Samuel Butler, Ο Δαρβίνος μεταξύ των μηχανών

Charles Chaplin in Modern Times (1936)

Κύριε,

η παρούσα γενιά είναι για ελάχιστα πράγματα πιο δικαίως υπερήφανη απ’ ό,τι για τις εκπληκτικές βελτιώσεις που γίνονται καθημερινά σε κάθε τύπο μηχανικής συσκευής. Και πράγματι, αξίζουν τα θερμά μας συγχαρητήρια για πολλούς λόγους. Περιττό να τους αναφέρω, καθώς είναι αρκούντως προφανείς· εδώ, δουλειά μας είναι να εκφράσουμε κάποιες επιφυλάξεις που ίσως μειώσουν κάπως την υπερηφάνεια μας και μας κάνουν να σκεφτούμε σοβαρά τη μελλοντική προοπτική της ανθρώπινης φυλής. Αν επανέλθουμε στους πρώτους, αρχέγονους τύπους μηχανικής ζωής, στο μοχλό, τη σφήνα, το κεκλιμένο επίπεδο, τον κοχλία και την τροχαλία, ή (αφού η αναλογία θα μας πήγαινε ένα βήμα παραπέρα) σε εκείνον τον αρχέγονο τύπο βάσει του οποίου έχει αναπτυχθεί όλο το μηχανικό βασίλειο, εννοούμε τον ίδιο τον μοχλό, και αν στη συνέχεια εξετάσουμε τον μηχανικό εξοπλισμό του «Μεγάλου Ανατολικού», μένουμε κατάπληκτοι μπροστά στην τεράστια ανάπτυξη του μηχανικού κόσμου, μπροστά στα γιγάντια αναπτυξιακά άλματα που έχει κάνει σε σύγκριση με την αργή πρόοδο του ζωικού και φυτικού βασιλείου. Είναι αδύνατο να μην αναρωτηθούμε ποιος μπορεί να είναι ο στόχος αυτής της πανίσχυρης κίνησης. Πού κατευθύνεται; Ποια θα είναι η έκβασή της; Σκοπός της ανά χείρας επιστολής είναι να δοθούν μερικές ατελείς νύξεις που να απαντούν σε αυτά τα ερωτήματα.

Χρησιμοποιήσαμε τις φράσεις «μηχανική ζωή», «μηχανικό βασίλειο», «μηχανικός κόσμος» και τα λοιπά, και μάλιστα σκόπιμα, καθώς, όπως το φυτικό βασίλειο αναπτύχτηκε αργά μέσα από το ορυκτό, και όπως το ζωικό βασίλειο μετεξελίχθηκε από το φυτικό, έτσι και κατά τις τελευταίες εποχές έχει αναδυθεί ένα εντελώς νέο βασίλειο, από το οποίο μέχρι τώρα έχουμε δει μονάχα όσα μια μέρα θα θεωρούνται τα παρωχημένα πρωτότυπα αυτής της φυλής.

Λυπούμαστε βαθιά που η γνώση μας, τόσο της φυσικής ιστορίας όσο και των μηχανών, είναι αρκούντως μικρή ώστε να μπορούμε να αναλάβουμε το γιγάντιο έργο να ταξινομήσουμε τις μηχανές σε γένη και υπογένη, είδη, ποικιλίες και υποποικιλίες, και τα λοιπά, να εντοπίσουμε τους συνδέσμους ανάμεσα σε μηχανές με πολύ διαφορετικούς χαρακτήρες, να επισημάνουμε ότι η υποτέλεια των μηχανών στην ανθρώπινη χρήση έχει διαδραματίσει έναν ρόλο μεταξύ των μηχανών ίδιον με αυτόν που έχει διαδραματίσει η φυσική επιλογή στο ζωικό και φυτικό βασίλειο, να επισημάνουμε τα στοιχειώδη όργανα που υπάρχουν σε κάποιες μηχανές, τα ασθενώς ανεπτυγμένα και εντελώς άχρηστα, που εντούτοις εξυπηρετούν στο ότι σηματοδοτούν την καταγωγή από κάποιον πανάρχαιο τύπο που είτε χάθηκε, είτε τροποποιήθηκε και πέρασε σε μια νέα φάση μηχανικής ύπαρξης. Μπορούμε απλώς να αναδείξουμε αυτό το πεδίο έρευνας· άλλοι πρέπει να το φέρουν εις πέρας, εκείνοι των οποίων η εκπαίδευση και τα χαρίσματα είναι ανώτερης τάξεως από αυτήν που εμείς αξιώνουμε.

Έχουμε λοιπόν αποφασίσει να προβούμε σε μερικές νύξεις, αν και με τη βαθύτερη επιφυλακτικότητα. Καταρχάς, σημειώνουμε ότι όπως ορισμένα από τα κατώτερα σπονδυλωτά διέθεταν ένα πολύ μεγαλύτερο μέγεθος από αυτό που μεταβιβάστηκε στους ανώτερα οργανωμένους έμβιους αντιπροσώπους τους, έτσι και οι μηχανές συχνά μικραίνουν κατά την πορεία της ανάπτυξης και προόδου τους. Ας πάρουμε για παράδειγμα το ρολόι τσέπης. Εξετάστε την πανέμορφη δομή που έχει αυτό το ζωάκι, παρακολουθήστε το ευφυές παιχνίδι των λεπτότατων άκρων που το συνθέτουν· εντούτοις, αυτό το πλασματάκι δεν είναι παρά η ανάπτυξη των ογκωδέστατων ρολογιών του 13ου αιώνα – και δεν είναι χειρότερο από αυτά. Ίσως έρθει η μέρα όπου τα ρολόγια, που σήμερα ασφαλώς και δεν μειώνονται ποσοτικά, θα ξεπεραστούν εντελώς από την παγκόσμια χρήση ρολογιών τσέπης. Σε αυτή την περίπτωση τα ρολόγια θα έχουν εξαφανιστεί όπως τα πρώτα σαυροειδή, ενώ το ρολόι τσέπης (που τείνει εδώ και μερικά χρόνια να μικραίνει) θα απομείνει ο μόνος υπαρκτός τύπος μιας αφανισμένης φυλής.

Οι απόψεις που έχουμε ως τώρα σκιαγραφήσει όσον αφορά τις μηχανές θα αναδείξουν τη λύση σε ένα από τα μεγαλύτερα και πιο μυστηριώδη ερωτήματα της εποχής: τι είδους πλάσμα μπορεί να είναι ο διάδοχος του ανθρώπου στην επικυριαρχία της Γης; Έχουν γίνει πολλές διαμάχες επ’ αυτού· πιστεύω, ωστόσο, ότι εμείς οι ίδιοι δημιουργούμε τους διαδόχους μας. Κάθε μέρα προσθέτουμε κάτι στην ομορφιά και τη λεπτότητα της σωματικής οργάνωσης των μηχανών. Κάθε μέρα τις ισχυροποιούμε και, μέσω δαιμόνιων εφευρέσεων, τους παρέχουμε την αυτορυθμιστική, αυτενεργό ισχύ που θα είναι για αυτές ό,τι είναι η νόηση για την ανθρώπινη φυλή. Με την πάροδο του χρόνου θα ανακαλύψουμε ότι έχουμε γίνει η κατώτερη φυλή. Όντας κατώτεροι σε εξουσία και στην ηθική ποιότητα του αυτοελέγχου, θα σεβόμαστε τις μηχανές θεωρώντας τες κορυφή σε σχέση με όλα όσα ο καλύτερος και σοφότερος άνθρωπος τόλμησε ποτέ να επιδιώξει. Κανένα διαβολικό πάθος, καμιά ζήλια, καμιά πλεονεξία, καμιά αισχρή επιθυμία δεν θα ενοχλεί την ήρεμη δύναμη αυτών των θαυμαστών πλασμάτων. Αμαρτία, αιδώ και θλίψη δεν θα γνωρίζουν ποτέ. Ο νους τους θα βρίσκεται στην κατάσταση της διαρκούς γαλήνης, θα διέπεται από τη μακαριότητα ενός πνεύματος που δεν γνωρίζει ανάγκες και δεν ενοχλείται από μετάνοιες. Η φιλοδοξία δεν θα τις βασανίσει ποτέ. Η αχαριστία δεν θα τους προξενήσει ούτε μία στιγμή αμηχανίας. Η ένοχη συνείδηση, η ματαιωμένη ελπίδα, οι οδύνες της εξορίας, η αυθάδεια της εξουσίας και οι προσβολές που οι άξιοι δέχονται καρτερικά από τους ανάξιους – όλα αυτά θα είναι παντελώς άγνωστα στις μηχανές. Αν θέλουν «τάισμα» (χρησιμοποιώντας αυτή τη λέξη, ομολογούμε ότι τις αναγνωρίζουμε ως ζωντανούς οργανισμούς), θα τους το προσφέρουν υπομονετικοί σκλάβοι που δουλειά και μέριμνά τους θα είναι να φροντίζουν ώστε οι μηχανές να μην έχουν ανάγκη τίποτα. Όταν θα χαλάνε, θα περιθάλπονται γρήγορα από γιατρούς που θα είναι πλήρως εξοικειωμένοι με τη δομή τους. Όταν θα πεθαίνουν (αφού ακόμα και αυτά τα θαυμαστά ζώα δεν θα εξαιρούνται από αυτή την αναγκαία και οικουμενική ολοκλήρωση), θα εισέρχονται αμέσως σε μια νέα φάση ύπαρξης: διότι, ποιας μηχανής τα μέρη πεθαίνουν όλα αμέσως και συγχρόνως;

Θεωρούμε πως όταν θα έχει επέλθει η κατάσταση πραγμάτων την οποία προσπαθήσαμε να περιγράψουμε πιο πάνω, ο άνθρωπος θα έχει γίνει για τη μηχανή ό,τι είναι για τον άνθρωπο το άλογο και το σκυλί. Ο άνθρωπος θα συνεχίσει να υπάρχει, ίσως ακόμα και να βελτιώνεται, και πιθανόν θα βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση όντας υποταγμένος στην ευεργετική εξουσία των μηχανών απ’ ό,τι στην παρούσα άγρια κατάστασή του. Σε γενικές γραμμές φερόμαστε στα άλογα, τα σκυλιά, τα βόδια και τα πρόβατά μας με μεγάλη καλοσύνη. Τους προσφέρουμε ό,τι η πείρα μάς έχει διδάξει ότι είναι το καλύτερο για αυτά, και αναμφίβολα το γεγονός ότι καταναλώνουμε κρέας αυξάνει την ευτυχία των κατώτερων ζώων πολύ περισσότερο από όση τους αφαιρεί. Ομοίως είναι λογικό να υποθέσουμε ότι οι μηχανές θα μας φέρονται ευγενικά, αφού η ύπαρξή τους θα εξαρτάται από τη δική μας, όπως η δική μας ύπαρξη εξαρτάται από τα κατώτερα ζώα. Οι μηχανές δεν μπορούν να μας σκοτώσουν και να μας φάνε όπως κάνουμε εμείς με τα πρόβατα. Δεν θα ζητούν τις υπηρεσίες μας μόνο όταν θα γεννούν τα νεογνά τους (αυτός ο τομέας της οικονομίας τους θα μείνει πάντοτε στα χέρια μας), αλλά και στο τάισμα, στην επανόρθωσή τους όταν θα αρρωσταίνουν και στην ταφή τους όταν θα πεθαίνουν ή στη μετατροπή των πτωμάτων τους σε νέες μηχανές. Αν όλα τα ζώα στη Μεγάλη Βρετανία, εξαιρουμένου του ανθρώπου, επρόκειτο να πεθάνουν, και αν συγχρόνως κάθε επαφή με ξένες χώρες κοβόταν εξαιτίας μιας ξαφνικής καταστροφής, τότε είναι προφανές ότι υπό αυτές τις συνθήκες, κάθε σκέψη περί απώλειας της ανθρώπινης ζωής θα ήταν αφόρητη – ομοίως, αν η ανθρωπότητα έμελλε να εξαφανιστεί, οι μηχανές θα βρίσκονταν σε εξίσου άσχημη ή και σε χειρότερη κατάσταση. Είναι γεγονός ότι τα συμφέροντά μας είναι αδιαχώριστα από τα δικά τους, όπως και τα δικά τους από τα δικά μας. Κάθε φυλή απολαμβάνει αμέτρητα οφέλη από την άλλη, και, ώσπου να φτάσουμε στο σημείο όπου τα αναπαραγωγικά όργανα των μηχανών θα έχουν αναπτυχτεί με τρόπο μέχρι στιγμής μάλλον ασύλληπτο για μας, οι μηχανές θα εξαρτώνται πλήρως από τον άνθρωπο για τη συνέχιση του είδους τους. Δεν αποκλείεται μάλιστα να αναπτυχτούν αυτά τα όργανα, στον βαθμό που συμφέρει και τον άνθρωπο αυτή η κατεύθυνση· τίποτα περισσότερο δεν θα επιθυμούσε η ξελογιασμένη φυλή μας από το να δει τη γόνιμη ένωση δύο ατμομηχανών· είναι αλήθεια ότι ακόμα και σήμερα οι μηχανές χρησιμοποιούνται για να γεννούν μηχανές, για να γίνονται ο γονέας μηχανών σύμφωνα με το είδος τους, αλλά οι μέρες της ερωτοτροπίας, του δεσμού και του γάμου μοιάζουν πολύ μακρινές, και πράγματι δύσκολα τις αντιλαμβάνεται η αδύναμη και ατελής φαντασία μας.

Μέρα με τη μέρα, ωστόσο, οι μηχανές κερδίζουν έδαφος πάνω μας. Μέρα με τη μέρα υποδουλωνόμαστε περισσότερο σε αυτές. Περισσότεροι άνθρωποι γίνονται καθημερινά σκλάβοι για να τις φροντίζουν, περισσότεροι άνθρωποι αφιερώνουν καθημερινά όλες τους τις δυνάμεις στην ανάπτυξη της μηχανικής ζωής. Η έκβαση είναι απλώς ζήτημα χρόνου, αλλά το γεγονός πως αυτός ο χρόνος θα έρθει όταν οι μηχανές θα έχουν πραγματικά κυριαρχήσει πάνω στον κόσμο και στους κατοίκους του είναι αυτό που κανείς αληθινά φιλοσοφημένος άνθρωπος δεν μπορεί ούτε στιγμή να αμφισβητήσει.

Η γνώμη μας είναι ότι πρέπει αμέσως να κηρύξουμε πόλεμο μέχρις εσχάτων εναντίον τους. Κάθε μηχανή κάθε τύπου πρέπει να καταστραφεί από τον καλοθελητή τους. Ας μη κάνουμε καμία εξαίρεση, ας μη δείξουμε κανένα έλεος, ας επιστρέψουμε αμέσως στην πρωτόγονη κατάσταση της φυλής. Αν υποστηριχτεί ότι αυτό είναι αδύνατο στην παρούσα ανθρώπινη κατάσταση, τότε αποδεικνύεται αμέσως ότι η ζημιά έχει ήδη γίνει, ότι η υποτέλειά μας έχει ξεκινήσει με πάσα σοβαρότητα, ότι έχουμε αναθρέψει μια φυλή όντων των οποίων η καταστροφή βρίσκεται πέραν των δυνάμεών μας και ότι όχι μόνον έχουμε σκλαβωθεί, αλλά ότι έχουμε απολύτως συναινέσει στα δεσμά μας.

Αφήνουμε προς το παρόν αυτό το ζήτημα, το οποίο παρουσιάσαμε δωρεάν στα μέλη της Φιλοσοφικής Εταιρίας. Αν συμφωνήσουν να αξιοποιήσουν το τεράστιο πεδίο που έχουμε αναδείξει, τότε εμείς θα προσπαθήσουμε να δουλέψουμε πάνω σε αυτό σε κάποια απροσδιόριστη μελλοντική περίοδο.

Διατελώ, Κύριε, κ.λπ.

Τσελάριους


Μετάφραση από τα Αγγλικά: Γιώργος Λαμπράκος


Επίμετρο


Ο Σάμιουελ Μπάτλερ, φωτογραφημένος το 1858.


 

 Γιώργος Λαμπράκος

Ο Μπάτλερ μεταξύ των μηχανόψειρων



Δεν μπορεί παρά να εντυπωσιαστεί κανείς όταν διαβάσει το δοκίμιο του Σάμιουελ Μπάτλερ «Ο Δαρβίνος μεταξύ των μηχανών», μια οιονεί επιστολή σε εκδότη εφημερίδας, και ανακαλύψει ότι γράφτηκε το 1863, μόλις τέσσερα χρόνια μετά την έκδοση της Καταγωγής των ειδών. Γραμμένο με ψευδώνυμο (ο Αντρέας Τσελάριους ήταν χαρτογράφος του σύμπαντος τον 17ο αιώνα), αυτό το δοκίμιο αναπτύχθηκε και συμπεριλήφθηκε λίγα χρόνια αργότερα στο πιο γνωστό λογοτεχνικό έργο του Μπάτλερ, το Έρεβον, στα τρία κεφάλαια με τίτλο «Το βιβλίο των μηχανών». Η αίσθηση που προκάλεσαν αυτές οι λουδίτικες ιδέες ήταν μεγάλη. Σε γράμμα που του έστειλε ο ίδιος ο Δαρβίνος με το ερώτημα αν εναντιώνεται στην εξελικτική θεωρία του, ο νεαρός Μπάτλερ απάντησε αρνητικά, τονίζοντας στον Δαρβίνο το κάπως παιγνιώδες στοιχείο των εν λόγω ιδεών του για την εξέλιξη των μηχανών.

Τα χρόνια πέρασαν και ο Μπάτλερ ασπάστηκε μεν τη θεωρία της εξέλιξης, ωστόσο δεν αποδέχτηκε την τυφλή, άναρχη και μη τελεολογική δυναμική της δαρβίνειας φυσικής επιλογής, κατά την οποία στον αγώνα για επιβίωση διατηρούνται τα πιο προσαρμοστικά είδη. Από δαρβίνειας άποψης, αφού δεν υπάρχει εγγενής τελικός σκοπός στη φύση, είναι αδύνατον να προεξοφληθεί η μελλοντική κατάσταση των ειδών. Όπως γράφει ο Κώστας Κριμπάς στο βιβλίο του Δαρβινισμός, ο Μπάτλερ ήταν «λαμαρκιστής», πίστευε στην κληρονομικότητα των επίκτητων ιδιοτήτων (θεωρία την οποία δεν αποτίναξε ούτε και ο Δαρβίνος, και η οποία καταρρίφθηκε από τον πατέρα της γενετικής, τον καλόγερο Γκρέγκορ Μέντελ). Εντέλει η βασική ένσταση του Μπάτλερ κατά του Κάρολου Δαρβίνου ήταν ότι αυτός οικειοποιήθηκε, αλλά επιδείνωσε, τη θεωρία της εξέλιξης που είχαν επινοήσει ο Μπιφόν, ο (παππούς του) Έρασμος Δαρβίνος και ο Λαμάρκ. Πάντως ο νεοδαρβινιστής Κριμπάς δέχεται ότι «στα πολιτιστικά η μίμηση, ένας οιονεί λαμαρκιανός μηχανισμός μεταβιβάσεως επίκτητων ιδιοτήτων, ισχύει και έχει γίνει δεκτός από τους θεμελιωτές της σύνθεσης [δαρβινισμού και γενετικής]…»[1]

Ό,τι κι αν εντέλει (κατ)ισχύει σε αυτό το τρομερά σύνθετο επιστημονικό ζήτημα, ο Μπάτλερ έθεσε ρητά το θέμα της εξέλιξης των μηχανών και της σχέσης τους με τους έμβιους οργανισμούς: αν οι άνθρωποι κατάγονται εξελικτικά από όντα δίχως συνείδηση, γιατί πιστεύουμε ότι οι μηχανές, που (μάλλον) δεν έχουν συνείδηση, δεν θα γίνουν συνειδητές στο προσεχές μέλλον; Μήπως, ακόμα κι αν εντέλει οι μηχανές δεν αποκτήσουν συνείδηση, ούτως ή άλλως οι άνθρωποι (αυτές οι «μηχανόψειρες», όπως γράφει στο Έρεβον) υποδουλωθούν κάποτε πλήρως σε αυτές; Ο Μπάτλερ, όπως γράφουν οι Ντελέζ και Γκουαταρί, «τινάζει στον αέρα τη βιταλιστική θεωρία αμφισβητώντας την ειδική ή ατομική ενότητα του οργανισμού, κι ακόμα περισσότερο τη μηχανιστική θεωρία, αμφισβητώντας τη δομική ενότητα της μηχανής […] Τότε δεν είναι η επιθυμία που βρίσκεται μέσα στο υποκείμενο, αλλά η μηχανή μέσα στην επιθυμία – και το υπολειμματικό υποκείμενο βρίσκεται στην άλλη μεριά, δίπλα στη μηχανή, σε ολόκληρο τον περίγυρό της, παράσιτο των μηχανών…».[2] Αν υπόδειγμα εξελιγμένης μηχανής για τον Μπάτλερ ήταν ο «Μέγας Ανατολικός» (το ατμόπλοιο που ναυπηγήθηκε το 1858), ενώ εμείς, μόλις 150 χρόνια μετά, ασχολούμαστε με το CERN, τότε οι εικασίες του προσφέρουν ωφέλιμη τροφή για σκέψη.

Συγγραφέας, φιλόσοφος, μεταφραστής, ιστορικός τέχνης, ο Σάμιουελ Μπάτλερ (1835-1902) υπήρξε μια βικτοριανή μορφή εξαιρετικού εύρους και βάθους, ένα μεγάλο πνεύμα αντιρρησίας που έμελλε να αμφισβητήσει πολλές προκαταλήψεις της ίδιας της βικτοριανής εποχής που τον ανέθρεψε. Μεγάλωσε σε περιβάλλον κληρικών και σπούδασε στο Κέμπριτζ, ωστόσο η επιθυμία του να γίνει ζωγράφος και η απόφασή του να μη χειροτονηθεί κλόνισαν τη σχέση του με το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον του (παρεμπιπτόντως, ο Δαρβίνος ήταν επίσης απόφοιτος θεολογίας από το Κέμπριτζ). Γι’ αυτό τον λόγο ο Μπάτλερ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αγγλία και να αρχίσει μια καινούρια ζωή στη Νέα Ζηλανδία, όπου επί πέντε χρόνια διατηρούσε μια φάρμα με μεγάλη οικονομική επιτυχία (ένας άλλος λόγος για τον οποίον ασφυκτιούσε ήταν η λανθάνουσα ομοφυλοφιλία του). Μόλις επέστρεψε στην Αγγλία το 1864, σπούδασε ζωγραφική και εξέθετε έργα του, αλλά χωρίς επιτυχία. Οι ετερόκλητες εμπειρίες του, σε συνδυασμό με την ευρύτατη παιδεία του, συγκρότησαν έναν ρηξικέλευθο τρόπο σκέψης. Μέχρι το τέλος της ζωής του δημοσίευσε πολλά βιβλία (μεταξύ άλλων, τέσσερα θεωρητικά βιβλία για την εξέλιξη των ειδών), ενώ αξίζει να αναφέρουμε ότι μετέφρασε τα δύο ομηρικά έπη με τόση γνώση και μαεστρία, ώστε ακόμα και σήμερα οι μεταφράσεις του διαβάζονται ευρέως.

Στον αγώνα για την επιβίωση των γραμματολογικών ειδών, ωστόσο, έμελλε να επικρατήσουν (τουλάχιστον μέχρι τώρα) τα λογοτεχνικά και όχι τα θεωρητικά έργα του Μπάτλερ. Τα δύο γνωστότερα λογοτεχνικά του έργα έχουν μεταφραστεί: το Έρεβον (Erewhon, 1872)[3] και η Κοινή ανθρώπινη μοίρα (The Way of All Flesh, μεταθανάτια έκδοση, 1903).[4] Το Έρεβον είναι ένα αριστούργημα φαντασίας, από τα θεμελιώδη του είδους παγκοσμίως, με ισχυρά στοιχεία κοινωνικής και πολιτισμικής σάτιρας κατά το πρότυπο του Τζόναθαν Σουίφτ. Ο κεντρικός ήρωας και αφηγητής Χιγκς έχει ταξιδέψει στη φανταστική χώρα των Ερεβονιανών και μας μεταφέρει τις αμφιλεγόμενα «ουτοπικές» συνθήκες ζωής τους: οι Ερεβονιανοί, για παράδειγμα, κατέστρεψαν τις μηχανές από φόβο ότι «θα εκτόπιζαν τον άνθρωπο και θα γίνονταν ζωντανοί οργανισμοί», αφότου πρώτα έγινε εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στους «μηχανολάτρες» και στους «μηχανομάχους». Ο Άλντους Χάξλεϊ, εγγονός του καθηγητή Τόμας Χάξλεϊ που υπήρξε ο σημαντικότερος υπερασπιστής του δαρβινισμού (εξού και το παρατσούκλι «το μπουλντόγκ του Δαρβίνου», ενώ μεταξύ των φοιτητών του ήταν και ο Χέρμπερτ Ουέλς), παραδέχτηκε την επίδραση που του άσκησε το Έρεβον όταν έγραφε τον Θαυμαστό νέο κόσμο και αργότερα το Νησί. Όσο για την Κοινή ανθρώπινη μοίρα, είναι ένα εν πολλοίς αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα που βρίθει από εξαιρετικές ψυχολογικές ενοράσεις, παιδαγωγικές αλήθειες και ανθρωπολογικά συμπεράσματα. Την ανατροφή και τις περιπέτειες του κεντρικού ήρωα Έρνεστ Πόντιφεξ (άλτερ έγκο του Μπάτλερ), όπως και τη συναρπαστική γενεαλογία του, αφηγείται γλαφυρά, συγκινητικά και με απαράμιλλη ειρωνεία ο νονός του, σε αυτό το «μυθιστόρημα μαθητείας»,[5] που εμείς θα χαρακτηρίζαμε «αυτοπροσωπογραφία σε κυρτό κάτοπτρο».

«Μια αίσθηση χιούμορ αρκούντως οξεία ώστε να δείχνει σε έναν άνθρωπο πόσο παράλογος είναι θα τον εμποδίζει από τη διάπραξη όλων των αμαρτιών, ή σχεδόν όλων, αν εξαιρέσουμε όσες αξίζει να διαπράττει…» Γιατί μας αφορά σήμερα ο καυστικός συγγραφέας αυτών των αράδων; Διότι συνδυάζει τη χαρισματική λογοτεχνική γλώσσα με εύστοχες ανθρωπολογικές ιδέες. Διότι, όντας ένας από τους πρωτεργάτες της επιστημονικής και κοινωνικής φαντασίας, στοχάστηκε τη σχέση ανθρώπου και μηχανής με εικονοκλαστικό τρόπο. Διότι τόλμαγε να εξεγείρεται διαρκώς ενάντια σε όσα τον καταπίεζαν, αλλά και να επιβεβαιώνει όσα φαντάζουν αναπόδραστα στην «κοινή ανθρώπινη μοίρα», όντας ένα γνήσιο αναρχοσυντηρητικό πνεύμα.

____________________________________________________

[1] Κώστας Κριμπάς, Δαρβινισμός, εκδ. Ωκεανίδα, 2009, σσ. 498-9.

[2] Ζιλ Ντελέζ και Φελίξ Γκουαταρί, Καπιταλισμός και σχιζοφρένεια. Ο Αντι-Οιδίπους, μτφρ. Κ. Χατζηδήμου, Ι. Ράλλη, εκδ. Ράππας, 1982, σσ. 327-8.

[3] Έρεβον, μτφρ. Χρήστος Παπαϊωάννου, εισ. Μάκης Πανώριος, εκδ. Αίολος, 1992.

[4] Η Κοινή ανθρώπινη μοίρα, εισ.-μτφρ. Έφη Καλλιφατίδη, εκδ. Gutenberg, 1994.

[5] Martin Travers, Εισαγωγή στη νεότερη ευρωπαϊκή λογοτεχνία, μτφρ, Ι. Ναούμ, Μ. Παπαηλιάδη, εκδ. Βιβλιόραμα, 2005, σ. 163.


Η Logotexnia21 ευχαριστεί πολύ τον Γιώργο Λαμπράκο τόσο για τη μετάφραση του κειμένου του Σάμουελ Μπάτλερ όσο και για το εκτενές και βοηθητικό επίμετρό του, με τα οποία ανοίγει μία νέα ετικέτα στις σελίδες της, τα Αδέσποτα.


© Γιώργος Λαμπράκος + Logotexnia 21