Γιάννης Αστερής, Νουθεσία ημιόνου
Νουθεσία ημιόνου
Το βράδυ της εικοστής έκτης Νοεμβρίου του προπερασμένου έτους, λίγες ώρες προτού επιστρέψει στο διαμέρισμα όπου αντίκρισε τη σύζυγό του ξαπλωμένη και ασάλευτη στη συζυγική κλίνη, παραμορφωμένη από μια γκριμάτσα που για μια στιγμή τον τάραξε με την ψευτιά της περισσότερο απ’ όσο με τη θανατερή της ένταση, και ακριβώς το λεπτό (σκέφτηκε μήνες αργότερα) που η σύζυγός του, ακόμα ζωντανή και θλιμμένη, θα πρέπει να ετοίμαζε κάτι πρόχειρο για βραδινό, ο αρχιτέκτονας Γιώργος Αυγέρης έστεκε όρθιος ανάμεσα στους συνδαιτυμόνες του δικηγόρου πνευματικών δικαιωμάτων Κώστα Μάρκου και συλλογιζόταν την ιστορία του γλύπτη ο οποίος, παραλυμένος σε σημείο που να μην μπορεί να κουνήσει ούτε δάχτυλο, καθόταν νυχθημερόν μπροστά στο ημιτελές αριστούργημά του, χυμένος σε μια μαυρισμένη, ξεσκισμένη και βρομερή πολυθρόνα, με τη σκέψη ότι όχι μόνον οφείλει αλλά είναι και ικανός να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά το βλέμμα του στη θέση της σμίλης. Το αριστούργημα παρέμεινε φυσικά ημιτελές γιατί το βλέμμα δεν είναι σμίλη αλλά βλέμμα, ο δε γλύπτης ξεψύχησε στην πολυθρόνα του εν μέσω πυρετώδους καλλιτεχνικής εργασίας, όπως πίστευε.
Τρεις μέρες μετά, δηλαδή στις εικοσιεννέα Νοεμβρίου, αφού είχε ήδη ανακαλύψει το πτώμα, είχε τηλεφωνήσει στην αστυνομία, είχε σταθεί ακίνητος μπροστά στη στραγγαλισμένη σύζυγό του περιμένοντας την αστυνομία και πασχίζοντας να διαχωρίσει το αποτρόπαιο γεγονός από την αποτρόπαιη έκφραση υποκρισίας στο στόμα της, αφού είχε φθάσει η αστυνομία και ακολούθησαν γεγονότα που δεν είναι του παρόντος, βρέθηκε σ’ ένα προσωρινό, απ’ ό,τι του είπαν, κελλί, προσπαθώντας να καταλάβει γιατί βρίσκεται στο κελλί, έστω προσωρινά, ειδικά μετά την πεντακάθαρη κατάθεση που έδωσε στις αρχές.
[...]
Αξιοθαύμαστη και ζηλευτή η αφηγηματική μαεστρία του Γιάννη Αστερή στη "Νουθεσία ημιόνου", που αρχίζει με ένα έγκλημα και μετά από 132 γεμάτες σελίδες μακροπερίοδου λόγου εξαιρετικά αριστοτεχνικής ισορροπίας φαίνεται να εξομολογείται με κατάνυξη: το έγκλημα σου έδωσε το ωραίο ταξίδι. Το 5σέλιδο "Υπόμνημα πηγών" στο τέλος του βιβλίου ως αντίδωρο αποδεικνύει αυταπόδεικτα το μέγεθος της συγγραφικής έμπνευσης.
Αλέξανδρος Κυπριώτης
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:
Δὲν ξέρουμε ἂν αὐτὸς ὁ ἐπιπόλαιος ἄνθρωπος καὶ ἀσήμαντος ἀρχιτέκτονας, ὁ Γιῶργος Αὐγέρης, δολοφόνησε πράγματι τὴ σύζυγό του τὸ βράδυ τῆς εἰκοστῆς ἕκτης. Δὲν ξέρουμε οὔτε ἂν ὁ μοναχὸς τῆς μονῆς Σ... Διονύσιος –ἄνθρωπος μιᾶς κάποιας ἡλικίας ἀλλὰ μὲ βῆμα βροντερό– θὰ κερδίσει τὴ συγχώρεση γιὰ τὴν παλιά του ἁμαρτία. Τὸ μόνο ποὺ ξέρουμε εἶναι πὼς ἡ συνάντηση αὐτῶν τῶν δύο θὰ κινητοποιήσει μέσα τους μιὰ σειρὰ κυματισμῶν τόσο ἰσχυρῶν καὶ βίαιων, ὥστε ἐκεῖνοι εἴτε θὰ διασώσουν ἕνα –ἐλάχιστο, ἔστω– ἴχνος ἀκεραιότητας εἴτε θὰ συρθοῦν στὸ χῶμα σὰν ξεπεσμένοι σαλτιμπάγκοι.
Ὁ Γιάννης Ἀστερὴς γεννήθηκε τὸ 1979 στὸ Βλαχιώτη Λακωνίας. Σπούδασε ἰατρικὴ στὸ Ἡράκλειο Κρήτης, ἔγραψε (2001) καὶ σκηνοθέτησε (Θεσσαλονίκη, 2005) τὸ θεατρικὸ ἔργο Σιωπές, καὶ τὸ 2007 δημοσίευσε τὴ νουβέλα Ἡ θύελλα (ἐκδ. Ἴνδικτος)