Αλέξανδρος Κ., Αρχαγγελίτης (προμήνυμα)

Photo: Illustration by Viola Niccolai


Μάρτυρες δεν υπήρχαν. Ήταν όμως σίγουρο ότι μέσα σε δυο νύχτες εξαφανίστηκαν πολλά παιδιά. Πάρα πολλά. Αγόρια και κορίτσια. 20 και 21 Νοεμβρίου. Μέσα σε δυο νύχτες άνοιξε η γη και κατάπιε ένα σωρό παιδιά. Και αδέλφια.

 

Όποιος έχασε παιδί κι είχε κι άλλο έτρεμε μην το χάσει και εκείνο, και δεν μιλούσε. Όποιος έχασε παιδί και δεν είχε άλλο έτρεμε μην του το φέρουνε πεθαμένο, και δεν μιλούσε και εκείνος. Η είδηση όμως μεταδιδόταν από στόμα σε στόμα τρεις τέσσερις ημέρες τώρα. Κάποιοι που δεν έχασαν παιδί κι άλλοι που δεν είχανε ποτέ παιδί δικό τους να το χάσουν μιλούσαν ψιθυριστά για έναν ασυνήθιστα μεγάλο αριθμό εξαφανισμένων παιδιών. Καμία άλλη αναφορά, πουθενά. Καμία επίσημη ανακοίνωση.

 

Εκείνη το άκουσε από την εγγονή της, που άρχισε να φοβάται για την κόρη της. Κατάλαβε. «Άρχισαν», είπε και πήρε μια βαθιά ανάσα. Κι ύστερα έσφιξε τα χείλη της και έκλεισε τα μάτια της.

 

***

 

Μια Πέμπτη γεννήθηκε, στις 12 Σεπτεμβρίου, στη Θεσσαλονίκη. Ασθενική κράση, είπε η μαμή. Ήταν δεν ήταν δεκαέξι ημερών το νεογέννητο, όταν αρρώστησε βαριά. Έναν ολόκληρο μήνα παλεύανε να το κρατήσουν στη ζωή με νύχια και με δόντια, όταν ξέσπασε ο πόλεμος. Και τότε η μάνα του το έταξε στον αρχάγγελο. Όλοι τής λέγανε να το βαφτίσουν το παιδί στον αέρα, μην φύγει αβάφτιστο, με κρίμα, αλλά εκείνη δεν τους άφηνε. «Όχι», έλεγε και ξανάλεγε με σφιγμένα τα δόντια. «Όχι», μόνο αυτό, τίποτ’ άλλο.

 

Στις 8 Νοεμβρίου, ημέρα Παρασκευή, την ημέρα των Αρχαγγέλων, το βάφτισε το παιδί. Το τάμα που ’χε κάνει ήταν άμα ζει το παιδί, έτσι είπε όταν έκανε το τάμα, δεν είπε «άμα ζήσει», άμα ζει το παιδί μέχρι τη μεγάλη γιορτή των Αρχαγγέλων, θα του δώσει η ίδια τ’ όνομα τ’ αρχαγγέλου που έφερε το χαρμόσυνο μήνυμα στην Παρθένο Μαρία.

 

Εκείνη την Πέμπτη έμεινε ξάγρυπνη, περίμενε να φέξει. Και μόλις έφεξε, σηκώθηκε απ’ το κρεβάτι της σιγά σιγά και πήγε πάνω από την κούνια του παιδιού και στάθηκε ν’ ακούσει αν αναπνέει. Ανέπνεε βαριά. Τότε έκανε τον σταυρό της και είπε με ευγνωμοσύνη: Εις το όνομα του Πατρός, και του Υιού, και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν. Κι ύστερα συνέχισε. Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά Σου, ελθέτω η Βασιλεία σου, γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης. Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον, και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών. Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού. Κι ύστερα έσκυψε πάνω απ’ το παιδί και το πήρε στα χέρια της. Σήκωσε το παιδί στον αέρα και είπε: Βαπτίζεται η δούλη του Θεού Γαβριέλα εις το όνομα του Πατρός, και του Υιού, και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν. Κι ύστερα ξανασήκωσε το παιδί στον αέρα και ξαναείπε: Βαπτίζεται η δούλη του Θεού Γαβριέλα εις το όνομα του Πατρός, και του Υιού, και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν. Κι ύστερα ξανασήκωσε το παιδί στον αέρα και ξαναείπε για τρίτη φορά: Βαπτίζεται η δούλη του Θεού Γαβριέλα εις το όνομα του Πατρός, και του Υιού, και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν. Κι ύστερα το άφησε το παιδί μες στην κούνια του πάλι και είπε: Δι’ ευχών των αγίων Πατέρων ημών, Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον και σώσον ημάς. Αμήν. Και το νεογέννητο όλη αυτή την ώρα ανέπνεε αλλά δεν ξύπνησε.

 

Έτσι έγινε και το είπανε Γαβριέλα το παιδί. Κι εκείνη η δύναμη του θεού, που της έδωσε τ’ όνομά της, την κράτησε στη ζωή όλα αυτά τα χρόνια.

 

Γερασμένη προ πολλού, τυφλή σχεδόν, και στα δυο τα μάτια, κουφή απ’ το ένα το αφτί το αριστερό και με ακουστικό στο άλλο, χωρίς να μπορεί να κρατήσει έστω για μια στιγμή ακίνητο το κεφάλι της, με το ένα χέρι, το δεξί, να κρατάει το άλλο το αριστερό για να μην τρέμει, αλλά με σώας τας φρένας, έκλεισε τα μάτια της εκείνη την Κυριακή και ζήτησε απ’ τον αρχάγγελο μια χάρη που όμοιά της δεν είχε ζητήσει ποτέ στη ζωή της μέχρι τότε. Να την πάρει. Να την πάρει, να μην αξιωθεί να δει το κακό που ετοίμαζε χωρίς να το γνωρίζει. «Πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τι ποιούσι», δεν είπε κι ο Χριστός; Να την πάρει. Εκείνη τη στιγμή. Όχι άλλη. Και με τα μάτια της κλειστά, όρκο θα έπαιρνε ότι είδε να της παρουσιάζεται αυστηρή η μορφή του αρχαγγέλου που παίρνει τις ψυχές. Εκείνη την Κυριακή, στις 24 Νοεμβρίου, η Γαβριέλα Διαμαντίδου έφυγε πλήρης ημερών, στα 84 της χρόνια.

 

***

 

Στις 29 Δεκεμβρίου, στα σαράντα, το μάρμαρο ήταν έτοιμο: «Γαβριέλα Διαμαντίδου / Ετών 84  – 24/11/2024». Κι από κάτω η φράση που αγαπούσε: «και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπη δε μη έχω, ουδέν είμι». Και τότε, έτσι όπως διάβαζε το μάρμαρο, θυμήθηκε τα λόγια της γιαγιάς της. «Αριθμοί είναι. Τον Νοέμβρη θ’ αρχίσει το κακό», είχε πει.

 

«Η γιαγιά σας ήταν πολύτιμος άνθρωπος», άκουσε πίσω της και τρόμαξε. Γύρισε. Είδε δυο άντρες να την κοιτάζουν. Κατάλαβε. «Με συγχωρείτε, πρέπει να φύγω», βιάστηκε να πει. «Θα σας πάμε εμείς όπου θέλετε», είπε ο ένας και τη σταμάτησε, πιάνοντάς την απ’ το μπράτσο. «Ελάτε», της είπε ο άλλος και της χαμογέλασε, «έχουμε και τη μικρή μαζί μας».

 

 

 

Το διήγημα «Αρχαγγελίτης (προμήνυμα)» δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο ηλεκτρονικό περιοδικό Τέχνης και Λόγου cantus firmus τον Δεκέμβριο του 2015. 

O Αλέξανδρος Κυπριώτης είναι συγγραφέας και μεταφραστής. Άρχισε να δημοσιεύει κείμενα στο blog Logotexnia21 ως Αλέξανδρος Κ. τον Δεκέμβριο του 2009. Το 2013 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ίνδικτος το πρώτο του βιβλίο με τίτλο Μ' ένα καλό ακονισμένο μαχαίρι. Ιστορίες ανθρώπων. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο.