Mario Wirz, Επίκληση αγγέλου
Δεν υπήρχε τίποτα, αλλά κάτι πρέπει να υπήρχε. Ίσως κάτι που μόνο οι μεγάλοι μπορούσαν να το δουν. Κάτι που δεν ήταν ορατό στα μάτια των παιδιών.
Όταν η μητέρα κοίταζε έτσι, ήταν μια άλλη. Κάρφωνε το βλέμμα της στα πιάτα που μόλις είχε βάλει στο τραπέζι, λες και δεν είχε ξαναδεί τα σχέδια με τα λουλούδια. Κι όμως κάθε μέρα τα ίδια πιάτα ήταν. Λες κι έπεφτε μʼ ανοιχτά τα μάτια σʼ έναν ύπνο βαθύ.
Το παιδί ήξερε ότι η μητέρα δεν κοιμόταν, αλλά δεν ήταν και ξύπνια. Ήταν εκεί και έλειπε. Στην κουζίνα και κάπου αλλού. Άσπρο σαν το χιόνι στα βουνά, που πήγαιναν κάθε χρόνο, ήταν το πρόσωπό της, και τα χέρια της ήτανε κρύα και δεν έδιναν καμία απάντηση. Το αόρατο είχε μαγέψει τη μητέρα. Καμία ερώτηση δεν την έφτανε, καμία χειραψία, καμία λέξη. Μια ξένη γυναίκα στεκόταν εκεί στην κουζίνα κι έμοιαζε με τη μητέρα, όμως το παιδί δεν ξεγελιόταν. Η άγνωστη έμοιαζε πιο ωραία και πιο νέα. Ίσως καθόταν κανένα ξωτικό μέσα στο πιάτο ή κανένας νάνος. Το παιδί έπρεπε να σκαρφαλώσει στην καρέκλα για να δει, κι αν όμως κρυβόταν κάτι κακό μέσα στο πιάτο;
Στη μητέρα δεν μπορούσε να βασιστεί τώρα πια. Δεν ήταν εκεί και δεν μπορούσε να βοηθήσει. Καλύτερα ήταν να κάνει ησυχία, να μην βγάζει τσιμουδιά, και να περιμένει, μέχρι να περάσουν όλα. Μέχρι να λιώσει το χιόνι στο πρόσωπο της ξένης και να ξαναγίνουν τα χέρια της ζεστά και σίγουρα.
Μπορούσε να συμβεί πάντοτε και παντού. Καμιά φορά συνέβαινε σε κάποιον περίπατο στο πάρκο. Ταΐζανε τις πάπιες, αν κι απαγορευόταν, και ξαφνικά έπεφτε ο ουρανός μες στο νερό, κι όλα ήταν σκοτεινά και τρομακτικά. Κι οι πάπιες δεν έμοιαζαν γλυκούλες πια. Εκεί που πριν στεκόταν η μητέρα με το γέλιο της, τώρα στεκόταν η άλλη και σώπαινε και κοίταζε κάτι που δεν υπήρχε. Η ξένη είχε κλέψει το γέλιο και το παλτό της μητέρας. Το παιδί ήξερε ότι ύστερα από λίγο θα τα έδινε εκείνη από μόνη της όλα πίσω. Όταν κρατούσε πάρα πολύ, το παιδί καλούσε τον άγγελο που κανένας ενήλικας δεν μπορούσε να δει. Εκείνος φρόντιζε να μεταμορφωθεί και πάλι η άγνωστη στη μητέρα και να γίνουν όλα όπως έπρεπε να είναι.
Ο ουρανός ήταν και πάλι στη θέση του, κι οι πάπιες ήταν γλυκούλες κι αχόρταγες και κάθονταν να τις ταΐζουν. Η μητέρα άνοιγε τα κουμπιά του παλτού της, επειδή δεν έκανε πια κρύο, κι ήτανε το παλτό της και το γέλιο της. Το παιδί έβαζε το χέρι του στο χέρι της, κι όλα ήταν καλά.
Στην κουζίνα τώρα είχε μια διαφορετική ησυχία από άλλες φορές. Ακόμα κι η βρύση δεν τολμούσε να στάξει. Βουβές ήταν οι κατσαρόλες πάνω στο πετρογκάζ και περίμεναν. Τα πάντα περίμεναν την επιστροφή της μητέρας. Τα σνίτσελ, που ήταν ήδη στο ψυγείο. Το στραβό αγγούρι που έπρεπε να καθαριστεί. Το παιδί προσπάθησε να μετρήσει τις πατάτες στη γαβάθα, αλλά ήταν πάρα πολλές. Πιο εύκολο ήταν με τις μπανάνες και τα πορτοκάλια στη φρουτιέρα. Τρεις μπανάνες και δύο πορτοκάλια. Αυτό δεν ήταν δύσκολο. Αν μοιραζότανε μετά ένα πορτοκάλι και μία μπανάνα με τη μητέρα, θα περίσσευαν δύο μπανάνες και ένα πορτοκάλι για τον πατέρα. Ο πατέρας ήταν ένας γίγαντας, και μεγάλη ήταν κι η πείνα του. Εκείνος έπαιρνε το πιο μεγάλο κομμάτι κρέας και τις πιο πολλές πατάτες. Ο πατέρας ήταν αυστηρός, και η φωνή του ήταν βροντερή σαν αεροπλάνο, μέχρι που αρχίζανε να τρέμουν όλα τα φλιτζάνια στο ντουλάπι. Αλλά πάντοτε ήταν ο πατέρας. Τα μάτια του, τα χέρια του.
Μετάφραση από τα Γερμανικά: Αλέξανδρος Κυπριώτης
Ο Μάριο Βιρτς γεννήθηκε το 1956 στο Μάρμπουργκ και μεγάλωσε στο Φράνκενμπεργκ. Σπούδασε υποκριτική στο Βερολίνο, όπου και εργάστηκε ως σκηνοθέτης και ηθοποιός θεάτρου από το 1988. Έχει γράψει ποιήματα, διηγήματα και θεατρικά έργα, μεταξύ των οποίων: Και τʼ όνειρο μπερδεύει τα μαλλιά σου. Νυχτερινά ποιήματα (1982), Είναι αργά, δεν μπορώ νʼ αναπνεύσω. Νυχτερινό αφήγημα (1992), Καλώ τους λύκους (ποιήματα, 1993), Βιογραφία μίας ζωντανής ημέρας (1994), Η καρδιά των ωρών αυτών (ποιήματα, 1997), Εναγκαλισμοί στο τέλος της νύχτας (διηγήματα, 1999), Επτά ζωές έχει η εβδομάδα (ποιήματα, 2003), Θύελλα πριν τη σιωπή (ποιήματα, 2006). Ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί στα Ελληνικά στα περιοδικά Το Δέντρο, τ. 145-146,και Antivirus κατά του ιού της βίας, τ. 22, ενώ το διήγημά του «Επίκληση αγγέλου» από τη συλλογή διηγημάτων Εναγκαλισμοί στο τέλος της νύχτας δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα Ελληνικά στο περιοδικό Ίνδικτος, τ. 21.
© Logotexnia 21 + Mario Wirz + Alexandros Kypriotis