Εύη Μαυρομμάτη, 3 ποιήματα
Ρουά σε σκακιέρα ασπρόμαυρη
Ανέκκλητος
ο χειμώνας μου,
διαγνωσμένος πλέον.
Όλα έχουν καεί
στο χιόνι.
Τις νύχτες,
όταν αυτή κοιμάται,
κουκουλωμένη με το παχύ σκοτάδι
που με τα δυο μας χέρια έχουμε πλέξει,
εγώ, μεθοδικά κι αθόρυβα,
χτίζω έναν Απρίλη.
Είμαι κοντά στο τέλος.
Η χαρά μου δεν πρέπει να φανεί.
«Δεν είμαστε καλά οι δυο μας;»
Καταφάσκω, όσο πιο πειστικά μπορώ.
Πέρασε η ώρα
κι απόψε έχω να συναρμολογήσω
έναν ήλιο.
***
Αποχαιρετισμός
Τα ερωτήματα
καθόλου ταπεινά πια.
Πυρετική χαρά η αναμέτρηση.
Έπρεπε επιτέλους να συμβεί.
Να βγάλω το λευκό σεντόνι
της στοργικής σου επιφάνειας.
Να σου προσφέρω
τον τελευταίο
-γενναιόδωρο–
αποχαιρετισμό μου.
Πώς;
Σκληρή εγώ;
***
Επιστροφή ΙΙ
Ξυπνάω σ’ ένα μισοσκότεινο δωμάτιο.
Τοίχοι βαμμένοι με λαδιά νερομπογιά,
δυο λάμπες φθορίου στο ταβάνι,
η μία τρεμοπαίζει,
μια καρέκλα με δέρμα ξεσκισμένο,
στη μέση ένα κρεβάτι,
πάνω του εγώ, δεμένη με λουριά.
Θα ’σαι καλά χωρίς εμένα;