Roberto Bolaño, Η ναζιστική λογοτεχνία στην Αμερική [Β΄Μέρος]

Nazi Zombies

[Αποσπάσματα]

[…]

ΓΚΟΥΣΤΑΒΟ ΜΠΟΡΔΑ

Γουατεμάλα, 1954 - Λος Άντζελες, 2016

Ο μεγαλύτερος και πιο καταραμένος από τους Γουατεμαλτέκους συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας πέρασε τα παιδικά και τα εφηβικά του χρόνια στην εξοχή. Γιος του επιστάτη της φάρμας «Λος Λαουρέλες», είχε τη βιβλιοθήκη των αφεντικών του πατέρα του να του παρέχει τα πρώτα αναγνώσματα και τους πρώτους εξευτελισμούς. Και τα δυο, αναγνώσματα και εξευτελισμοί, δεν θα έλειπαν στη διάρκεια της ζωής του.

Του άρεσαν οι ξανθές και ο πόθος του ήταν ακόρεστος, θρυλικός, πηγή πειραγμάτων και χοντρών αστείων. Επιρρεπής στον έρωτα και τη φιλαυτία, η ζωή του ήταν σίγουρα μια αλυσίδα εξευτελισμών που ήξερε να υπομένει με την καρτερία πληγωμένου θηρίου. Υπάρχουν άφθονες καλιφορνέζικες ιστορίες (ενώ αντίστοιχα λείπουν οι ιστορίες από τη Γουατεμάλα, όπου έφτασε να θεωρείται, αν και όχι για πολύ καιρό, εθνικός συγγραφέας): λέγεται ότι ήταν ο λευκός που προτιμούσαν όλοι οι σαδιστές του Χόλυγουντ· ότι ερωτεύτηκε τουλάχιστον πέντε ηθοποιούς, τέσσερις γραμματείς, επτά γκαρσόνες και ότι η απόρριψη που εισέπραξε απ’ όλες έπληξε βαθιά την προσωπική του αξιοπρέπεια· ότι σε πάνω από μια περιπτώσεις τον χτύπησαν βάναυσα τα αδέλφια, οι φίλοι ή οι αγαπητικοί των γυναικών που ερωτευόταν· ότι άρεσε στους φίλους του να τον κάνουν να πίνει μέχρι σκασμού και ότι μετά τον άφηναν να κείται οπουδήποτε· ότι εξαπατήθηκε από τον ατζέντη του, τον σπιτονοικοκύρη του, τον γείτονά του (τον Μεξικανό σεναριογράφο και συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας Αλφρέδο ντε Μαρία)· ότι η παρουσία του σε συγκεντρώσεις και συνέδρια Βορειοαμερικανών συγγραφέων προκαλούσε τον σαρκασμό, την περιφρόνηση (σε αντίθεση με την πλειονότητα των συναδέλφων του, ο Μπόρδα δεν είχε ούτε τις στοιχειώδεις επιστημονικές γνώσεις· η άγνοιά του στους τομείς της αστρονομίας, της αστροφυσικής, της κβαντικής φυσικής, της πληροφορικής ήταν παροιμιώδης) και τον χλευασμό· ότι εντέλει η ύπαρξή του και μόνο αρκούσε για να φέρει αμέσως τα πιο χαμηλά και κρυφά ένστικτα στους ανθρώπους που για τον άλφα ή βήτα λόγο συναντούσε στη ζωή του.

Δεν υπάρχει απόδειξη ωστόσο ότι τίποτα δεν τον πτοούσε. Στα «Ημερόχρονά» του ρίχνει το φταίξιμο για όλα στους εβραίους και στους τοκογλύφους.

Ο Γκουστάβο Μπόρδα έφτανε μετά βίας το ένα μέτρο και πενήντα πέντε, ήταν μελαψός, με μαλλί μαύρο και σκληρό, και δόντια τεράστια και πολύ λευκά. Οι ήρωές του, αντίθετα, είναι ψηλοί, ξανθοί, γαλανομάτηδες. Τα διαστημόπλοια που εμφανίζονται στα μυθιστορήματά του φέρουν γερμανικά ονόματα. Τα πληρώματα είναι επίσης Γερμανοί. Οι διαστημικές αποικίες ονομάζονται Νέο Βερολίνο, Νέο Αμβούργο, Νέα Φραγκφούρτη, Νέα Καινιξβέργη. Και η διαστημική του αστυνομία ντύνεται και συμπεριφέρεται όπως σίγουρα θα ντύνονταν και θα συμπεριφέρονταν τα Ες Ες αν είχαν καταφέρει να επιβιώσουν μέχρι τον 22ο αιώνα.

Πέραν τούτου τα θέματά του ήταν πάντα συμβατικά: νέοι που ξεκινούν ένα ταξίδι μύησης, παιδιά χαμένα στην απεραντοσύνη του σύμπαντος που συναντούν γέρους κοσμοναύτες γεμάτους σοφία, φαουστικές ιστορίες συμφωνιών με τον Διάβολο, πλανήτες όπου μπορεί κανείς να βρει την πηγή της αιώνιας νεότητας, πολιτισμούς χαμένους που συνεχίζουν να υπάρχουν κρυφά.

Έζησε στην Πόλη της Γουατεμάλας και στο Μεξικό, όπου έκανε κάθε λογής δουλειές. Τα πρώτα του έργα πέρασαν εντελώς απαρατήρητα.

Μετά τη μετάφραση στα αγγλικά του τέταρτου μυθιστορήματός του, Ανεξιχνίαστα εγκλήματα στη Σιουδάδ-Φουέρσα, έγινε επαγγελματίας συγγραφέας και πήγε να ζήσει στο Λος Άντζελες, πόλη που δεν θα εγκατέλειπε πια.

Σε κάποια περίσταση, ερωτηθείς για ποιο λόγο έχουν οι ιστορίες του αυτό το τόσο παράξενο για έναν συγγραφέα της Κεντρικής Αμερικής γερμανικό στοιχείο, απάντησε: Έχω φάει τόσο κράξιμο, τόσο φτύσιμο και τόση κοροϊδία που ο μοναδικός τρόπος για να συνεχίσω να ζω και να συνεχίσω να γράφω ήταν να μεταφερθώ εν πνεύματι σ’ ένα μέρος ιδεατό… Με τον τρόπο μου είμαι σαν μια γυναίκα στο σώμα ενός άντρα…

[…]

ΜΑΤΕΟ ΑΓΚΙΡΕ ΜΠΕΝΓΚΟΕΤΣΕΑ

Μπουένος Άιρες, 1880 - Κομοντόρο Ριβαντάβια, 1940

Ιδιοκτήτης ενός τεράστιου κτήματος στην επαρχία Τσουμπούτ, το οποίο διηύθυνε ο ίδιος και στο οποίο είχαν πρόσβαση λίγοι φίλοι, η ζωή του είναι ένα αίνιγμα που ταλαντεύεται ανάμεσα στον βουκολικό στοχασμό και την ενσάρκωση του τιτάνα. Συλλέκτης πιστολιών και μαχαιριών, αγαπούσε τη ζωγραφική των Φλωρεντινών και από την άλλη μισούσε τη ζωγραφική των Ενετών. Άριστος γνώστης της αγγλικής λογοτεχνίας, η βιβλιοθήκη του, παρά τις τακτικές παραγγελίες σε διάφορους βιβλιοπώλες του Μπουένος Άιρες και της Ευρώπης, ποτέ δεν ξεπέρασε τα χίλια βιβλία. Καλλιέργησε την εργένικη ζωή, το πάθος για τον Βάγκνερ, μερικούς Γάλλους ποιητές (Κορμπιέρ, Κατύλ Μεντές, Λαφόργκ, Μπανβίλ) και μερικούς Γερμανούς φιλοσόφους (Φίχτε, Άουγκουστ-Βίλχελμ Σλέγκελ, Φρίντριχ Σλέγκελ, Σέλινγκ, Σλάιερμαρχερ). Στο δωμάτιο όπου έγραφε και κανόνιζε τα θέματα του κτήματος αφθονούσαν οι χάρτες και τα γεωργικά εργαλεία. Στους τοίχους και τα ράφια συνυπήρχαν αρμονικά τα λεξικά και τα πρακτικά εγχειρίδια με τις πολυκαιρισμένες φωτογραφίες των πρώτων Αγκίρε και τις λαμπερές φωτογραφίες των ζώων του που είχαν κερδίσει βραβεία.

Έγραψε τέσσερα επιτυχημένα μυθιστορήματα, σπαρμένα αραιά μέσα στον χρόνο (Η Θύελλα και οι Νέοι, 1911, Ο ποταμός του Διαβόλου, 1918, Η Άννα και οι Πολεμιστές, 1928, και Η ψυχή του καταρράκτη, 1936), και ένα μικρό ποίημα όπου θρηνεί για το ότι γεννήθηκε πάρα πολύ νωρίς και σε μια χώρα πάρα πολύ νέα.

Η αλληλογραφία του είναι πλούσια και τυπική. Οι συνομιλητές του, διανοούμενοι Αμερικανοί και Ευρωπαίοι των πιο διαφορετικών τάσεων, τους οποίους διάβασε προσεκτικά και στους οποίους ποτέ δεν κατάφερε να απευθυνθεί στο β’ ενικό.

Μισούσε τον Αλφόνσο Ρέγες μ’ ένα αξιοθαύμαστο πείσμα.

Λίγο πριν πεθάνει, προαναγγέλλει σε γράμμα σε φίλο στο Μπουένος Άιρες μια λαμπρή περίοδο για την ανθρωπότητα, τη θριαμβευτική είσοδο σε μια νέα χρυσή εποχή και αναρωτιέται αν οι Αργεντινοί θα σταθούν στο ύψος των περιστάσεων.


Μετάφραση από τα Ισπανικά: Στέργιος Ξηροτάγαρος


PD*26157167

Ο Ρομπέρτο Μπολάνιο γεννήθηκε στο Σαντιάγο της Χιλής το 1953 και πέθανε στη Βαρκελώνη το 2003. Έγραψε ποιήματα, διηγήματα και μυθιστορήματα. Στα Ελληνικά κυκλοφορούν δυο μικρά μυθιστορήματα, το Μακρινό αστέρι, η Τελευταία νύχτα στη Χιλή, και η συλλογή διηγημάτων Πουτάνες φόνισσες. Το μυθιστόρημά του Η ναζιστική λογοτεχνία στην Αμερική (La literatura nazi en América) δημοσιεύτηκε το 1996 και είναι γραμμένο σαν εγκυκλοπαιδικό λεξικό με βιογραφίες συγγραφέων. Άλλα έργα του: Llamadas telefónicas (Τηλεφωνικές κλήσεις), Los detectives salvajes (Οι άγριοι ντετέκτιβ) και 2666.

© Logotexnia 21 + Stergios Xirotagaros