Javier Marías, καρδιά τόσο άσπρη
«My hands are of your colour;
but I shame to wear a heart so white».
ή αλλιώς
«Τα χέρια μου έχουν το χρώμα σου∙
μα ντρέπομαι να ’χω μια καρδιά τόσο άσπρη».
ΣΑΙΞΠΗΡ
Δεν θέλησα να μάθω, κι όμως έμαθα ότι ένα από τα κορίτσια,
όταν δεν ήταν πια κορίτσι και είχε πρόσφατα επιστρέψει από το γαμήλιο ταξίδι
της, μπήκε στο μπάνιο, στάθηκε μπροστά στον καθρέφτη, άνοιξε την μπλούζα της,
έβγαλε το σουτιέν και σημάδεψε την καρδιά της με την κάννη του πιστολιού του
πατέρα της, ο οποίος βρισκόταν στην τραπεζαρία με κάποια από τα μέλη της
οικογένειας και τρεις καλεσμένους. Όταν ακούστηκε ο πυροβολισμός, πέντε λεπτά
περίπου από τη στιγμή που το κορίτσι είχε φύγει από το τραπέζι, ο πατέρας δεν
σηκώθηκε αμέσως, αλλά έμεινε για μερικά δευτερόλεπτα σαν να είχε παραλύσει, με
το στόμα γεμάτο, χωρίς να τολμάει ούτε να μασήσει ούτε να καταπιεί ούτε, πόσο
μάλλον, να φτύσει την μπουκιά στο πιάτο∙ κι όταν επιτέλους σηκώθηκε κι έτρεξε
στο μπάνιο, εκείνοι που τον ακολούθησαν είδαν πως, ενώ ανακάλυπτε το αιμόφυρτο
σώμα της κόρης του κι έκρυβε μες στα χέρια του το κεφάλι του, συνέχιζε να
περνάει την μπουκιά του κρέατος από τη μία στην άλλη πλευρά του στόματος, μην
ξέροντας ακόμα τι να την κάνει. Στο χέρι του κρατούσε την πετσέτα, και δεν την
πέταξε παρά μόνο όταν, ύστερα από λίγο, είδε το σουτιέν πεταγμένο πάνω στον
μπιντέ, και τότε σκέπασε με το πρώτο πανί που είχε πρόχειρο, αυτό που είχε στο
χέρι του και που το είχαν λεκιάσει τα χείλη του, λες και τον έκανε να ντρέπεται
περισσότερο το θέαμα του εσωρούχου παρά το θέμα του πεσμένου και μισόγυμνου
σώματος με το οποίο το ρούχο βρισκόταν σε επαφή μέχρι πριν από λίγο: του σώματος
που καθόταν στο τραπέζι ή απομακρυνόταν μέσα από το διάδρομο ή ακόμα που
στεκόταν όρθιο. Προηγουμένως, με μια μηχανική κίνηση, ο πατέρας είχε κλείσει τη
βρύση του νιπτήρα, τη βρύση του κρύου νερού, που έτρεχε με μεγάλη πίεση. Η κόρη
έκλαιγε την ώρα που στεκόταν μπροστά στον καθρέφτη, άνοιγε την μπλούζα, έβγαζε
το σουτιέν και σημάδευε την καρδιά, γιατί, ξαπλωμένη στο κρύο δάπεδο του
τεράστιου μπάνιου, είχε τα μάτια γεμάτα δάκρυα, δάκρυα που δεν υπήρχαν κατά τη
διάρκεια του γεύματος ούτε μπορούσαν να είχαν αναβρύσει αφότου σωριάστηκε χωρίς
πνοή. Αντίθετα με τη συνήθειά της και τη γενική συνήθεια, δεν είχε τραβήξει το
σύρτη, πράγμα που έκανε τον πατέρα να σκεφτεί (μια σκέψη σύντομη και σχεδόν
ασυνείδητη, την ώρα που κατάπινε) ότι η κόρη του, ενώ έκλαιγε, ίσως και να
περίμενε ή να ευχόταν πως κάποιος θα άνοιγε την πόρτα και θα την εμπόδιζε να
κάνει αυτό που είχε κάνει, όχι με τη βία, αλλά απλώς με την παρουσία του,
παρατηρώντας τη ζωντανή γύμνια της ή ακουμπώντας ένα χέρι στον ώμο της. Κανείς
όμως (εκτός από εκείνη τώρα, και επειδή δεν ήταν πια κορίτσι) δεν πήγαινε στο
μπάνιο κατά τη διάρκεια του γεύματος. Το στήθος που δεν είχε χτυπηθεί φαινόταν
ολόκληρο, μητρικό και άσπρο και σφιχτό ακόμα, και σ’ εκείνο στράφηκαν
ενστικτωδώς οι πρώτες ματιές, πάνω απ’ όλα για να αποφύγουν να στραφούν στο
άλλο, το οποίο δεν υπήρχε πια ή ήταν μονάχα αίμα. […]
Μετάφραση από τα Ισπανικά: Έφη Γιαννοπούλου
Με το παραπάνω απόσπασμα αρχίζει το μυθιστόρημα του Ισπανού
συγγραφέα Javier Marías καρδιά τόσο άσπρη που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις
Σέλας σε μετάφραση της Έφης Γιαννοπούλου το 1995. Το μυθιστόρημα κυκλοφόρησε στα Ισπανικά το 1992, ήταν υποψήφιο για το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας 1993 και, μετά την έκδοσή του στα Αγγλικά, απέσπασε το 1997 το Διεθνές Λογοτεχνικό Βραβείο IMPAC του Δουβλίνου. Το εξώφυλλο της ελληνικής έκδοσης κοσμεί έργο του Σπύρου Βερύκιου.
Διαβάστε στη βιβλιοnet ένα σύντομο βιογραφικό για τον Χαβιέ
Μαρίας και δείτε ποια βιβλία του έχουν εκδοθεί και κυκλοφορούν στα Ελληνικά.