με έναν τετ α τετ διάλογο, η Ούλα και εγώ για το νέο μου μυθιστόρημα [«Ο πότης»]. Στις 15 Ιανουαρίου έπειτα πάλι μία συζήτηση για το μυθιστόρημα του Μπέχερ «Ο αποχωρισμός» και τα λοιπά κ.λπ. Το γραφείο μου είναι ο μοναδικός χώρος μέσα στο σπίτι που είναι ακόμη ένα παντελώς ακατάστατο μέρος. Την τελευταία εβδομάδα η κυρία Κράμερ, η οποία σας στέλνει θερμότατους χαιρετισμούς, προσπαθεί να τακτοποιήσει προσωρινώς τουλάχιστον τα βιβλία, αλλά όπως συνήθως δεν βλέπω καμία δυνατότητα να φέρω σε τάξη όλους τους θησαυρούς μου, και τους έβαλα σε στοίβες επίσης μέχρι το ταβάνι. Παράλληλα ωστόσο ακόμα ένα μεγάλο μέρος των βιβλίων, μεταξύ αυτών τα πιο ωραία μου, είναι στο Κλίνκεκεν [παλιά διεύθυνση]. Φυσικά δεν μπορούμε να ζούμε βέβαια κατά προσέγγιση τόσο αφανείς και μετρημένα όσο στο Κάρβιτς. Είτε το θέλω είτε όχι, πρέπει ως «διάσημος καλλιτέχνης» να παίρνω μέρος σε όλες τις πιθανές συνεδριάσεις και ημερίδες, τις οποίες συνήθως βαριέμαι τρομερά, οι οποίες όμως συχνά έχουν τουλάχιστον το πλεονέκτημα ότι προσφέρονται πού και πού για να φάει κανείς καλά και να καπνίσει πλούσια. Έτσι η Ούλα κι εγώ πρέπει στις 3 Ιανουαρίου να γιορτάσουμε στο κρατικό θέατρο τα εβδομηκοστά γενέθλια του Πικ, του προέδρου του Κομμουνιστικού Κόμματος· την ύστατη ώθηση, να πάμε εκεί, έδωσε ο συλλογισμός ότι αυτή η γιορτή κρατάει πολύ, οπότε οι επισκέπτες είναι αδύνατον να γυρίσουν σπίτι τους ατάιστοι.
Η Ούλα μόλις επέστρεψε στο σπίτι από μια βόλτα για ψώνια. Ήθελε να βγει στη γύρα για λίπος, ζάχαρη και είδη καπνιστού, για να ομορφύνει τη σημερινή πρωτοχρονιάτικη βραδιά με μπισκοτοειδή και σύννεφα καπνού, ελπίζω, να τα κατάφερε. Εμείς όμως σήμερα θα μείνουμε τελείως μόνοι μας και είμαστε εντελώς αποφασισμένοι να μη μείνουμε ξύπνιοι μέχρι τα μεσάνυχτα. Από το υπερβολικό γιόρτασμα έχουμε αρκετά ακόμη από το βράδυ των Χριστουγέννων, όπου μετά τη βασική μας γιορτή ήμασταν καλεσμένοι και στους Μπέχερ σε μεγαλύτερο κύκλο, όπου δυστυχώς υπήρχε να πιούμε τόσο πολύ, που αυτή την φορά όχι μόνο εγώ αλλά και η Ούλα έγινε λιώμα, η οποία κατά τα λοιπά έχει μεγαλώσει μέσα στο αλκοόλ.
Έτσι, αγαπητή μαμά, σου ευχόμαστε λοιπόν μέσα από την καρδιά μας ακόμη είθε το πρωινό του νέου έτους να αποδειχθεί κάπως πιο χαρούμενο για εσένα από αυτό που βαίνει τώρα στο τέλος του, για εσένα και για όλους εμάς. […] Δώσε πολύ εγκάρδια χαιρετίσματα από εμάς στο Κουνουπάκι, στον Άχιμ, στην Ζούζε και εσένα την ίδια σε χαιρετώ πολλές φορές και σε ευχαριστώ
 
Δικός σου
[Ρούντολφ]


Μετάφραση από τα Γερμανικά: Σούλα Ζαχαροπούλου
 
 
Το παραπάνω γράμμα του Χανς Φάλλαντα (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Ρούντολφ Ντίτσεν) συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο του «Weihnachtsmann –was nun?», μία συλλογή από ιστορίες, αναμνήσεις και γράμματα για τα Χριστούγεννα. 

ِΔιαβάστε προηγούμενες δημοσιεύσεις με γράμματα του Χανς Φάλλαντα εδώ, εδώ κι εδώ.
ِΔείτε στη βιβλιοnet ένα σύντομο βιογραφικό του Χανς Φάλλαντα και ποια βιβλία του κυκλοφορούν στα Ελληνικά.

Μοχαμμάντ Χεμματί, Στο καφέ (محمد همتی، کافه)

Κεραμικό, 10ος αιώνας, Ισλαμική Τέχνη (προέλευση: ΝεΪσαμπούρ ή Σαμαρκάνδη)



کافه

محو تماشای تو
از پس بخار این فنجان چای
با خود میاندیشم
اگر این میز
که میان من و توست
برچیده شود
این کافه و مشتریانش
دود شوند و
به هوا بروند
و اینجا
دشتی هموار شود
ما چه خواهیم شد
من پلنگی در پی تو
تو غزالی درگریز
من مغولی مست و شمشیر به دست و آب در دهان افتاده
در کمین تو
که خرامان از کوچهباغهای نیشابور میگذری
من جارزن قرق شبانه
تو زیبارویی شبرو
بیا
بیا زودتر این میز را برچینیم
و این کافه را و تمام شهر را
به آتش بکشیم
تا بدانیم ما چه خواهیم شد.





Στο καφέ

Χάνομαι μέσα σου που σε χαζεύω
πίσω απ’ τους αχνούς που βγάζει αυτό το φλιτζάνι τσάι
σκέφτομαι από μέσα μου
αν το τραπέζι αυτό
που βρίσκεται ανάμεσα σε μένα και σε σένα
φύγει απ’ τη μέση
αν αυτό το καφέ και οι θαμώνες του
γίνουν καπνός και
χαθούνε
και γίνει
εδώ η γη μια απλωσιά,
τι θα γίνουμε εμείς
εγώ γατόπαρδος να σε κυνηγάει
εσύ γαζέλα να τρέχει να σωθεί
εγώ Μογγόλος μεθυσμένος μ’ ένα σπαθί στο χέρι και να μου τρέχουνε τα σάλια
στο καρτέρι για σένα
που λικνιστή, καμαρωτή θα περνάς ανάμεσα στους περιβόλους των κήπων της Νεϊσαμπούρ
εγώ κήρυκας που θα διαλαλεί την απαγόρευση της νυχτερινής κυκλοφορίας
εσύ μια αγγελοπρόσωπη που θα νυχτοπερπατεί
έλα
έλα να βγάλουμε απ’ τη μέση το τραπέζι αυτό μια ώρα αρχύτερα
και στο καφέ αυτό και στην πόλη ολόκληρη
να βάλουμε φωτιά ν’ αφανιστούν
για να δούμε τι θα γίνουμε εμείς.


Μετάφραση: Αλέξανδρος Κυπριώτης





Το παραπάνω ποίημα συμπεριλαμβάνεται στη δίγλωσση έκδοση της ποιητικής συλλογής του Μοχαμμάντ Χεμματί, η κούνια, που κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο από τις εκδόσεις Σκαρίφημα. 
Ακολουθεί το Δελτίο Τύπου της έκδοσης: 
Ο Μοχαμμάντ Χεμματί γεννήθηκε το 1979 στο Ιράν, όπου ζει και εργάζεται μέχρι σήμερα ως μεταφραστής γερμανόφωνης λογοτεχνίας. Τα τελευταία 12 χρόνια έχει μεταφράσει μεταξύ άλλων Γιόζεφ Ροτ, Χανς Φάλλαντα, Μίχαελ Κουμπφμύλλερ και Όιγκεν Ρούγκε. «Η κούνια» είναι η πρώτη ποιητική συλλογή του και εκδίδεται για πρώτη φορά τόσο στα Περσικά όσο και σε ελληνική μετάφραση.
Ο κόσμος αυτού του σύγχρονου Ιρανού ποιητή, βαθιά συνδεδεμένου με την περσική ποιητική παράδοση, είναι γέννημα των κοινωνικών συνθηκών της χώρας του, αλλά καταφέρνει να συμπυκνώνει τα τραύματα, τις άσβεστες ελπίδες και τα όνειρα του ανθρώπου εν γένει, ανεξαρτήτως θρησκείας, εθνικότητας και γεωγραφικών συντεταγμένων. Τα ποιήματα του, γεμάτα λυρικές εικόνες, με απλή γλώσσα και λιτό ύφος, μιλούν κατ’ ευθείαν στην ψυχή του αναγνώστη.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το ομώνυμο ποίημα αυτής της πρώτης ποιητικής συλλογής του Μοχαμμάντ Χεμματί, «Η κούνια», αποτέλεσε την εναρκτήρια απόπειρα, «Attempt#1», του πρότζεκτ «Abolish Borders With Words» («Καταργούμε τα σύνορα με λέξεις»), το οποίο έχουν αγκαλιάσει πολλοί μεταφραστές και μεταφράστριες ανά τον κόσμο, και έχει ήδη μεταφραστεί σε περισσότερες από σαράντα γλώσσες.
Η μετάφραση της ποιητικής συλλογής στα Ελληνικά από τον Αλέξανδρο Κυπριώτη έγινε σε στενή συνεργασία με τον ποιητή, στο πλαίσιο του «Εργαστηρίου μετάφρασης σύγχρονης περσικής και ελληνικής ποίησης εν προόδω» (35hours.org), το οποίο ίδρυσαν οι δύο ποιητές και μεταφραστές στο «Ευρωπαϊκό συμπόσιο μεταφραστών» στο Στράλεν της Γερμανίας τον Αύγουστο του 2018.
Έπειτα από ένα μεγάλο ταξίδι, οι λέξεις του Μοχαμμάντ Χεμματί κατάφεραν να καταλύσουν τα σύνορα και με όχημα αυτή τη δίγλωσση έκδοση, στην περσική και ελληνική γλώσσα, να φτάσουν στην Αθήνα.

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails