Hans Fallada, Ασημένια βροχή, μπάλες και κεριά


[Προς την μητέρα Ελίζαμπετ Ντίτσεν]
Βερολίνο-Νίντερσενχάουζεν, 31/12/45

Αγαπητή μητέρα,

λογαριάζουμε μεν ότι η Ούλα [δεύτερη σύζυγος] θα πάει με τον Ούλι τις πρώτες κιόλας ημέρες του Ιανουαρίου στο Φέλντμπεργκ και στο Κάρβιτς, για να μαζέψει επιτέλους τα υπόλοιπα πράγματά μας, παρ’ όλ’ αυτά όμως θα επιθυμούσαμε να μην αφήσουμε αναπάντητο το τελευταίο χριστουγεννιάτικο γράμμα σου. Το έγραψες με τόσο πολύ κόπο στο φως μιας γκαζόλαμπας κι ύστερα μέσα στο παιδομάνι μας έδωσες μία τόσο παραστατική εικόνα από τη γιορτή εκεί, τόσο που νομίζαμε ότι κι εμείς ήμασταν εξολοκλήρου μαζί σας. Εάν πάλι οι πρόσφυγες δάκρυσαν και μ’ αυτό έκαναν τη δική σου την καρδιά να κλονιστεί για μια στιγμή, έτσι και η χαρά που ένιωσαν ο Άχιμ και το Κουνουπάκι ήταν πέρα για πέρα καθοριστικής σημασίας. Παρόλο που εσύ εδώ και τόσα χρόνια μας λες ότι τώρα πράγματι δεν έχεις απολύτως τίποτε άλλο πια, που θα μπορούσες να δωρίσεις, ωστόσο βρήκες πάλι για όλους κάτι ωραίο, μεταξύ αυτών και για εμάς. Σε ευχαριστούμε ολόψυχα γι’ αυτό, αγαπητή μαμά, και ένα μικρό γλυκό χαιρέτισμα ακόμα θα σου φέρει από εμάς η Ούλα εκ των υστέρων, για να μην σε αντικρίσουμε με άδεια χέρια εντελώς. 
Η δική μας γιορτή κύλησε επίσης πολύ ωραία. Ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο μάς το έκοψε με το πριόνι ο Ούλι «στον κήπο μας», ήτανε ένα πολύ κυρτό έλατο, τόσο κυρτό, που η Ούλα έπρεπε να το στερεώσει μ’ ένα σχοινί στο πόμολο του παράθυρου, μόνο και μόνο για να μπορεί να στέκεται αλλά έπειτα το στόλισε με ασημένια βροχή και μπάλες, ακόμα και κεριά είχε πάνω του, έτσι που τελικά δεν φαινόταν πια καθόλου πόσο κυρτό ήταν. Επίσης υπήρχανε για όλους πολύ όμορφα δώρα, για τη Γιούτα [θετή κόρη] αυτό είχε ιδιαιτέρως αίσιο τέλος, διότι ο Άι-Βασίλης, με τη μορφή του Γιοχάνες Ρ. Μπέχερ, βρήκε για εκείνη ένα τεράστιο εμπορικό κατάστημα –παιχνίδι με πάγκο πωλήσεων και με όλα τα εξαρτήματα όπως ταμείο, ζυγαριά κ.λπ. στο κελάρι μιας βίλας της περιοχής. Προκάτοχοι είναι μάλλον κάποια παιδιά από τα Τάγματα Εφόδου ή τα Ες-Ες, αλλά αυτό βέβαια δεν του φαίνεται του παιχνιδιού. Ο Ούλι ήτανε και είναι ιδιαιτέρως ευχάριστος, επίσης πολύ πρόθυμος να βοηθήσει και δραστήριος. Αλλά τώρα στις αρχές Ιανουαρίου θα ξεκινήσει και για εκείνον με την επιμελή μελέτη η σοβαρότητα της ζωής, το πώς θα τα ρυθμίσω εγώ λεπτομερώς, θα το μάθω μέσα στις επόμενες ημέρες. Όπως στο Κάρβιτς υπήρξε και σε εμάς μία χριστουγεννιάτικη χήνα και μόνο και μόνο γι’ αυτό σας σκεφτόμασταν τόσο ζωηρά και επαινούσαμε τη δωρήτριά μας. Με το φαγητό τα πράγματα γενικά είναι σε εμάς έτσι, που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να παραπονιόμαστε, το σπίτι επίσης γίνεται όλο και πιο ωραίο και ακόμη δεν έχουμε παγώσει από τότε που μετακομίσαμε στο Νίντερσενχάουζεν. Ωστόσο οι προμήθειες τελειώνουνε πάλι στα μέσα αυτού του μήνα, αλλά αυτό το έχουμε κιόλας συνηθίσει, τόσο που να μην σπάμε το κεφάλι μας για το αύριο, εάν έχουμε προμήθειες (για) σήμερα μόνο. Η αγορά τροφίμων στο Βερολίνο είναι επίσης πολύ δελεαστική. Προς στιγμήν υπάρχει για παράδειγμα κρέας και αλλαντικά για τα πρώτα δύο δεκαήμερα του Ιανουαρίου και, επειδή για τα τελευταία δύο δεκαήμερα του Δεκεμβρίου δεν μπορέσαμε να πάρουμε το κρέας μας, θα φάμε τώρα μέσα σε τέσσερεις ή πέντε ημέρες τις μερίδες κρέας που ήταν για σαράντα ημέρες. Και οι περισσότεροι Βερολινέζοι δεν θα κάνουν κάτι διαφορετικό. Και με το λίπος, τον καφέ κ.λπ., δεν γίνεται επίσης κάτι άλλο. Αυτή η αλλαγή μεταξύ μιας –μετριοπαθούς– καλοφαγίας και μιας σούπας δίχως κρέας και λίπος έχει επίσης βέβαια τη δική της αξία. Τρόφιμα δεν υπάρχουνε μάλλον πουθενά πια. Μερικές φορές σκέφτομαι το ωραίο κελάρι μας στο Κάρβιτς, αλλά ξέρω βέβαια ότι και αυτό σήμερα είναι αλλιώς από ό,τι πριν από μερικά χρόνια.
Όσον αφορά στη δουλειά θα έπρεπε απλώς να κάνω πάρα πολλά, αλλά ακόμα δεν βρίσκω την εσωτερική ηρεμία για ένα μεγαλύτερο μυθιστόρημα, το οποίο βασικά θα έπρεπε ήδη να έχω γράψει. Γράφω σχετικά πολύ σύντομες ιστορίες και πριν από μερικές ημέρες υπέγραψα μία συμφωνία με το ραδιόφωνο, στο οποίο θα μιλάω σχεδόν μία φορά την εβδομάδα. Όλα αυτά κοστίζουν σχετικά πολλή φαντασία, νεύρα και χρόνο. Θα κάνουμε το ντεμπούτο μας στις 9 Ιανουαρίου με έναν τετ α τετ διάλογο, η Ούλα και εγώ για το νέο μου μυθιστόρημα [«Ο πότης»]. Στις 15 Ιανουαρίου έπειτα πάλι μία συζήτηση για το μυθιστόρημα του Μπέχερ «Ο αποχωρισμός» και τα λοιπά κ.λπ. Το γραφείο μου είναι ο μοναδικός χώρος μέσα στο σπίτι που είναι ακόμη ένα παντελώς ακατάστατο μέρος. Την τελευταία εβδομάδα η κυρία Κράμερ, η οποία σας στέλνει θερμότατους χαιρετισμούς, προσπαθεί να τακτοποιήσει προσωρινώς τουλάχιστον τα βιβλία, αλλά όπως συνήθως δεν βλέπω καμία δυνατότητα να φέρω σε τάξη όλους τους θησαυρούς μου, και τους έβαλα σε στοίβες επίσης μέχρι το ταβάνι. Παράλληλα ωστόσο ακόμα ένα μεγάλο μέρος των βιβλίων, μεταξύ αυτών τα πιο ωραία μου, είναι στο Κλίνκεκεν [παλιά διεύθυνση]. Φυσικά δεν μπορούμε να ζούμε βέβαια κατά προσέγγιση τόσο αφανείς και μετρημένα όσο στο Κάρβιτς. Είτε το θέλω είτε όχι, πρέπει ως «διάσημος καλλιτέχνης» να παίρνω μέρος σε όλες τις πιθανές συνεδριάσεις και ημερίδες, τις οποίες συνήθως βαριέμαι τρομερά, οι οποίες όμως συχνά έχουν τουλάχιστον το πλεονέκτημα ότι προσφέρονται πού και πού για να φάει κανείς καλά και να καπνίσει πλούσια. Έτσι η Ούλα κι εγώ πρέπει στις 3 Ιανουαρίου να γιορτάσουμε στο κρατικό θέατρο τα εβδομηκοστά γενέθλια του Πικ, του προέδρου του Κομμουνιστικού Κόμματος· την ύστατη ώθηση, να πάμε εκεί, έδωσε ο συλλογισμός ότι αυτή η γιορτή κρατάει πολύ, οπότε οι επισκέπτες είναι αδύνατον να γυρίσουν σπίτι τους ατάιστοι.
Η Ούλα μόλις επέστρεψε στο σπίτι από μια βόλτα για ψώνια. Ήθελε να βγει στη γύρα για λίπος, ζάχαρη και είδη καπνιστού, για να ομορφύνει τη σημερινή πρωτοχρονιάτικη βραδιά με μπισκοτοειδή και σύννεφα καπνού, ελπίζω, να τα κατάφερε. Εμείς όμως σήμερα θα μείνουμε τελείως μόνοι μας και είμαστε εντελώς αποφασισμένοι να μη μείνουμε ξύπνιοι μέχρι τα μεσάνυχτα. Από το υπερβολικό γιόρτασμα έχουμε αρκετά ακόμη από το βράδυ των Χριστουγέννων, όπου μετά τη βασική μας γιορτή ήμασταν καλεσμένοι και στους Μπέχερ σε μεγαλύτερο κύκλο, όπου δυστυχώς υπήρχε να πιούμε τόσο πολύ, που αυτή την φορά όχι μόνο εγώ αλλά και η Ούλα έγινε λιώμα, η οποία κατά τα λοιπά έχει μεγαλώσει μέσα στο αλκοόλ.
Έτσι, αγαπητή μαμά, σου ευχόμαστε λοιπόν μέσα από την καρδιά μας ακόμη είθε το πρωινό του νέου έτους να αποδειχθεί κάπως πιο χαρούμενο για εσένα από αυτό που βαίνει τώρα στο τέλος του, για εσένα και για όλους εμάς. […] Δώσε πολύ εγκάρδια χαιρετίσματα από εμάς στο Κουνουπάκι, στον Άχιμ, στην Ζούζε και εσένα την ίδια σε χαιρετώ πολλές φορές και σε ευχαριστώ
 
Δικός σου
[Ρούντολφ]


Μετάφραση από τα Γερμανικά: Σούλα Ζαχαροπούλου
 
 
Το παραπάνω γράμμα του Χανς Φάλλαντα (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Ρούντολφ Ντίτσεν) συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο του «Weihnachtsmann –was nun?», μία συλλογή από ιστορίες, αναμνήσεις και γράμματα για τα Χριστούγεννα. 

ِΔιαβάστε προηγούμενες δημοσιεύσεις με γράμματα του Χανς Φάλλαντα εδώ, εδώ κι εδώ.
ِΔείτε στη βιβλιοnet ένα σύντομο βιογραφικό του Χανς Φάλλαντα και ποια βιβλία του κυκλοφορούν στα Ελληνικά.

Μοχαμμάντ Χεμματί, Στο καφέ (محمد همتی، کافه)

Κεραμικό, 10ος αιώνας, Ισλαμική Τέχνη (προέλευση: ΝεΪσαμπούρ ή Σαμαρκάνδη)



کافه

محو تماشای تو
از پس بخار این فنجان چای
با خود میاندیشم
اگر این میز
که میان من و توست
برچیده شود
این کافه و مشتریانش
دود شوند و
به هوا بروند
و اینجا
دشتی هموار شود
ما چه خواهیم شد
من پلنگی در پی تو
تو غزالی درگریز
من مغولی مست و شمشیر به دست و آب در دهان افتاده
در کمین تو
که خرامان از کوچهباغهای نیشابور میگذری
من جارزن قرق شبانه
تو زیبارویی شبرو
بیا
بیا زودتر این میز را برچینیم
و این کافه را و تمام شهر را
به آتش بکشیم
تا بدانیم ما چه خواهیم شد.





Στο καφέ

Χάνομαι μέσα σου που σε χαζεύω
πίσω απ’ τους αχνούς που βγάζει αυτό το φλιτζάνι τσάι
σκέφτομαι από μέσα μου
αν το τραπέζι αυτό
που βρίσκεται ανάμεσα σε μένα και σε σένα
φύγει απ’ τη μέση
αν αυτό το καφέ και οι θαμώνες του
γίνουν καπνός και
χαθούνε
και γίνει
εδώ η γη μια απλωσιά,
τι θα γίνουμε εμείς
εγώ γατόπαρδος να σε κυνηγάει
εσύ γαζέλα να τρέχει να σωθεί
εγώ Μογγόλος μεθυσμένος μ’ ένα σπαθί στο χέρι και να μου τρέχουνε τα σάλια
στο καρτέρι για σένα
που λικνιστή, καμαρωτή θα περνάς ανάμεσα στους περιβόλους των κήπων της Νεϊσαμπούρ
εγώ κήρυκας που θα διαλαλεί την απαγόρευση της νυχτερινής κυκλοφορίας
εσύ μια αγγελοπρόσωπη που θα νυχτοπερπατεί
έλα
έλα να βγάλουμε απ’ τη μέση το τραπέζι αυτό μια ώρα αρχύτερα
και στο καφέ αυτό και στην πόλη ολόκληρη
να βάλουμε φωτιά ν’ αφανιστούν
για να δούμε τι θα γίνουμε εμείς.


Μετάφραση: Αλέξανδρος Κυπριώτης





Το παραπάνω ποίημα συμπεριλαμβάνεται στη δίγλωσση έκδοση της ποιητικής συλλογής του Μοχαμμάντ Χεμματί, η κούνια, που κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο από τις εκδόσεις Σκαρίφημα. 
Ακολουθεί το Δελτίο Τύπου της έκδοσης: 
Ο Μοχαμμάντ Χεμματί γεννήθηκε το 1979 στο Ιράν, όπου ζει και εργάζεται μέχρι σήμερα ως μεταφραστής γερμανόφωνης λογοτεχνίας. Τα τελευταία 12 χρόνια έχει μεταφράσει μεταξύ άλλων Γιόζεφ Ροτ, Χανς Φάλλαντα, Μίχαελ Κουμπφμύλλερ και Όιγκεν Ρούγκε. «Η κούνια» είναι η πρώτη ποιητική συλλογή του και εκδίδεται για πρώτη φορά τόσο στα Περσικά όσο και σε ελληνική μετάφραση.
Ο κόσμος αυτού του σύγχρονου Ιρανού ποιητή, βαθιά συνδεδεμένου με την περσική ποιητική παράδοση, είναι γέννημα των κοινωνικών συνθηκών της χώρας του, αλλά καταφέρνει να συμπυκνώνει τα τραύματα, τις άσβεστες ελπίδες και τα όνειρα του ανθρώπου εν γένει, ανεξαρτήτως θρησκείας, εθνικότητας και γεωγραφικών συντεταγμένων. Τα ποιήματα του, γεμάτα λυρικές εικόνες, με απλή γλώσσα και λιτό ύφος, μιλούν κατ’ ευθείαν στην ψυχή του αναγνώστη.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το ομώνυμο ποίημα αυτής της πρώτης ποιητικής συλλογής του Μοχαμμάντ Χεμματί, «Η κούνια», αποτέλεσε την εναρκτήρια απόπειρα, «Attempt#1», του πρότζεκτ «Abolish Borders With Words» («Καταργούμε τα σύνορα με λέξεις»), το οποίο έχουν αγκαλιάσει πολλοί μεταφραστές και μεταφράστριες ανά τον κόσμο, και έχει ήδη μεταφραστεί σε περισσότερες από σαράντα γλώσσες.
Η μετάφραση της ποιητικής συλλογής στα Ελληνικά από τον Αλέξανδρο Κυπριώτη έγινε σε στενή συνεργασία με τον ποιητή, στο πλαίσιο του «Εργαστηρίου μετάφρασης σύγχρονης περσικής και ελληνικής ποίησης εν προόδω» (35hours.org), το οποίο ίδρυσαν οι δύο ποιητές και μεταφραστές στο «Ευρωπαϊκό συμπόσιο μεταφραστών» στο Στράλεν της Γερμανίας τον Αύγουστο του 2018.
Έπειτα από ένα μεγάλο ταξίδι, οι λέξεις του Μοχαμμάντ Χεμματί κατάφεραν να καταλύσουν τα σύνορα και με όχημα αυτή τη δίγλωσση έκδοση, στην περσική και ελληνική γλώσσα, να φτάσουν στην Αθήνα.

καταργώντας τα σύνορα με λέξεις (εκδήλωση)


Το βιβλιοπωλείο NOTOS PLUS Buchhandlung
σας προσκαλεί με χαρά
την Τετάρτη 13 Νοεμβρίου στις 7 μ.μ.
στην εκδήλωση
καταργώντας τα σύνορα με λέξεις
(τα Γερμανικά ως γέφυρα συνάντησης
της ελληνικής και περσικής γλώσσας)
Οι ποιητές και μεταφραστές
Αλέξανδρος Κυπριώτης
& Μοχαμμάντ Χεμματί
(με ζωντανή σύνδεση από το Βερολίνο)
μας μιλούν για το
Εργαστήρι μετάφρασης
σύγχρονης περσικής και ελληνικής ποίησης
εν προόδω
και διαβάζουν ποιήματα στα Ελληνικά και τα Περσικά.
Μαζί τους συνομιλεί και διαβάζει ποιήματα στα Γερμανικά
η μεταφράστρια Σούλα Ζαχαροπούλου.
Την επικοινωνία διευκολύνει με ταυτόχρονη διερμηνεία
η μεταφράστρια Μαρίνα Αγαθαγγελίδου.



NOTOS PLUS Buchhandlung, Ομήρου 15 και Ακαδημίας, Τ.Κ. 10672, Αθήνα, Tηλ.: 2103629746.



 O Αλέξανδρος Κυπριώτης γεννήθηκε το 1968 στην Αθήνα και σπούδασε Γερμανική Γλώσσα και Φιλολογία στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει μεταφράσει μεταξύ άλλων Τόμας Μανν, Μπότο Στράους, Μαρσέλ Ράιχ-Ρανίτσκι, Φραντς Κάφκα, Μάριο Βιρτς, Τερέζια Μόρα, Ελφρήντε Γέλινεκ, Ίνγκεμποργκ Μπάχμανν, Τζέννυ Έρπενμπεκ, Ερνστ Βάις και Χανς Έριχ Νόσσακ. Επί σειρά ετών δίδασκε μετάφραση γερμανόφωνης λογοτεχνίας. Έχει γράψει θεατρικά έργα, διηγήματα, μικρά πεζά, παραμύθια και ποιήματα. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο. Το 2013 κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων «Μ’ ένα καλά ακονισμένο μαχαίρι. Ιστορίες ανθρώπων» (Εκδόσεις Ίνδικτος). Τον Μάρτιο του 2019 ανέβηκε στη Θεσσαλονίκη το θεατρικό έργο του «Γκλόρυ Νταίηζ» σε σκηνοθεσία Κλαίρης Χριστοπούλου. Η πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο «Μπορεί επίτηδες να μένω από τσιγάρα» κυκλοφόρησε τον Aπρίλιο του 2019 από τις Εκδόσεις Σκαρίφημα.

Ο Μοχαμμάντ Χεμματί γεννήθηκε το 1979 στην πόλη Ζαράντε της Σαβέ στο Ιράν και σπούδασε Μετάφραση γερμανικής λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο της Τεχεράνης. Ζει στη γενέτειρά του, όπου εργάζεται ως μεταφραστής γερμανόφωνης λογοτεχνίας. Μεταξύ άλλων έχει μεταφράσει Χανς Φάλλαντα, Νέλλυ Ζακς, Μίχαελ Κουμπφμύλλερ και Όιγκεν Ρούγκε και έχει λάβει διάφορες υποτροφίες (Ίδρυμα Bosch, Ίδρυμα Τεχνών της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, Γερμανική Υπηρεσία Ακαδημαϊκών Ανταλλαγών). Η μετάφρασή του του μυθιστορήματος «Εμβατήριο Ραντέτσκυ» του Γιόζεφ Ροτ στα Περσικά τιμήθηκε το 2018 με το Βραβείο Αμπολχασσάν Νατζαφί. Τα τελευταία 15 χρόνια γράφει ποιήματα, εκ των οποίων έχει δημοσιεύσει ελάχιστα στο μπλογκ του. Τον Φεβρουάριο του 2019 δημοσιεύθηκαν ποιήματά του στο γερμανικό λογοτεχνικό περιοδικό «Poetin». Η πρώτη του ποιητική συλλογή θα κυκλοφορήσει το 2019 στην Ελλάδα, σε μία δίγλωσση έκδοση από τις Εκδόσεις Σκαρίφημα.

Alfred Brendel, Ένα ποίημα

Foto by Scott Snyder


Φυσικά σε αγαπώ
είπε αφηρημένος
αφού το ξέρεις πως εγώ όλες τις γυναίκες τις αγαπώ
Αιτία επαρκής
για το ότι εκείνη στην οποία μίλησε μ' αυτόν τον τρόπο
εξ ονόματος όλων των γυναικών
άρπαξε ένα μαχαίρι
και τον άνδρα με την ευρύχωρη καρδιά
ως αντιπρόσωπο όλων των ανδρών
τον μαχαίρωσε



Μετάφραση από τα Γερμανικά: Αλέξανδρος Κυπριώτης




Ο Άλφρεντ Μπρέντελ, γεννημένος το 1931 στην Τσεχοσλοβακία, είναι Αυστριακός πιανίστας, δοκιμιογράφος και ποιητής. 
Στα Ελληνικά κυκλοφορεί το βιβλίο του Μουσικοί Στοχασμοί και Αναστοχασμοί. 

ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ, Γκλόρυ Νταίηζ


[Ο Α πηγαινοέρχεται, ο Β κάθεται με ένα μπλοκ σημειώσεων στο γόνατο και ακολουθεί τον Α με το βλέμμα του, είναι σαν να περιμένει να σκάσει μια βόμβα. Μεγάλη παύση.]

Α: Θέλω ν' αλλάξουμε στρατηγική.
Β: Έχετε κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό σας, πρόεδρε;
Α: Ναι. (παύση)
Β: Σας ακούω. (παύση)
Α: Είναι πλέον σαφές ότι η κυβέρνηση έχει επιβάλει μια ακραία καπιταλιστική και νεοφιλελεύθερη πολιτική στη χώρα μας. Κατά τραγική ειρωνεία, θα πουν κάποιοι, κατά διαβολική σύμπτωση, λέω εγώ, στους κυβερνητικούς θώκους έχουν στρογγυλοκαθίσει καρεκλοκένταυροι διεθνιστές. Και οι διεθνιστές, ως γνωστόν, πόσο μάλλον οι καρεκλοκένταυροι, διακατέχονται από διάφορα συμπλέγματα, ένα εκ των οποίων είναι και το σύμπλεγμα του ρεβανσισμού. Συνεπώς, οτιδήποτε πατριωτικό, οτιδήποτε εθνικό σε αυτή τη χώρα βρίσκεται, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, υπό διωγμό. Και σε αυτόν τον διωγμό, ο οποίος διεξάγεται εναντίον του κόμματός μας με απώτερο στόχο, ασφαλώς, την πλήρη διάλυση της πατρίδας μας, η κυβέρνηση κατευθύνεται από ξένα κέντρα αποφάσεων, οπότε (παύση)
Β: Οπότε;
Α: Θέλω ν' αλλάξουμε στρατηγική.
Β: Έχετε κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό σας, πρόεδρε;
Α: Ναι. (παύση)
Β: Σας ακούω. (παύση)
Α: Είναι πλέον σαφές ότι τόσο η δυναμική παρουσία του ομίλου μας όλα αυτά τα χρόνια στη χώρα μας όσο και η επιχειρηματική δραστηριότητά μας στις γείτονες χώρες των Βαλκανίων, με αποκορύφωμα ίσως την πρόσφατη ιδιαίτερα επιτυχημένη συμφωνία για την πώληση των εκεί δικτύων μας αποδεικνύουν περίτρανα στην πράξη τη δυνατότητά μας να εδραιώσουμε την επιχειρηματική μας δραστηριότητα τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά. Εμείς σαφέστατα συνεχίζουμε να επενδύουμε σε ταχέως αναπτυσσόμενες αγορές διεθνώς, εκμεταλλευόμενοι νέες ευκαιρίες στον χώρο των μίντια γενικότερα και ειδικότερα στον χώρο παραγωγής περιεχομένου, οπότε (παύση)
Β: Οπότε;
Α: Θέλω ν' αλλάξουμε στρατηγική.
Β: Έχετε κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό σας, πρόεδρε;
Α: Ναι. (παύση)
Β: Σας ακούω. (παύση)
Α: Είναι πλέον σαφές ότι η ομάδα μας είναι μια πάρα πολύ καλή ομάδα. Ξέρουμε βέβαια ότι έχουμε πάρα πολύ καλούς παίχτες και ότι αυτοί οι παίχτες μπορούν να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο μετά και την τελευταία ιστορική νίκη μας. Εμείς βέβαια συνεχίζουμε και είμαστε πάντα δίπλα στην ομάδα μας. Ξέρουμε και βέβαια ελπίζουμε ότι η ομάδα θα πάει ακόμα καλύτερα στο μέλλον. Και, οπωσδήποτε, αν με ρωτήσεις, θα σου πω ότι αν βρούμε, αν μπορούμε να βρούμε έναν παίχτη, ή και δύο, ο οποίος παίχτης να πιστεύουμε ότι μπορεί να κάνει τη διαφορά, τότε θα δούμε σοβαρά το ζήτημα να την ενισχύσουμε την ομάδα, πράγμα που το περιμένει κι ο κόσμος. Αλλά πέρα απ' αυτό θα επαναλάβω ότι έχουμε πάρα πολύ καλούς παίχτες και ότι η ομάδα μας είναι μια πάρα πολύ, χτίζεται μια πολύ μεγάλη ομάδα, το μέλλον μας ανήκει, οπότε (παύση)
Β: Οπότε;
Α: Θέλω ν' αλλάξουμε στρατηγική.
Β: Να το δούμε, πρόεδρε, αλλά αλλάζετε τόσο γρήγορα πεδίο δράσης που με μπερδεύετε...
Α: (Παύση. Πηγαίνει και κάθεται. Με έμφαση: ) Ιδού πεδίον δόξης λαμπρόν!
Β: Τι εννοείτε;
Α: Εννοώ, άρχισε. Ακούω τις προτάσεις σου.
Β: Να αρχίσω από το τέλος λοιπόν;
Α: Ν' αρχίσεις από την αρχή. Πώς θα αρχίσεις απ' το τέλος; Ν' αρχίσεις από την αρχή. Πώς θα
Β: Καλώς. Αρχίζω από την αρχή, λοιπόν. Θέλετε ν' αλλάξουμε στρατηγική
Α: Έχει μαλλιάσει η γλώσσα μου να σ' το λέω.
Β: Ωραία. Πριν αλλάξουμε στρατηγική, όμως, πρέπει να βεβαιωθούμε, αν μου επιτρέπετε, ότι θα είναι προς όφελός μας ν' αλλάξουμε στρατηγική.
Α: Σου επιτρέπω και βεβαιωθήκαμε και είμαστε και σίγουροι. Σ' το λέω εγώ.
Β: Καλώς. Μπορώ τότε να ρωτήσω, αν μου επιτρέπετε, πώς ακριβώς βεβαιωθήκαμε;
Α: Τα νούμερα τα βλέπεις;
Β: Πώς, φυσικά. Αλλά ξέρετε ότι ειδικά τέτοια εποχή οι δημοσκοπήσεις
Α: Ποιες δημοσκοπήσεις, ρε; Ποιος τις γαμάει, ρε, τις δημοσκοπήσεις; Τα νεανικά κοινά τα παρακολουθείς;
Β: Πρόεδρε, με συγχωρείτε, αλλά μου είπατε ν' αρχίσω από την αρχή
Α: Και ποια είναι η αρχή, μάνα μου, άμα δεν είναι τα νεανικά κοινά;
Β: Θεώρησα ότι θα μιλούσαμε για τους ψηφοφόρους.
Α: Πώς θα 'χω, μάνα μου, ψηφοφόρους, άμα τα χάσω τα νεανικά κοινά;
Β: Έχετε δίκιο, έχετε δίκιο.
Α: Δεν είμαι κάπα κάπα εγώ, μανάρι μου.
Β: Έχετε δίκιο, έχετε δίκιο.
Α: Τι να το κάνω το δίκιο μου, να το φάω; Δεν κατεβαίνει το πούστικο.
Β: Ναι, δεν κατεβαίνει, καταλαβαίνω.
Α: Με πνίγει. Με πνίγει το δίκιο μου, το καταλαβαίνεις;
Β: Το καταλαβαίνω, πρόεδρε.
Α: Δεν κατεβαίνει.
Β: Δεν κατεβαίνει, το καταλαβαίνω.
Α: Άντε να δούμε!
Β: Μπορώ;
Α: Μπορείς.
Β: Τι θα λέγατε κατ' αρχάς για κάποια ενίσχυση περιεχομένου;
Α: Σου είπα: Θέλω ν' αλλάξουμε στρατηγική.
Β: Ναι, το κατάλαβα αυτό.
Α: Το κατάλαβες, αλλά μου μιλάς για ενίσχυση περιεχομένου.
Β: “Κατ' αρχάς”, σας είπα.
Α: Μη μου λες όλο τα ίδια!
Β: Μπορούμε, αν θέλετε, να δούμε σταδιακά και τη ριζική αλλαγή του προγράμματος.
Α: Και τι είναι, ρε καριόλη, το πρόγραμμα του κόμματος ν' αλλάξει ριζικά;
Β: Αναφερόμουν
Α: Τι είμαι, ρε, εγώ, σοσιαλδημοκράτης είμαι;
Β: στο πρόγραμμα του σταθμού
Α: Ιερό και όσιο δεν έχεις, ρε πούστη! //
Β: πρόεδρε, όχι στο κόμμα. //
Α: Ιερό και όσιο δεν έχεις, ρε πούστη!
Β: Πρόεδρε, να σας εξηγήσω
Α: Δεν θέλω να μου εξηγήσεις τίποτα.
Β: Μα, πρόεδρε
Α: Δεν θέλω να μου εξηγήσεις τίποτα.
Β: Πρόεδρε
Α: Να μου πεις θέλω.
Β: Να σας πω. Να σας πω. Ό,τι θέλετε.
Α: Τον ύμνο,...
Β: Μάλιστα!
Α: όταν ακούς τον ύμνο,...
Β: Ναι!
Α: τον νιώθεις;
Β: Πώς, ασφαλώς, βέβαια! Ασφαλώς και τον νιώθω!
Α: Ποιον;
Β: Τον ύμνο.
Α: Δεν με παρακολουθείς!
Β: Πώς!
Α: Δεν με παρακολουθείς //
Β: Σας παρακολουθώ, πρόεδρε //
Α: Και με στεναχωρείς. //
Β: Σας παρακολουθώ, σας παρακολουθώ. //
Α: Με στεναχωρείς. //
Β: Απλώς είναι λίγο η ταχύτητα με την οποία
Α: Σε κουράζω;
Β: Όχι, όχι, δεν εννοούσα αυτό. //
Α: Δεν θέλω να σε κουράζω. //
Β: Όχι, όχι, πρόεδρε. //
Α: Αν είναι, να μου το πεις. //
Β: Κάθε άλλο. //
Α: Υπάρχει κι ο πάγκος. //
Β: Μα, τι λέτε, πρόεδρε!
Α: Υπάρχει κι ο πάγκος, λέω.
Β: Όχι, όχι! Απλώς πριν συνεχίσουμε
Α: Ναι;
Β: Πριν συνεχίσουμε, θα ήθελα να μου πείτε συγκεκριμένα
Α: Ναι;
Β: αν θέλετε, το εξής:
Α: Λέγε!
Β: Θέλετε να μιλήσουμε πρώτα για το κόμμα ή για το κανάλι;
Α: (Παύση.) Αυτό; Αυτό μόνο θες;
Β: Ναι, αυτό.
Α: Μπορείς να το επαναλάβεις, σε παρακαλώ;
Β: Από την αρχή;
Α: Από την αρχή, από το τέλος, απ' όπου θες.
Β: Θα ήθελα να μου πείτε συγκεκριμένα
Α: Ναι;
Β: αν θέλετε
Α: Ναι, ναι;
Β: το εξής:
Α: Μη μου τα μασάς, λέγε!
Β: Μα, γιατί να τα μασάω, πρόεδρε; //
Α: Λέγε! //
Β: Θέλετε να μιλήσουμε πρώτα για το κόμμα
Α: Ναι;
Β: ή για το κανάλι;
Α: Δεν το έπιασα το υπονοούμενο.
Β: Κανένα υπονοούμενο.
Α: Κανένα υπονοούμενο, ε;
Β: Κανένα υπονοούμενο. //
Α: Κανένα υπονοούμενο. //
Β: Ποιο υπονοούμενο;
Α: Τι σε ρώτησα, ρε, πριν;
Β: Πότε πριν;
Α: Πριν!
Β: Πριν... πριν... με ρωτήσατε
Α: Ναι;
Β: Με ρωτήσατε αν μπορώ να επαναλάβω αυτό που
Α: Πριν!
Β: Πιο πριν;
Α: Ναι, πιο πριν!
Β: Πιο πριν ... πιο πριν ... με ρωτήσατε ... αν με κουράζετε.
Α: Πριν!
Β: Πιο πριν;
Α: Πιο πριν!
Β: Πιο πριν ... πιο πριν ... με ρωτήσατε ... για τον ύμνο.
Α: Ποιον ύμνο;
Β: Του κόμματος.
Α: Του κόμματος.
Β: Του κόμματος.
Α: Την έχεις, δηλαδή, γραμμένη στ' αρχίδια σου την ομάδα; //
Β: Κύριε πρόεδρε //
Α: Στα παπάρια σου τα εισιτήρια; //
Β: Κύριε πρόεδρε //
Α: Σου βρωμάει ξαφνικά η φανέλα, μανάρι μου; //
Β: Με παρεξηγήσατε, κύριε πρόεδρε! //
Α: Εσύ με παρεξήγησες. Σε ξαναρωτάω, λοιπόν!
Β: Μάλιστα!
Α: Τον ύμνο,...
Β: Μάλιστα!
Α: όταν ακούς τον ύμνο,...
Β: Της ομάδας;
Α: Της ομάδας;
Β: Του κόμματος;
Α: Ο ύμνος είναι ύμνος, ρε πούστη άντρα! Και της ομάδας, και του κόμματος κι ο εθνικός.
Β: Κατάλαβα, κύριε πρόεδρε.
Α: Ένας είναι ο ύμνος, ρε καριόλη!
Β: Έχετε δίκιο, κύριε πρόεδρε!
Α: Λοιπόν, για να τελειώνουμε.
Β: Μάλιστα...
Α: Μία! Μία πρόταση έχεις να μου κάνεις που να με καλύπτει;
Β: Εννοείτε συνολικά;
Α: Συνολικά, ρωτάει ο μαλάκας!
Β: Μα -
Α: Άκου, αγορίνα μου: Έχεις 90!
Β: Ναι. //
Α: 90 δευτερόλεπτα έχεις. //
Β: Μάλιστα. //
Α: Ενάμισι λεπτό. //
Β: Μάλιστα. //
Α: Με το ρολόι. // (Παύση 90 δευτερολέπτων. Ακούγεται κάθε δευτερόλεπτο που περνάει. Ο Β ξεροκαταπίνει. Δυσκολεύεται.) Ακούω!
Β: Πρόεδρε, θα προβάλουμε πιο επιθετικά το φιλανθρωπικό σας έργο. Γέροι, γριές, πολύτεκνοι! Συσσίτια! Ορφανά! Άρρωστα παιδιά!
Α: (Παύση.) Κάβλα είσαι! (Σηκώνεται.) Γι' αυτό σ' αγαπάω, ρε πούστη! (Πλησιάζει τον Β.) Αποδίδεις στην πίεση. (Κάνει νόημα στον Β να σηκωθεί. Ο Β σηκώνεται. Τον αγκαλιάζει. Τον κοιτάζει κατά πρόσωπο:) Με έχεις φτιάξει άσχημα, ρε καριόλη. (Παύση, ενώ συνεχίζει να τον κοιτάζει.) Ξέρεις τι θέλω τώρα, ε; (Ο Α αμήχανος, κάνει διστακτικά νόημα με το κεφάλι “όχι”.) Έλα, μωρή κουφάλα, που δεν ξέρεις! (Παύση.) Έλα, πάμε μία τον ύμνο, να τον νιώσουμε! Τώρα! Εδώ! Μαζί!




Η σκηνή «Δε Πρέζιντεντ» είναι από την παράσταση Γκλόρυ Νταίηζ που ανέβηκε για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ «Ανοιχτή Σκηνή - Θεατρικές φωνές της πόλης» στη Θεσσαλονίκη τον Μάρτιο του 2019 από τη θεατρική ομάδα Άνθρωπος στη θάλασσα. Η παράσταση ανεβαίνει ξανά για 5 μόνο παραστάσεις, από τις 2 έως τις 7 Μαΐου, στο Studio Vis Motrix στη Θεσσαλονίκη.

Στο Δελτίο Τύπου της παράστασης αναφέρεται: 
«Μικρές σκηνές, τραγούδια, ιντερμέδια συνθέτουν την παράσταση Γκλόρυ Νταίηζ, που διακωμωδεί επεισόδια από τη ζωή σε μια χώρα με ένδοξο παρελθόν. Η παράσταση συνδέει τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα με τη δημοκρατία της Βαϊμάρης: μια κοινωνία με ηττημένη ψυχολογία που εκφασίζεται. Αντλεί την αισθητική της από το γερμανικό καμπαρέ θέτοντας στο επίκεντρο την πολιτική σάτιρα. 
Ακροβατεί ανάμεσα στο γελοίο και το τραγικό, σχολιάζοντας παράλληλα τη θέση του καλλιτέχνη - σαλτιμπάγκου, που σαρκάζει την πραγματικότητα από τη θέση του περιθωρίου ενώ την ίδια στιγμή υποφέρει αποτελώντας μέρος της.
Τρεις περφόρμερ-κλόουν ρίχνονται πάνω στη σκηνή απόλυτα εκτεθειμένοι στα βλέμματα των θεατών. Αμήχανοι αλλά απόλυτα διαθέσιμοι, επιτελούν το ρόλο τους ως όργανα της ανατροπής, διακινδυνεύοντας συνεχώς να ανατραπούν οι ίδιοι».



ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Κείμενα: Αλέξανδρος Κυπριώτης
Σκηνοθεσία: Κλαίρη Χριστοπούλου
Δραματουργία: Κλαίρη Χριστοπούλου, Σόνια Σαμαρτζίδου, Αλέξανδρος Ζαφειριάδης
Σκηνικά – Κοστούμια: Σόνια Σαμαρτζίδου
Κίνηση: Δέσποινα Καπουλίτσα
Σχεδιασμός Φωτισμού: Αθηνά Μπανάβα
Χειρισμός Κονσόλας Ήχου: Θένια Χριστάκου
Φωτογραφίες: Θανάσης Κριτσωτάκης
Επικοινωνία: Απόστολος Λιάπης
Παραγωγή: Ομάδα ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ


Επί σκηνής:
Αλέξανδρος Ζαφειριάδης
Δέσποινα Καπουλίτσα
Κλαίρη Χριστοπούλου

Παραστάσεις: 2-7 Μαΐου 2019 εκτός Δευτέρας
Studio Vis Motrix (Έδισον 4)
Ώρα: 21:15, Διάρκεια: 70 λεπτά
Τιμές εισιτηρίων: 12 ευρώ, 8 ευρώ (μειωμένο: φοιτητικό, ανέργων, ατέλειες)
Πληροφορίες & κρατήσεις: Τ. 693 401 5275, καθημερινά 5:00-8:00 μ.μ.

Πάνος Καραβίας, Νύχτα εγκληματική με πράσινους καπνούς κρυσταλλωμένους στον ορίζοντα

Σελέστ Πολυχρονιάδη, Μάνα και παιδιά. Μονοτυπία

[Απόσπασμα]

Βιδωμένος πάνω στο σανιδένιο πόδι του, έφευγε στο στριφτό ανήφορο σέρνοντας στα χώματα και στις πέτρες ένα παμπάλαιο παλτό, σωστή γελοιογραφία. Νιώσατε ποτέ τη λαχτάρα να τρέξετε και να μη μπορείτε, γιατί το ένα πόδι σας είναι σανιδένιο; Κι αντίς για σκιά, τον ακολουθούσαν —τον κυνηγούσαν— ένα πλήθος σιγανές φωνές. Κρατούσαν ξύλινους σταυρούς, τους ύψωναν και τους κατέβαζαν εντελώς άρρυθμα, γράφοντας κάτι ονόματα χωρίς νόημα στο μαύρο βάθος. Μια λιτανεία από ξύλινους σταυρούς. Τον κυνηγούσαν οι ολολυγμοί της νύχτας, καθώς αναρρίπιζαν τα κρόταλά τους σε άδειες καπνοδόχους.
Κι ήταν η νύχτα με πράσινους καπνούς κρυσταλλωμένους στον ορίζοντα. Μια νύχτα εγκληματική γεμάτη ενέδρες, που ήταν μάταιο να υποτιμάς τη σημασία των μικρών τρόμων. Μια νύχτα που τον έσπρωχνε ολοένα πιο τυφλά, ώσπου έφτασε τέλος στο βράχο του με την επιθυμία να κρυφτεί, να κουρνιάσει, να ησυχάσει. Μα τόσο ψηλός που ήταν ξεπερνούσε το βράχο, κι αν άνοιγε τα χέρια του θα φιλοτεχνούσε το σχήμα ενός πελώριου ξύλινου σταυρού, ενός εσταυρωμένου πάνω απ’ το πέλαγος. Αμέτρητες πολεμικές σημαίες κυμάτιζαν στο πέλαγος. Και στάθηκε κάπως δισταχτικά, είτε για ν’ ακούσει κάποια σειρήνα που τραγουδούσε, είτε για να κοιτάξει ένα σμάρι πελαργών που έφευγαν στο Νότο, όπως στα όνειρά μου. Μα τον συνεπήρε πάλι η ανησυχία εκείνη για τις καρίνες των πλοίων πάνω στα μεγάλα κύματα. Έσπαζαν τόσο εύκολα, τον τελευταίο καιρό, τόσο αποτρόπαια, οι καρίνες των πλοίων στα κύματα. Κι ήταν γεμάτη από πλοία η θάλασσα. Στο λιμάνι σκοτείνιαζαν αμέτρητες πολεμικές σημαίες. Σκηνοθεσία που ταίριαζε ίσως για να στηρίξει το ένα πόδι του στο βράχο, τον αγκώνα στο διπλωμένο γόνατο, το πρόσωπο μέσα στα χέρια και ν’ αφήσει τα δάκρυά του να χυθούν ρομαντικά, μαζί με τα μάτια του, στο πέλαγος. Μα είδατε ποτέ άνθρωπο με μονοκόμματο ξύλινο πόδι, να το στηρίζει πάνω σε οποιονδήποτε βράχο; Ήταν αδύνατο ακόμα και να το κρύψει, μολονότι είχε συρράψει, γι’ αυτόν και μόνο το σκοπό, ένα σωρό κουρέλια που έδιναν ένα αφύσικο μάκρος στο ελεεινά τριμμένο παλτό του, και κρέμονταν ως τις πέτρες και τα χώματα του δρόμου. Γιατί ο άνεμος που βογγούσε, το κόλλησε απάνω του, βγάζοντας σ’ έκγλυφη φόρμα, σαν κραυγή στο θάλαμο των ετοιμοθάνατων, το ξύλινο πόδι του. Του θύμισε μάλιστα τον πραγματικό ρόλο του κι έκανε να σκύψει να υποκλιθεί, καθώς το προσδιορίζει το πρωτόκολλο. Όμως το σανίδι έτριξε αποτρόπαια κι ανατινάχτηκε το ελατήριο, που τον υποχρέωσε να τεντωθεί μελοδραματικά στην κάθετη στάση του. Ο κύριος Αμπρόζιους Καπς είχε μειδιάσει με συγκατάβαση, όταν τον είδε, και του είχε ψιθυρίσει — σα μέσα στη νύχτα και μέσα στον άνεμο:

— Θα σας είναι δύσκολο, δε νομίζετε;
— Ναι, μα βέβαια θα κάνω ό,τι μπορώ για την ευγένειά σας…
— Ύστερα, είναι και η στολή.
— Η στολή… Αλήθεια, δεν το σκέφθηκα, δεν το σκέφθηκα… Θα ’πρεπε να ’ναι στολή θυρωρού, ή με οριζόντιες ραβδώσεις;
— Θυρωρού, θυρωρού. Πρόκειται όμως περί ειδικής περιπτώσεως που προβλέπει ο κανονισμός του ιδρύματος.
— Μήπως θα μπορούσα να φορέσω τη στρατιωτική μου στολή, και με μετάλλιο ανδρείας, εξοχώτατε;
— Ίσως, μα δυστυχώς, θα πρέπει να τη βάψετε μαύρη.

Μέσα στη νύχτα και στον άνεμο πέρασε κάποιος φτωχός ανθρωπάκος που κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά του ένα νεκρό βρέφος. Βημάτιζε αργά, προσεχτικά ενάντια στον άνεμο, προσέχοντας μη σκοντάψει από τη σύγχυση της επίσημης αυτής στιγμής — όπως όταν πάνε να παρουσιάσουν τα δώρα, ψωμί κι αλάτι υποταγής στο νικητή. Η γυναίκα που τον ακολουθούσε από κοντά, χτυπούσε με τις τόσες–δα μικρούλες γροθιές της το φασματικό κεφάλι της, στο ρυθμό του βήματός του, κι έστελνε το βλέμμα της στους πελαργούς που χάνονταν κοπαδιαστά στον ορίζοντα, γίνονταν ένα με τους πράσινους καπνούς που σκέπαζαν το λειψό φεγγάρι με απανωτά μαύρα βέλα. Σταμάτησαν κι οι δυο στον πιο ψηλό βράχο της ακτής, την τελευταία τους πρόθεση. Μα οι ώρες διαδέχονταν η μια την άλλη και δε γινόταν τίποτα. Σώνει και καλά, φαίνονταν πως δεν ήθελαν, δεν ήθελαν με κανένα τρόπο να πετάξουν το νεκρό μωρό στη θάλασσα. Ώσπου τέλος το άρπαξε μέσα από τα χέρια τους ο ίδιος ο άνεμος. Παρακολούθησαν τότε αγκαλιασμένοι, τις κυματιστές καμπύλες που έγραψε, πέφτοντας στον χαίνοντα πόντο. Ύστερα κοιτάχτηκαν απορώντας, και γύρισαν να τον κοιτάξουν, ποιος ξέρει γιατί. Φαίνονταν έτσι σα να του ζητούσαν κάτι που έχασαν. Αλλά μάλλον θα τον πήραν για κάποιο φάντασμα —πανύψηλος κι ασάλευτος καθώς ήταν μεσ’ στο μακρύ κουρελιασμένο παλτό του— και θα ’πρεπε να σκέφτηκαν μήπως ήταν καιρός να τρομάξουν.

[...]




Το βιβλίο του Πάνου Καραβία Νύχτα εγκληματική με πράσινους καπνούς κρυσταλλωμένους στον ορίζοντα κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Σκαρίφημα. Από την έκδοση αυτή είναι και η φωτογραφία που συνοδεύει την ανάρτηση.

Στην εισαγωγική παρουσίαση της νουβέλας ο Στέφανος Ροζάνης σημειώνει μεταξύ άλλων: «Στην “τραγωδία του πεπρωμένου” του Πάνου Καραβία, ο κόσμος μεταλλάσσεται σε φαντασίωμα, σε σπασμωδική σκηνή που παίζεται με κούκλες. Η εγκληματική νύχτα “με πράσινους καπνούς κρυσταλλωμένους στον ορίζοντα” είναι μια Γ κ ο υ έ ρ ν ι κ α του λόγου, γεννημένη από το εφιαλτικό σκηνικό του πολέμου, που κάθε στιγμή διεκδικεί την εσωτερική της αλήθεια ανακαλύπτοντας τους μικρούς τρόμους μέσα στον μεγάλο φόβο, μέσα στη φρίκη των σπλάχνων που εκτρωματικά φωτίζουν την εικόνα του κόσμου ανελέητη. Αυτή η Γ κ ο υ έ ρ ν ι κ α του λόγου αναπαράγει τα ανδρείκελα στη θέση των αλλοτινών ωραίων ανθρώπων, τα στήνει ως μόνη παρουσία πάνω στο ξύλινο πόδι τους, και αρχίζει τον μακάβριο χορό μιας περιπέτειας χωρίς περιπέτεια».

Η νουβέλα γράφτηκε στη διάρκεια της Κατοχής, αλλά πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Νέα Εστία τον Ιούνιο του 1957 με το ψευδώνυμο Π. Καλέργης και με την υποσημείωση: «Γράφτηκε τον καιρό της κατοχής, κι ήταν έτοιμο να δημοσιευτεί στο περιοδικό Γράμματα”. Την τελευταία στιγμή το σταμάτησε η χιτλερική λογοκρισία και τα δοκίμια έφτασαν ως τον διευθυντή τύπου Schwörbel που αξίωσε την αφαίρεση τμημάτων του κειμένου. Ο συγγραφεύς το απέσυρε κι έμεινε ίσαμε σήμερα ανέκδοτο».

Διαβάστε στη βιβλιοnet ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα του Πάνου Καραβία και δείτε ποια βιβλία του κυκλοφορούν στα Ελληνικά.

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails