Rainer Werner Fassbinder, Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ
[…]
ΠΕΤΡΑ: Κάριν! Πολύ χαίρομαι.
Η Κάριν γυρίζει αργά.
ΚΑΡΙΝ: Καλησπέρα, κυρία φον Καντ.
Η Πέτρα την πλησιάζει, σαν να ήθελε να την αγκαλιάσει. Σταματάει όμως την τελευταία στιγμή
ΠΕΤΡΑ: Ας καθίσουμε. Έχω ετοιμάσει κάτι πρόχειρο. Μαρλένε! Το δίσκο!
Η Μαρλένε βγαίνει.
ΠΕΤΡΑ: Μάλιστα. Ήρθατε τελικά.
ΚΑΡΙΝ: Ναι, ήρθα τελικά.
Γελούν και οι δυο.
ΠΕΤΡΑ: Σας αρέσει η Γερμανία;
ΚΑΡΙΝ: Μόνο πέντε χρόνια έλειψα. Ναι. Μου αρέσει. Δεν έχει αλλάξει πολύ.
ΠΕΤΡΑ: Εδώ σπάνια αλλάζει κάτι. Στη Γερμανία όλα μένουν όπως είναι πάντα. Τίποτα δεν γίνεται. Μιλήστε μου για σας.
ΚΑΡΙΝ: Για μένα; Δεν υπάρχουν πολλά να σας πω.
ΠΕΤΡΑ: Μα ναι, τι σκέφτεστε ή - τι ονειρεύεστε.
ΚΑΡΙΝ: Λίγα πράγματα. Θέλω να έχω μια θέση στον κόσμο. Ζητάω πολλά;
ΠΕΤΡΑ: Όχι, αντίθετα, Κάριν, αντίθετα. Γι’ αυτό ζούμε, για να αγωνιζόμαστε για μία θέση.
ΚΑΡΙΝ: Και ... πρέπει να αγωνιζόμαστε;
ΠΕΤΡΑ: Ασφαλώς. Κι εγώ έπρεπε να αγωνιστώ, και μάλιστα σκληρά. Πολύ σκληρά. Έτσι είναι.
ΚΑΡΙΝ: Δεν ξέρω, πάντα σκαφτόμουν πως είμαι πολύ τεμπέλα για να αγωνίζομαι.
ΠΕΤΡΑ: Πολύ τεμπέλα;
ΚΑΡΙΝ: Ναι. Κοιτάξτε, εμένα μου αρέσει πάνω απ’ όλα να είμαι ξαπλωμένη στο κρεβάτι, να διαβάζω περιοδικά, μυθιστορήματα και τέτοια. Αυτό δεν ...
ΠΕΤΡΑ: Ίσως δεν έχετε ακόμα το σωστό κίνητρο για τη ζωή. Άλλωστε είστε ακόμα νέα.
ΚΑΡΙΝ: Είκοσι τριών.
ΠΕΤΡΑ: Ακριβώς. Έχετε ακόμα πολλά μπροστά σας. Καλά, κακά, άσχημα, ωραία. Στα είκοσι τρία η ζωή μόλις αρχίζει.
ΚΑΡΙΝ: Ναι;
ΠΕΤΡΑ: Ναι. Ή μήπως όχι;
[…]
Μετάφραση από τα Γερμανικά: Γιώργος Δεπάστας
Για το έργο Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ
Είναι Ιούνιος του 1971 και το θεατρικό έργο Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ του εικοσιεξάχρονου συγγραφέα, ηθοποιού, σκηνοθέτη και κινηματογραφικού παραγωγού Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ ανεβαίνει στο θεατρικό φεστιβάλ Experimenta 4 στην Φρανκφούρτη, μια παραγωγή του Θεάτρου του Ντάρμσταντ, σε σκηνοθεσία Peer Raben. Σύσσωμη η κριτική κατακεραυνώνει το έργο, με εξαίρεση τον –τότε ακόμη νεαρό κριτικό και μετέπειτα σημαντικό συγγραφέα– Botho Strauß. Απτόητος ο Φασμπίντερ, γυρίζει τον Ιανουάριο του 1972, μέσα σε 10 μέρες, την ομώνυμη ταινία που βασίζεται στο θεατρικό έργο, δίνοντας τον ρόλο της Πέτρα στην Margit Carstensen και κρατώντας τον ρόλο της Κάριν για την Hanna Schygulla. Η ταινία κάνει πρεμιέρα στη Μπερλινάλε τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς, συμμετέχοντας στο διαγωνιστικό πρόγραμμα, δεν κερδίζει όμως κανένα βραβείο.
Παίρνοντας απόσταση από τις νεανικές, πειραματικές του δουλειές για το θέατρο και τον κινηματογράφο, ο Φασμπίντερ είχε ήδη αποφασίσει να στραφεί σε πιο «απλές ιστορίες» και σε πιο mainstream είδη. Καθοριστικό ρόλο για αυτήν τη στροφή έπαιξε η γνωριμία του με τις ταινίες του Γερμανού σκηνοθέτη Detlef Sierck/Douglas Sirk (ο οποίος μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία μετανάστευσε στις Η.Π.Α., άλλαξε το όνομά του και έκανε καριέρα στο Χόλιγουντ), τις οποίες ανακάλυψε ο Φασμπίντερ στα τέλη του 1970, σε ένα αφιέρωμα της Ταινιοθήκης του Μονάχου. Το μελόδραμα, που τόσο απαξίωναν οι Γερμανοί κριτικοί της εποχής, θεωρώντας το κατώτερο, ευτελές είδος, γίνεται πλέον για τον Φασμπίντερ, κατά το πρότυπο του Sirk, βασικό όχημα έκφρασης.
Το ξεκίνημα αυτής της νέας φάσης της καλλιτεχνικής πορείας του Φασμπίντερ σηματοδοτεί η ταινία του Έμπορος των τεσσάρων εποχών, ακολουθούν Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ, μελόδραμα και ταινία δωματίου, που έχει ως θέμα τον (αυτο)καταστροφικό έρωτα της πρωταγωνίστριας, διάσημης σχεδιάστριας μόδας, Πέτρα φον Καντ, για μια νεαρή κοπέλα, την Κάριν Τιμ. Το θεατρικό αυτό έργο, που ακολουθεί τις κλασικές συμβάσεις του δράματος (πέντε πράξεις, ενότητα χώρου και χρόνου, αδρά σχεδιασμένοι χαρακτήρες, προώθηση της δράσης μέσω σύγκρουσης, ανατροπής και μεταστροφής) αποκτά, κατά τη μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη, ένα έντεχνα επιτηδευμένο, άκρως στυλιζαρισμένο ύφος, μακριά από τις επιταγές ενός κινηματογραφικού νατουραλισμού. Μέσα σε αυτό τον περίκλειστο, ασφυκτικό χώρο (όλη η ταινία διαδραματίζεται, όπως και το θεατρικό έργο άλλωστε, μέσα στο διαμέρισμα της Πέτρα), με το κιτς και μπαρόκ ντεκόρ, ο λόγος των προσώπων διατηρεί έναν θεατρικό, τεχνητό χαρακτήρα.
Τόσο στο θεατρικό έργο όσο και στην ταινία δεσπόζει η πλήρης απουσία ανδρών. Και ωστόσο Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ δεν είναι ένα έργο που μιλάει κατά βάση για τον γυναικείο ομοφυλοφιλικό έρωτα, πολύ λιγότερο για τη γυναικεία χειραφέτηση. Εξάλλου, ο Φασμπίντερ –που στο έργο αυτό αποτύπωσε και μετέπλασε, κατά προσωπική του ομολογία, τη σχέση του με έναν άνδρα, τον Günther Kaufmann– είχε δεχθεί ουκ ολίγες κατηγορίες για μισογυνισμό, τις οποίες ο ίδιος αντέκρουε, ισχυριζόμενος ότι αντιμετωπίζει τους ανδρικούς και γυναικείους χαρακτήρες εξίσου κριτικά και ότι προσπαθεί να αναδείξει τις κοινωνικές προϋποθέσεις της συμπεριφοράς τους.
Το έργο αποτελεί στην πραγματικότητα μια σπουδή πάνω στα στάδια μιας ερωτικής σχέσης –ανεξάρτητα από το φύλο και τον σεξουαλικό προσανατολισμό των εμπλεκομένων–με έμφαση στο πλέγμα αλληλεξαρτήσεων που τη συγκροτούν. Ο Φασμπίντερ ανατέμνει τις σχέσεις εξουσίας που διαμορφώνονται μεταξύ των ερωτικών συντρόφων: το πώς αυτές επιβάλλονται και διατηρούνται, στηριζόμενες σε ένα είδος «συναλλαγής», και το πώς ύστερα ανατρέπονται ή/και αντιστρέφονται. Η νεαρή Κάριν, που έχει μόλις επιστρέψει από την Αυστραλία, αφήνοντας τον άνδρα της εκεί, και επιθυμεί να στήσει τη ζωή της εξαρχής στη Γερμανία, δέχεται όχι μόνο την ερωτική προσφορά της Πέτρα αλλά και την οικονομική της στήριξη και εκμεταλλεύεται τη δυνατότητα κοινωνικής ανέλιξης που της παρουσιάζεται, καθώς αρχίζει να δουλεύει δίπλα της ως μανεκέν. Εξαρτημένη πολλαπλώς από την Πέτρα και «μαθητευόμενη», η Κάριν καταφέρνει στην πορεία να αντιστρέψει τους όρους της μεταξύ τους σχέσης και να βρεθεί σε ισχυρότερη θέση, καθώς δένει την Πέτρα συναισθηματικά, την απατά και την πληγώνει εσκεμμένα.
Πέρα όμως από τη σχέση μεταξύ Πέτρα και Κάριν, τόσο η σχέση της Πέτρα με τη βοηθό-υπηρέτριά της, Μαρλένε, την οποία ταπεινώνει συστηματικά, όσο και οι σχέσεις των δύο ερωμένων με τους –πρώην, απόντες– άνδρες τους φανερώνουν την ευρύτερη στόχευση του Φασμπίντερ και τον βαθύ προβληματισμό του πάνω στους μηχανισμούς καταπίεσης και υποταγής. Η Πέτρα εφαρμόζει απέναντι στην Κάριν όσα απεχθανόταν στη συμπεριφορά του πρώην συζύγου της και είχε περιγράψει η ίδια στην αρχή του έργου, ενώ η Κάριν, που είχε δραπετεύσει από έναν αποτυχημένο και καταπιεστικό γάμο, σπεύδει να επιστρέψει στον άνδρα της, όταν αυτός έρχεται στην Ευρώπη. Έτσι, η ερωτική σχέση μεταξύ των γυναικών αναπαράγει εντέλει ένα κυρίαρχο κοινωνικό μοντέλο και επικυρώνει τις κοινωνικές συμβάσεις της εποχής.
Η παράσταση της Άντζελας Μπρούσκου, παρακολουθώντας και «σχολιάζοντας» την πλοκή του έργου, αναδεικνύει το ζήτημα της εξουσίας ως βασικό άξονα ανάγνωσης των σχέσεων των προσώπων, και συγχρόνως τονίζει τον τεχνητό, «φτιαχτό» χαρακτήρα της μεταξύ τους αλληλεπίδρασης, αναδιπλασιάζοντας τη θεατρικότητα και παρουσιάζοντας μια σύνθετη διαπλοκή θεατρικών, έμφυλων και κοινωνικών ρόλων.
Μαρίνα Αγαθαγγελίδου
θεατρολόγος – υποψήφια διδάκτωρ Freie Universität Berlin
Το παραπάνω απόσπασμα από το θεατρικό έργο του Rainer Werner Fassbinder (1945-1982) Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ ανέβηκε τον Νοέμβριο του 2014 στο Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία της Άντζελας Μπρούσκου. Το κείμενο της Μαρίνας Αγαθαγγελίδου είναι από το πρόγραμμα της παράστασης.
Συντελεστές της παράστασης
Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας
Σκηνοθεσία - Ενδυματολογική επιμέλεια: Άντζελα Μπρούσκου
Σκηνικά: Σταύρος Λίτινας
Μουσική σύνθεση: Nalyssa Green
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Χριστίνα Παπαδοπούλου
Διανομή
Πέτρα Φον Καντ: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη
Μαρλένε: Παρθενόπη Μπουζούρη
Σιντονί Φον Γκράζεναμπ: Άντζελα Μπρούσκου
Κάριν Τιμμ: Γιούλικα Σκαφιδά
Γκάμπι: Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου
Βαλερί Φον Καντ: Ρίκα Διαλυνά
Αναφερόμενος στη σκηνή κατά την οποία η Πέτρα φον Καντ τσαλαπατάει με τα λαμέ της πέδιλα και κάνει θρύψαλα ένα σερβίτσιο τσαγιού, ο κριτικός λογοτεχνίας και θεάτρου Reinhard Baumgart έγραφε στη Süddeutsche Zeitung τον Δεκέμβριο του 1972 ότι στη σκηνή εκείνη δεν καταρρέει απλώς ένα άτομο αλλά ο πολιτισμός, προσθέτοντας ότι με Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ ο Fassbinder έδωσε μια δική του βερσιόν της νουβέλας του Τόμας Μανν Ο θάνατος στη Βενετία.
Διαβάστε την κριτική του Δημήτρη Τσατσούλη (Καθηγητή στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών) για την παράσταση του Εθνικού Θεάτρου σε σκηνοθεσία της Άντζελας Μπρούσκου, με τίτλο Το μελόδραμα του καπιταλισμού.