Ελευθερία Π. Τσίτσα, 2 ποιήματα

Vincent

Πιθανή εξήγηση

 

Μάταια την πολιορκούσα.

Μια μέρα ήρθε να μου μιλήσει για την ασπίδα της.

Σκέφτηκα «Σήμερα θα σε γαμήσω, θες δε θες.

Κι ας μην είμαι και κανένας γκόμενος».

Με την πρώτη κίνηση με απώθησε - επέμεινα.

Την ξάπλωσα με το ζόρι - αντιστάθηκε.

Στην παραφορά της στιγμής χτύπησε το κεφάλι της

επάνω στο αμόνι.

Ήταν ήδη αργά.

[Όταν έχεις γεννηθεί από κεφάλι, από κεφάλι θα πας.]

Το μόνο που μ’ ένοιαζε ήταν

να μην πάνε χαμένες οι προσπάθειές μου.

Χωρίς σκέψη ή ντροπή

έχυσα στο μηρό της·

αναπόφευκτο…

 

Όμως για μια στιγμή σας λέω ζωντάνεψε

σκούπισε το σπέρμα μου που έπεσε στη Γη

και ύστερα αναλήφθηκε.

 

Αν με ρωτάτε τώρα,

νομίζω πως έψαχνε απλώς μια ευκαιρία

ν’ αλλάξει δωδεκάθεο.

 

 

Φυλής 137

 

Στη δουλειά μου δεν έχω αναστολές

δεν προβάλλω αντιρρήσεις

κάνω ό,τι μου ζητήσουν

εξυπηρετώ το σκοπό τους

– εμμέσως και τον δικό μου

έχω τους λόγους μου

κάνω οικονομίες

ξοδεύω μόνο για την εμφάνισή μου

άλλωστε αυτό θέλουν οι πελάτες

και να ’μαι υγιής

 

συνήθως στην πρώτη συνάντηση τους ξενίζει το χρώμα

μερικοί διστάζουν να με ακολουθήσουν

όταν όμως η Mamma τούς βεβαιώνει για τις ικανότητές μου

πείθονται

εκεί που γελούν με την καρδιά τους

[και τότε στ’ αλήθεια χαίρομαι]

είναι λίγο πριν φύγουν

όταν εκείνη τους λέει πως

αν θελήσουν να με ξαναδούν

να ζητήσουν τη Χιονάτη

 

Μα πού ακούστηκε μαύρη Χιονάτη;

 

 

 

Η Ελευθερία Π. Τσίτσα γεννήθηκε το 1967 και σπούδασε Αγγλική Φιλολογία. Είναι μεταφράστρια και καθηγήτρια Αγγλικών. Στις σελίδες της Logotexnia21 δημοσιεύονται επίσης 3 ποιήματα από την πρώτη ποιητική συλλογή της, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ιωλκός, με τον γενικό τίτλο Στο μείον δύο, και το πεζοποιημα «Η φωλιά». Ποιήματά της συμπεριλαμβάνονται στο συλλογικό τόμο Μαραθωνοδρόμοι, ενώ συμμετείχε και στο συλλογικό τόμο Η ποίηση συναντά την ποίηση.

 

© Ελευθερία Π. Τσίτσα