Oscar Wilde, Τέσσερα πεζοποιήματα


The_Old_Guitarist_by_Pablo_Picasso

Ο ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ

Ένα βράδυ ήρθε στην ψυχή του η επιθυμία να πλάσει μια εικόνα της ηδονής που διαρκεί για μια στιγμή. Και βγήκε έξω στον κόσμο αναζητώντας ορείχαλκο. Γιατί μόνο σε ορείχαλκο μπορούσε να σκεφτεί.

Όλος όμως ο ορείχαλκος του κόσμου είχε χαθεί, και πουθενά στον κόσμο δεν βρισκόταν ορείχαλκος, εκτός από τον ορείχαλκο της εικόνας της θλίψης που διαρκεί για πάντα.

Αυτή την εικόνα την είχε πλάσει ο ίδιος, και με τα ίδια του τα χέρια, και την είχε τοποθετήσει πάνω στο μνήμα του μόνου πράγματος που είχε αγαπήσει στη ζωή. Πάνω στο μνήμα του νεκρού πράγματος που είχε αγαπήσει περισσότερο, είχε τοποθετήσει αυτή την εικόνα που είχε πλάσει ο ίδιος έτσι ώστε να λειτουργεί ως σημάδι της ανθρώπινης αγάπης που δεν πεθαίνει και ως σύμβολο της ανθρώπινης θλίψης που διαρκεί για πάντα. Και σε ολόκληρο τον κόσμο δεν υπήρχε άλλος ορείχαλκος εκτός από τον ορείχαλκο αυτής της εικόνας.

Και πήρε την εικόνα που είχε πλάσει και την τοποθέτησε σε μια μεγάλη κάμινο και την παρέδωσε στη φωτιά.

Κι από τον ορείχαλκο της εικόνας της θλίψης που διαρκεί για πάντα έπλασε την εικόνα της ηδονής που διαρκεί για μια στιγμή.



Ο ΑΓΑΘΟΕΡΓΟΣ


Ήταν νύχτα κι Εκείνος ήταν μόνος.

Κι είδε σε μακρινή απόσταση τα τείχη μιας κυκλικής πόλης και κατευθύνθηκε προς την πόλη.

Κι όταν πλησίασε, άκουσε μες στην πόλη το βάδισμα των ποδιών της χαράς και το γέλιο του στόματος της ευτυχίας και τον δυνατό θόρυβο πολλών λαγούτων. Και χτύπησε στην πύλη και κάποιοι φύλακες Του άνοιξαν.

Κι Εκείνος είδε έναν μαρμάρινο οίκο που εμπρός του είχε όμορφες μαρμάρινες κολώνες. Στις κολώνες κρέμονταν στολίδια, και μέσα κι έξω υπήρχαν κέδρινοι πυρσοί. Κι Εκείνος εισήλθε στον οίκο.

Κι όταν είχε διασχίσει τη χαλκηδόνια αίθουσα και την ιάσπινη αίθουσα και είχε φτάσει στη μακρόστενη αίθουσα των εορτών, είδε ξαπλωμένο πάνω σε ένα πορφυρό σαν τη θάλασσα ανάκλιντρο κάποιον που είχε μαλλιά στεφανωμένα με κόκκινα τριαντάφυλλα και χείλη κόκκινα από το κρασί.

Κι Εκείνος πήγε πίσω του και τον άγγιξε στον ώμο και του είπε: «Γιατί ζεις έτσι;»

Κι ο νέος γύρισε και Τον αναγνώρισε, και του απάντησε λέγοντας: «Μα κάποτε ήμουν λεπρός κι εσύ με γιάτρεψες. Πώς αλλιώς να ζω;»

Κι Εκείνος βγήκε από τον οίκο ξανά έξω στον δρόμο.

Κι ύστερα από λίγο είδε κάποια με φτιασιδωμένο πρόσωπο και περιβολή, και πόδια καλυμμένα με μαργαριτάρια. Και πίσω της ερχόταν, αργά σαν κυνηγός, ένας νέος που φόραγε μια δίχρωμη κάπα. Το πρόσωπο της γυναίκας έμοιαζε με το όμορφο πρόσωπο ενός ειδώλου, και τα μάτια του νέου γυάλιζαν από πόθο.

Κι Εκείνος ακολούθησε γρήγορα και άγγιξε το χέρι του νέου και του είπε: «Γιατί κοιτάς αυτή τη γυναίκα με τέτοιο τρόπο;»

Κι ο νέος γύρισε και Τον αναγνώρισε, και είπε: «Μα κάποτε ήμουν τυφλός κι εσύ με έκανες να βλέπω. Τι άλλο να κοιτάζω;»

Κι Εκείνος έτρεξε μπροστά κι άγγιξε τη φτιασιδωμένη περιβολή της γυναίκας και της είπε: «Δεν μπορείς να περπατάς σε δρόμο άλλο από τον δρόμο της αμαρτίας;»

Κι η γυναίκα γύρισε και Τον αναγνώρισε, γέλασε και είπε: «Μα εσύ συγχώρεσες τις αμαρτίες μου κι αυτός ο δρόμος είναι ευχάριστος».

Κι Εκείνος βγήκε από την πόλη.

Κι όταν είχε βγει από την πόλη, είδε καθισμένο στην άκρη του δρόμου έναν νέο να κλαίει.

Και πήγε προς το μέρος του κι άγγιξε τις μακριές μπούκλες των μαλλιών του και του είπε: «Γιατί κλαις;»

Κι ο νέος σήκωσε το βλέμμα του και Τον αναγνώρισε, και απάντησε: «Μα κάποτε ήμουν νεκρός κι εσύ με ανέστησες από τους νεκρούς. Τι άλλο να κάνω απ’ το να κλαίω;»



Ο ΜΑΘΗΤΗΣ

Όταν πέθανε ο Νάρκισσος, η λίμνη της ηδονής του μετατράπηκε από μια κοιλότητα με γλυκά νερά σε μια κοιλότητα με αλμυρά δάκρυα, και οι Ορειάδες έφτασαν κλαίγοντας μέσα από τα δάση για να τραγουδήσουν στη λίμνη και να την παρηγορήσουν.

Κι όταν είδαν ότι η λίμνη είχε μετατραπεί από μια κοιλότητα με γλυκά νερά σε μια κοιλότητα με αλμυρά δάκρυα, χαλάρωσαν τους πράσινους βοστρύχους των μαλλιών τους και κραύγασαν και είπαν στη λίμνη: «Δεν μας ξαφνιάζει που πενθείς έτσι τον Νάρκισσο, τόσο όμορφος που ήταν».

«Μα ήταν όμορφος ο Νάρκισσος;» είπε η λίμνη.

«Ποιος το ξέρει αυτό καλύτερα από σένα;» απάντησαν οι Ορειάδες. «Πέρναγε συνέχεια από μπροστά μας αλλά εσένα έψαχνε, και ξάπλωνε στις όχθες σου και σε κοιτούσε, και στον καθρέφτη των νερών σου αντανακλούσε την ομορφιά του».

Κι η λίμνη απάντησε: «Εγώ όμως αγαπούσα τον Νάρκισσο γιατί, όσο ήταν ξαπλωμένος στις όχθες μου και με κοιτούσε, στον καθρέφτη των ματιών του έβλεπα να αντανακλάται πάντα η δική μου ομορφιά».



Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ

Όταν λοιπόν απλώθηκε το σκότος πάνω στη Γη, ο Ιωσήφ της Αριμαθαίας, έχοντας ανάψει έναν πεύκινο πυρσό, κατέβηκε από τον λόφο στην κοιλάδα. Διότι είχε μια δουλειά στο σπίτι του.

Και γονατίζοντας πάνω στους πυρόλιθους της Κοιλάδας της Απόγνωσης, είδε έναν νέο που ήταν γυμνός κι έκλαιγε. Τα μαλλιά του είχαν το χρώμα του μελιού και το σώμα του έμοιαζε με λευκό άνθος, είχε όμως πληγώσει το σώμα του με αγκάθια και στα μαλλιά του είχε βάλει στάχτες για στέμμα.

Κι εκείνος, που είχε μεγάλη περιουσία, είπε στον νέο που ήταν γυμνός κι έκλαιγε: «Δεν με εκπλήσσει που η θλίψη σου είναι τόσο μεγάλη, αφού Εκείνος ήταν ασφαλώς ένας δίκαιος άνδρας».

Κι ο νέος απάντησε: «Δεν κλαίω για Εκείνον, αλλά για μένα. Κι εγώ μετέτρεψα το νερό σε κρασί, θεράπευσα τους λεπρούς κι έκανα τους τυφλούς να βλέπουν. Περπάτησα πάνω στα νερά και ξόρκισα τους δαίμονες από όσους κατοικούν στους τάφους. Τάισα τους πεινασμένους στην έρημο όπου δεν υπήρχε καθόλου τροφή και ανέστησα τους νεκρούς από τα στενά τους σπίτια, και με εντολή μου, μπροστά σε μέγα πλήθος, μια άκαρπη συκιά ξεράθηκε. Όλα όσα έκανε εκείνος ο άνδρας, τα έκανα κι εγώ. Κι όμως, εμένα δεν με σταύρωσαν».


Μετάφραση από τα Αγγλικά: Γιώργος Λαμπράκος


(Σ.τ.Μ.) Εδώ μεταφράζουμε τέσσερα από τα έξι πεζοποιήματα που δημοσίευσε ο Ουάιλντ την περίοδο 1893-94. Γνωστό ως είδος κυρίως από τον Μποντλέρ και τον Μαλαρμέ, το πεζοποίημα συνδυάζει, στις αρτιότερες εκδοχές του, την ιδιαίτερα συμβολική γλώσσα και την υφολογική μεστότητα με τη νοηματική ένταση και κορύφωση. Oscar Wilde, “Poems in Prose”, The Works of Oscar Wilde, Galley Press, 1987, pp. 843-5.


Oscar Wilde Ο Ιρλανδός θεατρικός συγγραφέας, πεζογράφος και ποιητής Oscar Wilde, πολύ γνωστός και για τα αποφθέγματά του, γεννήθηκε το 1854 στο Δουβλίνο και πέθανε στο Παρίσι στα 46 του χρόνια, τριάμισι χρόνια μετά την αποφυλάκισή του, έχοντας εκτίσει την ποινή δύο χρόνων σε καταναγκαστικά έργα που του επιβλήθηκε αφού κρίθηκε ένοχος για κατάφωρη προσβολή της δημοσίας αιδούς. Με την κατηγορία αυτή παραπέμπονταν σε δίκη οι ομοφυλόφιλοι στο Ηνωμένο Βασίλειο από το 1855. Η ομοφυλοφιλία αποποινικοποιήθηκε στη Μεγάλη Βρετανία το 1967. Δείτε στη βιβλιοnet ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα για τον Όσκαρ Ουάιλντ και έναν κατάλογο με τις μεταφράσεις των έργων του που κυκλοφορούν στα Ελληνικά. Διαβάστε στην αγγλική WIKIPEDIA ή την ελληνική ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ για τη ζωή και το έργο του. Διαβάστε έργα του Oscar Wilde στο πρωτότυπο στο The Literature Network.


© Logotexnia 21 + Γιώργος Λαμπράκος

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails