Inge Müller, Ιωνά - Απόσπασμα
Ήτανε Μάης του 1944.
[…]
Στο σταθμό. Παγωνιά. Ξένοι. Βιαστικοί. Χακί. Πρόσωπα.
Στρατιωτικές στολές. Σφύριγμα. Άφιξη τρένου. Αναχώρηση τρένου. Κι άλλο χακί.
Ερυθρός Σταυρός.
Επίδεσμοι. Ακρωτηριασμένοι. Γκρίζα μάτια. Άσπρα. Μαύρες
στρατιωτικές στολές. Ρούνοι. Κεφάλια νεκρών. Στο καλάθι των αχρήστων: πακέτα από
τσιγάρα. Αγκυλωτοί σταυροί πάνω σε χαρτί κόκκινο από αίμα. Ψόφιοι
αρουραίοι.
Ιωνά: κάποιος φωνάζει. Παιδικό πρόσωπο κάτω απ’ το σιδερένιο
κράνος: κορίτσι, έλα!
Όμορφη! Κοιμήσου. Δάκρυα στάζουν στη φωνή: μείνε. Πόρνη! Εγώ
πληρώνω. Έλα λοιπόν!
Η Ιωνά κοίταξε τον στρατιώτη. Δεν είναι αυτός. Αυτός όχι.
Κάποιος. Αλλά το στόμα του, το στόμα του δεν είναι ξένο. Εκείνη γέλασε. Εκείνος
μίλησε. Εκείνος ούρλιαξε. Εκείνη δεν κατάλαβε τίποτα. Εκείνος σώπασε. Εκείνη
τρόμαξε. Είδε τον άσπρο επίδεσμο κάτω απ’ το γιακά της στολής του. Οι πληγωμένοι
πολεμιστές γυρνάνε στο σπίτι. Όταν οι στρατιώτες παρελαύνουν μέσα στην πόλη. Με
εμβατήρια περνάνε την πύλη. Ένα κάλεσμα σαν απόηχος βροντής. Σταυροί. Σταυροί. Ο
Άγνωστος Στρατιώτης. Βόμβες πάνω στη γη των αγγέλων. Στρατιωτικό ταχυδρομείο.
Γενναία μικρή γυναίκα του στρατιώτη... Ο κόσμος πρέπει να είναι δικός μας. Οι
δυο σκιές μας έμοιαζαν σαν μία, όπως κάποτε της Λιλή Μαρλέν. Σφύριγμα. Άφιξη
τρένου. Αναχώρηση τρένου. Ράγες, ράγες, γραμμές, ορίζοντας, για πού; Το τρένο
έχει 5 ώρες καθυστέρηση. Προβλέπεται 7 ώρες καθυστέρηση. Ποιος έκαψε τα παγκάκια
του σταθμού για να ζεσταθεί;
Η Ιωνά περίμενε. 7 ώρες, 25 λεπτά. Στολές. Χακί. Αδελφές του
Ερυθρού Σταυρού. Φωνές που έδιναν διαταγές. Τρένο του στρατιωτικού νοσοκομείου:
προγραμματισμένη άφιξη... είσοδος τρένου. Φασαρία. Ο σταθμός δονείται, πίεση
ατμού, υπερπίεση, τα αυτιά βουλώνουν. Ποιος ουρλιάζει; Η σειρήνα, πρώτη φωνή∙
σειρήνες, αρχίζουν πολύ αργά, χορωδία, πιο πολυφωνική, εκκωφαντική,
στριγγή, τελικά με τον διαπεραστικό τόνο των μεγάλων καραβιών...
Στην αποβάθρα σαρώνει η θύελλα, μαστιγώνει ο φόβος. Σειρήνες.
Οι πληγωμένοι πάνω σε πόρτες, φορεία εκτάκτου ανάγκης, μεταφέρονταν πίσω στο
στρατιωτικό νοσοκομείο. Και στη σιγουριά. Οι ελαφρά πληγωμένοι υποβασταζόμενοι ή
μόνοι τους πηγαίνουν στην άδεια αποβάθρα σκοντάφτοντας, τρεκλίζοντας. Η Ιωνά
βοηθάει έναν να σηκωθεί, συνεχίζει να ψάχνει. Εκείνος δεν είναι ανάμεσά
τους.
Αστυνομία σταθμού, στρατιωτική αστυνομία. Ασπίδα μπροστά στο
στήθος∙ μαντρόσκυλα. ΠΡΟΧΩΡΕΙΤΕ! ΕΚΚΕΝΩΣΗ! Η Ιωνά τρομάζει με τη λέξη. Κοιτούσε:
αυτοί είναι άνθρωποι. Είναι αυτοί άνθρωποι; ΠΡΟΧΩΡΕΙΤΕ! Διαταγή: στο καταφύγιο.
Είναι για τη δική σας ασφάλεια, μα επιτέλους! Εμπρός, εμπρός! Κουνηθείτε!
Ποιος μας έδιωξε από τον παράδεισο; Ο σκύλος μαζεύει το
κοπάδι. Ο διωγμός των εβραίων.
Ιωνά. ΕΜΠΡΟΣ ΜΑΡΣ, ΚΟΡΙΤΣΙ! Στριμωγμένοι με το ζόρι στο δρόμο
για το καταφύγιο. Μια χοντρή γυναίκα κλαψουρίζει: «Την καρφίτσα μου! Πατάτε την
καρφίτσα μου. Χρυσή. Ενθύμιο.»
«Σώστε την καρφίτσα!» Τσιριχτά γέλια. Μουρμουρητά. Ουρλιαχτά.
ΝΑ ΤΗΡΗΘΕΙ ΗΣΥΧΙΑ! ΟΛΟΙ ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΝΑ
ΚΑΤΑΦΥΓΟΥΝ ΣΕ ΑΝΤΙΑΕΡΟΠΟΡΙΚΟ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ.
[…]
ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ
1945, Βερολίνο, ένας δρόμος στα βόρεια, ένα υπόγειο.
[…]
Μια ηλικιωμένη γυναίκα στην πιο σκοτεινή γωνιά του καταφυγίου
έραβε ένα κουμπί του άντρα της, το πάνω πάνω κουμπί στο λιωμένο παλτό του. Με
φροντίδα, βελονιά τη βελονιά, τραβώντας τη βελόνα στην άκρη για να μην
τραυματίσει τον άντρα της∙ προς τους ανθρώπους: είναι το μοναδικό του. Τα χάσαμε
όλα. Προς τον άντρα της, ενώ τον κουκουλώνει μέχρι τον αδυνατισμένο
ρυτιδιασμένο λαιμό του, τον κουμπώνει: δεν πρέπει να το ξανακόψεις, το
κουμπί. Αλλιώς θα παγώσεις. Έτσι, έτσι. Τον ζυγιάζει σαν παιδί. Ο άντρας τραβάει
το κουμπί, αυτή πιάνει το χέρι του. Δυο χέρια, σακάτικα δάχτυλα, κόμποι
στις αρθρώσεις, δέρμα στιλπνό. Έτσι, έτσι. Όπου πας εσύ, θέλω να πάω κι
εγώ. Χάρις. Χάρε πέρνα απέναντι. Μέχρι να σας χωρίσει ο θάνατος.
Μετάφραση από τα Γερμανικά: Σούλα Ζαχαροπούλου
Η μετάφραση των παραπάνω αποσπασμάτων του κειμένου «ΙΩΝΑ -
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ» έγινε από το βιβλίο που επιμελήθηκε η Ines Geipel και περιλαμβάνει
ποιήματα, πεζά και ημερολογιακές καταγραφές της Ίνγκε Μύλλερ (Inge Müller, Irgendwo; noch
einmal möchte ich sehn).
Το «ΙΩΝΑ - ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ» αποτελεί τη βάση για ένα μεγάλο κείμενο,
το οποίο δυστυχώς δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, αφού η Ίνγκε Μύλλερ το 1966 δίνει
προτεραιότητα στην αυτοκτονία της αφήνοντας πίσω της σκόρπιες σκέψεις, ποιήματα,
ατακτοποίητα προσχέδια. Η περιγραφή του Βερολίνου που βομβαρδίζεται, η ζωή στα
καταφύγια, στους δρόμους και στους σταθμούς με λόγο κοφτό, αφτιασίδωτο που
καταφέρνει να ανατριχιάσει τον αναγνώστη είναι απόδειξη για την συγγραφική
σπουδαιότητα της Ίνγκε Μύλλερ, που ακόμα και σήμερα δεν έχει πάρει τη θέση που
της αναλογεί στο κάδρο της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Και βέβαια δυστυχώς είναι
φρικιαστική η επικαιρότητα του ναζισμού, της προσφυγιάς και του πολέμου για τα
οποία γράφει η Ίνγκε Μύλλερ.
Η Ίνγκε Μύλλερ γεννήθηκε στις 13 Μαρτίου 1925 στο Βερολίνο.
Κατά τη διάρκεια του βομβαρδισμού της πόλης έμεινε τρεις μέρες θαμμένη κάτω από
τα χαλάσματα και ανέσυρε νεκρούς τους γονείς της από τα ερείπια. Γεγονότα που
σημάδεψαν τόσο τη ζωή της όσο και τη γραφή της. Παντρεύτηκε τρεις φορές. Την
τρίτη με τον Χάινερ Μύλλερ. Έγραψαν μαζί κάποια θεατρικά έργα και βραβεύτηκαν
για δύο από αυτά. Η Ίνγκε Μύλλερ, καταθλιπτική και αλκοολική, αυτοκτόνησε τελικά
μετά από πολλές απόπειρες το 1966 στο σπίτι της στο Βερολίνο. Αν και για πολλούς
θεωρείται μία από τις σημαντικότερες Γερμανίδες συγγραφείς της εποχής της, το
έργο της έμεινε για πολλά χρόνια σχεδόν στην αφάνεια ακόμα και μέσα στην ίδια τη
Γερμανία. Έγραψε παιδικά διηγήματα, πρόζα, ποίηση και θεατρικά έργα.
Της Σούλας Ζαχαροπούλου
Στις σελίδες της Logotexnia21 μπορείτε να διαβάσετε 5 ποιήματα
της Ίνγκε Μύλλερ, και τα διηγήματά της «Το βουβό παιδί», «Οι ποδηλάτες» και «Λευκοί υάκινθοι», όλα σε μετάφραση της Σούλας Ζαχαροπούλου. Τα κείμενα αυτά είναι τα
μόνα κείμενα της Ίνγκε Μύλλερ που έχουν μεταφραστεί και δημοσιεύονται στα
Ελληνικά.