Παράξενη δουλειά. Μας κατευθύνουν ξένα χέρια. Παράξενη δουλειά. Κάποτε τα χαράματα και άλλοτε μέσα στη νύχτα. Παράξενη δουλειά. Να κολλάνε πάνω σου κάθε λογής σκουπίδια. Σκουπίδια που λίγο πριν, λίγο πριν δρασκελίσουν το φράγμα, φαίνονταν όμορφα, θελκτικά, θα έλεγε κανείς. Παράξενη δουλειά. Καθένας έχει τη δική του άποψη. Μερικοί λένε πως είμαστε κάτι ανάμεσα σε πειρατικό και σκουπιδιάρικο. Ανακατεύεις τις λάσπες. Άλλοι νομίζουν πως κάπου εκεί μέσα θα βρούνε κρυμμένα χρυσάφια. Και άλλοι πάλι – πιο προσγειωμένοι – καταλαβαίνουνε πως δεν υπάρχουν χρυσάφια, μα μονάχα λάσπες, και έλαχε σε μας να τις καθαρίζουμε. Άτιμη κοινωνία, σου λένε. Αν στο δικό μας κόσμο υπήρχαν και μάντρες για παλιοσίδερα ή άλλα παρόμοια, τουλάχιστον θα βγάζαμε κάτι. Και δεν τελειώνει. Είναι κάτι σαν τέχνη, θα σου πει κάποιος άλλος. Μόνοι εμείς έχουμε το χάρισμα να ξαναδίνουμε τη χαμένη λάμψη. Σκέψου το. Μόνο εμείς, λες και συγχωράμε παλιές αμαρτίες.
Εμένα όμως αυτή η ζωή μού θυμίζει μια παλιά, πανάρχαια ιστορία, που κάποιος πρόγονος βρήκε ξανά και ξανά ειπωμένη να έχει κολλήσει στα δόντια κάποιου ποιητή ή δασκάλου. «Οι Αθηναίοι», έλεγε εκείνος, «πήραν κάποτε απόφαση να κατακτήσουνε ξένη γη, ξένη χώρα. Τους βγήκε σε κακό. Την τελευταία νύχτα τούς κλείσανε από παντού, άλλους σε ένα ποτάμι και άλλους σε κάποια κοιλάδα. Και τότε αυτοί, μην έχοντας τι άλλο να κάνουν, παρέδωσαν τα όπλα, με τη συμφωνία να σεβαστούν οι εχθροί τη ζωή τους. Και κείνοι το δέχτηκαν και δε τους σκοτώσαν αμέσως. Τους κλείσανε μέσα σε κάτι υπόγειες στοές – λατομεία τα λέγαν. Και τους άφηναν εκεί μέρα μέρα, μέσα στις πέτρες, λίγο λίγο να χάνονται, μέχρι που μες στα σκοτάδια γίνανε και αυτοί ένα με τα χώματα και τις σκόνες που μάζευαν.
Κάπως έτσι είμαστε και εμείς – κάθομαι συχνά και το σκέφτομαι. Κλεισμένοι βαθιά σε λατομεία, ώσπου να φλομώσουμε και εμείς, να γίνουμε ένα με τα χώματα και τις πέτρες που μαζεύουμε, και τότε να μας πετάξουν. «Να μας πετάξουν…» Με τυραννάει συχνά αυτό το παράπονο. Αιχμάλωτοι κάποιου πολέμου, που ποτέ δεν αρχίσαμε, μέσα στα δόντια. Τα δόντια …, « έρκος οδόντων», είχε πει κάποιος άλλος, κάτι σαν φράχτης, μάντρα και κυματοθραύστης και πάνω του να πέφτουν σαν το κύμα τα λόγια.
Μα δε θα μας πετάξουν έτσι απλά. Κάθε μάχη, ακόμα και άδοξη, έχει τα λάφυρά της. Και εγώ αυτή τη ζωή, αυτή τη δουλειά κάπως έτσι, σαν μια τέτοια μάχη, τη βλέπω.
Μέσα στα τοιχώματα, μέσα στα μπάζα, μια ηχώ με τραβά τόσα χρόνια. Νομίζεις πως τρέχει εκεί γύρω κάποιο ρυάκι, κάποιο μυστικό ποτάμι, που έσβησε πριν από χρόνια. Πίσω από τους φράχτες, μέσα στα δόντια, ψάχνω τα λόγια.
Μα και πιο πέρα. Το κρυμμένο βάθος ζητάω. Πίσω, πιο πίσω από τις λέξεις. Χώνομαι μες στο κενό, σε αμυχές και φαράγγια και ψάχνω τις σκέψεις. Έξεις, τρόπους του λόγου και της ψυχής καλντερίμια. Ανάμεσα στα κόκκαλα μια μουσική, έλεγε κάποιος ποιητής. Παράξενη δουλειά. Να μπαίνεις όλο και πιο βαθιά, να αναζητάς τα τρίσβαθα και την ψυχή του ανθρώπου.
Το εξαιρετικό διήγημα του Χρήστου Τσαγκάρη δημοσιεύεται εδώ για πρώτη φορά και η Logotexnia21 τον ευχαριστεί πολύ για την άδεια δημοσίευσης.
Ο Χρήστος Τσαγκάρης, γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1997, ζει στον Πειραιά και είναι μαθητής της Γ΄ Λυκείου του Ζαννείου Π.Π.ΓΕΛ. Ασχολείται με τη ζωγραφική και τη λογοτεχνία. Έχει συμμετάσχει σε πολλούς διαγωνισμούς και έχει αποσπάσει πολλές διακρίσεις [Euroscola 2014 - Βουλή των Εφήβων 2014 - Μαθητική Ολυμπιάδα Ευεργεσίας (πανελλήνιο βραβείο) - Διεθνής διαγωνισμός Γαλλοφωνίας «Un voeu pour la planete» - Πανελλήνιος Διαγωνισμός «Γρηγόρης Πεντζίκης» (1ο βραβείο) - Πανελλήνιος διαγωνισμός της Ένωσης Εκδοτών Βορείου Ελλάδας (2ο βραβείο) - Πανελλήνιος διαγωνισμός της Π.Ε.Λ (3ο βραβείο) - Πανελλήνιος Διαγωνισμός των εκδόσεων Πατάκη (3ο βραβείο) - Πανελλήνιος Διαγωνισμός της Ε.Ε.Λ (1ος έπαινος Αγγλικής ποίησης) - Πανελλήνιος διαγωνισμός του Πειραϊκού Συνδέσμου και του περιοδικού Μανδραγόρας (έπαινος) - «ΣΙΚΕΛΙΑΝΑ 2014» (ειδικό βραβείο για το σύνολο του υποβληθέντος έργου, β' βραβείο Αγιογραφίας) - Λογοτεχνικός Διαγωνισμός του «Κελαινώ» 2014 με θέμα «Είν’ η ζωή μια θάλασσα» (3ο βραβείο ποίησης) - Διαγωνισμός της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος ( 1ο βραβείο ποίησης για το αθλητικό ιδεώδες)].